Θυμάμαι ένα από
τα πολλά τηλεοπτικά ρεπορτάζ που κάλυπταν το προσκύνημα στη σορό της
Μελίνας Μερκούρη. Ήταν Μάρτης του 1994. Ένας ηλικιωμένος ευτραφής άνδρας
με γιακά σηκωμένο και κασκέτο, αν τον φέρνω σωστά στη μνήμη μου, έτσι
που σχεδόν να σκεπάζεται το πρόσωπο του, διέσχισε τους δημοσιογράφους
και σαν αερικό μπήκε στη Μητρόπολη για να αποχωρήσει αμέσως μετά το
προσωπικό του προσκύνημα στη Μελίνα. Ήταν ο Μάνος Χατζιδάκις...Έτσι
είπαν οι ρεπόρτερ που ίσα και που είχαν προλάβει να τραβήξουν ένα
στιγμιότυπο από το πέρασμα του.
Πόσο
μου είχε αρέσει η στάση αυτή του Χατζιδάκι. Μια στάση που σίγουρα δεν
θα πολυάρεσε στην άκρως κοινωνική Μελίνα ειδικά τις ημέρες του φευγιού
της απ' τον κόσμο τούτο.
Λίγους
μήνες μετά ο ίδιος ο Μάνος Χατζιδάκις με το δικό του φευγιό και την
τελευταία του κατοικία στο κοιμητήριο της Παιανίας απόδειξε πόσο
ειλικρινής ήταν και πόσο αντιπαθούσε την, κάθε είδους, λαϊκή
επιδοκιμασία. Είχε ζητήσει να ταφεί στην Παιανία, εκεί που τέσσερα
χρόνια μετά θα αναπαυόταν δίπλα του η Φλέρυ Νταντωνάκη, μόνο και μόνο
για να απομακρυνθεί από όσους δεν τον γνώριζαν σε βάθος. Έτσι συνήθιζε
να λέει...
Η
Μελίνα, όμως! Η Μελίνα ήταν σαν από άλλο πλανήτη, από εκείνα τα
πλάσματα που αποζητούσαν μονίμως την αγάπη κι όταν την είχαν, την
επέστρεφαν όλο δυναμισμό και εκρηκτικότητα!
Είχα
την τύχη να της σφίξω το χέρι στις μαθητικές καταλείψεις του 1991, τότε
που συμμετείχα ως μαθητής στις διαδηλώσεις στο κέντρο για την άνανδρη
δολοφονία του καθηγητή Τεμπονέρα. ''Πείτε μου μια ιστορία με τον Μάνο
Χατζιδάκι'' της είπα, που τότε άρχισα ν'ακούω μετά μανίας τους
δισκογραφημένους κύκλους τραγουδιών του. ''Για τον Μάνο!'' αναφώνησε με
τη χαρακτηριστική συρταρωτή εκφορά του λόγου της. Τελικά, δεν μου είπε
ιστορία και μού'μεινε κάπως το παράπονο.
Ίσως
την ιστορία που έψαχνα τότε να μου τη διηγήθηκε πολλά χρόνια μετά ο
γιος του Μάνου, ο Γιώργος Χατζιδάκις, σε μια συνέντευξη του στην
εφημερίδα ''Το Ποντίκι'': Οι μαμάδες της Μελίνας και του Μάνου ήταν
στενές φίλες και παρενέβαιναν συχνά στη ζωή των παιδιών τους. Κάποια
φορά, όταν ο Μάνος και η Μελίνα πήγαν ταξίδι στο Παρίσι και τις πήραν
μαζί, νοίκιασαν ξεχωριστό δωμάτιο για να βρίσκονται και να παίζουν τάβλι
ανενόχλητοι. Ήταν μια σχέση που είχε περάσει κυριολεκτικά διά πυρός και
σιδήρου. Μα που στο βάθος της στηριζόταν στο ''ερωτικό πρόσωπο'' της
Ελλάδας, αυτό που ο Χατζιδάκις ανέκαθεν αναγνώριζε στο πρόσωπο της
ηθοποιού και πολιτικού Μελίνας Μερκούρη.
Τίποτα
απ' όλα αυτά βέβαια δεν τον εμπόδιζε να της ασκεί συχνά - πυκνά
κριτική, όπως και τίποτα δεν εμπόδισε τη Μελίνα να μην πάρει τότε θέση
κατά του Κουρή και της φασιστικής Αυριανής του.
Ας
δούμε τι δήλωσε ο Μάνος Χατζιδάκις στην ελληνική εκπομπή της Σουηδικής
Ραδιοφωνίας και στον παραγωγό Νίκο Σερβετά το 1985: ''Η κυρία Μερκούρη
είναι πολύ φίλη μου, την αγαπώ πολύ και δε νομίζω ότι έχει συνείδηση
όλων των τεραστίων προβλημάτων. Εκείνη χαίρεται το γεγονός ότι
εκμεταλλεύεται το ονομα της και μας επισκέπτονται μεγάλα ονόματα της
τέχνης. Είναι πιο ικανή από τους επαγγελματίες πολιτικούς μας, οι οποίοι
είναι άχρωμοι, άοσμοι και συμπλεγματικοί. Κατά τα άλλα, οι απόψεις της
περί πολιτισμού έχουν όλες τις ρωγμές απόψεων που βγαίνουν από μια
όμορφη γυναίκα και μια γυναίκα που λατρεύεται''.
Προσέξτε!
Ο Χατζιδάκις χαρακτηρίζει τη Μελίνα ''όμορφη γυναίκα'', φανερώνοντας
ένα μικρό μέρος της γοητείας που του ασκούσε η προσωπικότητα της. Αυτός
που, κατά δική του ομολογία, μια ζωή έψαχνε την έννοια ''κορίτσι'',
λέγεται πως η Μελίνα Μερκούρη ήταν η μοναδική γυναίκα που ερωτεύθηκε
πραγματικά στον κοινό τους βίο.
Η
σχέση τους, δια πυρός και σιδήρου όπως είπαμε, ξεκίνησε πολύ νωρίς, από
την παιδική τους ηλικία, για να εκτιναχτεί στην κορύφωση της νιότης
τους στα τέλη της δεκαετίας του 1940.
Αν
και παιδί του Εθνικού Θεάτρου η Μελίνα, από το 1938 ήδη, δέκα χρόνια
μετά, το 1948 αφήνει εποχή ως Μπλανς Ντιμπουά στο ''Λεωφορείον ο Πόθος''
που σκηνοθέτησε ο Κάρολος Κουν για το Θέατρο Τέχνης. Μουσική: Μάνος
Χατζιδάκις, 23 ετών τότε, σε απόλυτη σύμπλευση με τον μέντορα του, τον
ποιητή της ''Αμοργού'', μεταφραστή και στιχουργό Νίκο Γκάτσο. ''Χάρτινο
το φεγγαράκι'' είναι το τραγούδι που ερμηνεύει η Μελίνα και περνάει στην
ιστορία. Γνωρίζετε πολλά τραγούδια, εξαιρουμένων κάποιων ρεμπέτικων και
παραδοσιακών, που να εξακολουθούν να τραγουδιούνται και να συγκινούν
για περισσότερο από μισό αιώνα μετά τη δημιουργία τους;
Είναι
η περίοδος που ο Χατζιδάκις γράφει μουσική για το θέατρο, αλλά και για
τον λεγόμενο εμπορικό ελληνικό κινηματογράφο. Κι αν το 1960 συνθέτει τη
μουσική για ακόμη μία παράσταση του Θεάτρου Τέχνης με τη Μελίνα, το
''Γλυκό Πουλί της Νιότης'', με τον Γιάννη Φέρτη στο πλάι της, οι δρόμοι
τους θα σμίξουν γερά και δυνατά στα 1955 με τη ''Στέλλα'' του Μιχάλη
Κακογιάννη.
Μελίνα
- Μάνος - Τσιτσάνης - Κακογιάννης - Βέμπο - Τσαρούχης - Καμπανέλλης, η
απόλυτη σύναξη των Ιερών Τεράτων του λαϊκού μας πολιτισμού μέσα σε
μιάμισι ώρα κινηματογραφικού χρόνου που θύμιζε σύγχρονη αρχαία τραγωδία
και που έβαζε φωτιά στα συντηρητικά θεμέλια της τότε αθηναϊκής
κοινωνίας. Η Μελίνα μαγευτική, σκέτη Καρυάτιδα, αυστηρή και γλυκιά
παράλληλα, ερμηνεύει ''Εφτά τραγούδια θα σου πω'' και αργότερα στη
δισκογραφία το ''Ο μήνας έχει δεκατρείς'' που ακουγόταν με τη Σοφία
Βέμπο στην ταινία. Στίχοι του σκηνοθέτη Μιχάλη Κακογιάννη.
Το
κομμάτι όμως που επίσης έγραψε ιστορία, μεγαλύτερη ίσως και από το
''Χάρτινο το φεγγαράκι'', ήταν σαφώς το ''Αγάπη πού'γινες δίκοπο
μαχαίρι''. Η μελωδία γνωστή, από το παλιότερο ρεμπέτικο ''Τρελέ τσιγγάνε
για που τραβάς'' του Βασίλη Τσιτσάνη και της Ιωάννας Γεωργακοπούλου. Ο
Μάνος Χατζιδάκις το πήρε, το μετέτρεψε στην πιο καλόγουστη καψούρα που
γνώρισε το ελληνικό τραγούδι με τους στίχους του σκηνοθέτη Κακογιάννη.
Μέχρι σήμερα δεν υπάρχει Έλληνας τραγουδιστής του λεγόμενου έντεχνου και
λαϊκού που να μην έχει συμπεριλάβει το ''Αγάπη πού'γινες δίκοπο
μαχαίρι'' στο ρεπερτόριο του. Καμία, όμως, εκτέλεση δεν ξεπέρασε ποτέ σε
αισθητική πληρότητα αυτήν της Μελίνας Μερκούρη, της Μελίνας του Μάνου.
Κάτι
όμως δεν αρέσει στον Μάνο...Να είναι η τεράστια λαϊκή επιτυχία; Διόλου
τυχαίο που όταν εκείνος θα γράψει το 1966 τη ''Μυθολογία'' σε στίχους
του Γκάτσου, θα τον φωνάξει στο γραφείο του ο διευθυντής της
δισκογραφικής για να του πει: ''Πουλήσατε πολύ λίγους δίσκους''. Κι η
απάντηση του Χατζιδάκι: ''Επιτέλους βρήκα το κοινό μου''!
Λογικό
κι επόμενο, λοιπόν, όταν το 1960 έρχονται τα ''Παιδιά του Πειραιά'' για
το επόμενο σπουδαίο φιλμ της Μελίνας, το ''Ποτέ την Κυριακή'' του
συντρόφου της, Ζιλ Ντασέν, ο Χατζιδάκις να γυρίσει την πλάτη στο πλέον
δημοφιλές παγκοσμίως τραγούδι του. Οι Κάνες παραληρούν, η Μελίνα λάμπει
και ο Ζαμπέτας τη συνοδεύει με το μπουζούκι του σε ένα ελληνικότατο
πάρτι που λέγεται πως όμοιο του δεν ξαναγνώρισε η Κρουαζέτ. Τα ''Παιδιά
του Πειραιά'' σαρώνουν, οι δίσκοι 45 στροφών τυπώνονται σε όλες τις
ενεργές γλώσσες του κόσμου και ο Χατζιδάκις κερδίζει το Όσκαρ και μία
ερήμην του δόξα και φήμη. Αδύνατο, έτσι, να συλλάβει κανείς την κίνηση
του Χατζιδάκι, μετά από χρόνια, να πετάξει το αγαλματίδιο στα σκουπίδια
απ' όπου τελικά το μάζεψε και το έσωσε η αδερφή του.
Μέσα
στο ''Ποτέ την Κυριακή'', ωστόσο, η Μελίνα δεν τραγουδούσε μόνο τα
''Παιδιά του Πειραιά''. Έκανε δικό της και το ''Πάμε μια βόλτα στο
φεγγάρι'' σε στίχους του Νότη Περγιάλη, που ο Χατζιδάκις είχε γράψει για
μια παλιότερη ταινία, την ''Αγιούπα, το κορίτσι του κάμπου''. Κι αν
στην ταινία ακουγόταν και το ''Έγινε παρεξήγηση'', γνωστό ως
''Προδοσία'', από χορωδία σε ταβέρνα, η ερμηνεία της Μελίνας στο
δισκογραφημένο σάουντρακ, μας κληροδότησε ακόμη ένα υπέροχο χατζιδακικό
λαϊκό τραγούδι με τη φωνή της.
Τα
επόμενα χρόνια οι επαγγελματικοί δρόμοι της Μελίνας και του Μάνου είναι
πάντα νυχτερινοί, αλλά και απομακρυσμένοι. Εκείνη παίζει στο θέατρο,
ξανοίγεται κινηματογραφικά στο εξωτερικό κι εκείνος γράφει τραγούδια με
την τότε μούσα του, τη Νάνα Μούσχουρη.
Τους
ενώνει κατά κάποιο τρόπο η δικτατορία. Η Μελίνα στο Λονδίνο, στο Παρίσι
και στη Νέα Υόρκη, πάντα αρχηγός σε έναν αδιάκοπο αγώνα κατά της
χούντας. Ο Μάνος, πάλι, στη Νέα Υόρκη, όχι για αντιστασιακούς λόγους,
αλλά για χρέη στην εφορία, όπως έγραψε στο βιογραφικό του με το οικείο
πια αναρχικό του χιούμορ.
Την
περίοδο 1967 - 68 ανεβαίνει στο Μπροντγουέι η θεατρική βερσιόν του
''Ποτέ την Κυριακή'' με τη Μελίνα φυσικά και συμπρωταγωνιστή της τον
Νίκο Κούρκουλο. Η επιτυχία από το 1960 καλά κρατεί! Τα εισιτήρια
προπωλούνται όλα και το αμερικανικό κοινό, καθώς και το κοινό της
ομογένειας, σπεύδει να παρακολουθήσει τα παθήματα της καλόκαρδης πόρνης.
''Ilya Darling'' λέγεται τώρα και τραγουδάει καινούργια τραγούδια του
Μάνου Χατζιδάκι, ειδικά γραμμένα για τις παραστάσεις, σε αγγλικούς
στίχους του Joe Darion.
Όσο
η δικτατορία εδραιώνεται στην Ελλάδα και ο αγώνας δυσκολεύει, η Μελίνα
ρίχνεται ολόψυχα σ'αυτόν. Περιοδεύει παντού, ενώνει την τροχιά της
μ'αυτήν του Μίκη Θεοδωράκη και της Φαραντούρη και γίνεται κάτι σαν την
Εθνική μας Πασιονάρια. Ο Μάνος, αντίθετα, κάνει τη δική του επανάσταση,
αρχικά από τη Νέα Υόρκη και από το 1972 στη χώρα του, καταθέτοντας έργα
απαράμιλλης ομορφιάς, σαν τα ''Λειτουργικά'' με τη Φλέρυ Νταντωνάκη, τα
πρώτα σχεδιάσματα της ''Εποχής της Μελισσάνθης'' και της ''Αμοργού'' και
φυσικά τον ανυπέρβλητο ''Μεγάλο Ερωτικό''.
Εν
τω μεταξύ, η Μελίνα εξακολουθεί να τον τραγουδάει σε ξενόγλωσσες
συλλογές που κυκλοφορούν στο εξωτερικό: Ο ''Ιλισσός'', ο ''Υμηττός'' και
οι επανεκτελέσεις του ''Αγάπη πού'γινες δίκοπο μαχαίρι'' είναι μόνιμη
βάση για το ρεπερτόριο της.
Το
καινούργιο στη σχέση της και στη συνεργασία της με τον Μάνο Χατζιδάκι
θα έρθει με τη Μεταπολίτευση και τα ''Τραγούδια της Φθοράς και του
Ονείρου'', τα περίφημα ''Παράλογα'' με τους αριστουργηματικούς στίχους
του Γκάτσου και πάλι!
Τα Παράλογα (μουσική
και τραγούδια της φθοράς και του ονείρου) έχουν μείνει στην ιστορία ως
το πιο παιγνιώδες και ανατρεπτικό έργο του Μάνου Χατζιδάκι, σε απόλυτη
σύμπλευση του με τον στιχουργό Νίκο Γκάτσο. Ηχογραφήθηκαν το 1976 και
ουσιαστικά ήταν η, όλο χιούμορ, απάντηση τους στον μεταπολιτευτικό
μεγαλοϊδεατισμό με τη γηπεδική εκτόνωση που παρείχε στους Έλληνες
εκείνου του καιρού. Τραγουδούσαν ο Μίκης
Θεοδωράκης (στην Ελλαδογραφία, τι ασύλληπτο έπος!), ο Διονύσης
Σαββόπουλος, η Μελίνα Μερκούρη, ο Ηλίας Λιούγκος (σε πρώτη εμφάνιση) και
βέβαια η Μαρία Φαραντούρη (μεταξύ άλλων, στον Εφιάλτη της Περσεφόνης,
ένα από τα τρία- τέσσερα σημαντικότερα ελληνικά τραγούδια όλων των
εποχών)!
Το τραγούδι όμως με το οποίο κόλλησα, όταν πρωτάκουσα τον δίσκο αυτό,
ήταν η Προσευχή της Παρθένου με την τσαχπίνα Μελίνα σε φοβερά
ερμηνευτικά κέφια! Θυμόμουν ότι τη φράση του Γκάτσου Με είκοσι φθινόπωρα
και άνοιξη καμία, όπως δηλαδή ξεκινάει το τραγούδι, κάπου αλλού την
είχα διαβάσει στο παρελθόν. Το έψαξα λίγο και είχα δίκιο τελικά: ο μέγας
Γκάτσος απλά είχε επιλέξει ως εκκίνηση του δικού του πονήματος μια
φράση από το ποίημα Έρως του ποιητή του 19ου αιώνα, Αχιλλέα Παράσχου. Ευφυέστατη η παραπομπή
του σε ένα ευφυέστατο γενικώς τραγούδι, που θα χαρακτηριζόταν στο σύνολο
του ως ''η σύνθεση των παραπομπών''.
Για την ακρίβεια, ποτέ άλλοτε η
ενορχήστρωση μέσα σε τραγούδι του Χατζιδάκι δεν έπαιξε τόσο βασικό ρόλο
σχολιαστή των στίχων!
Από τις φράσεις του λαούτου που μας μεταφέρουν τη χρονική περίοδο του
μπλεξίματος του Αλή Πασά με την κυρα- Φροσύνη έως τη χρήση του βιολιού
που μας παραπέμπει ευθέως στον Ροσίνι, αφού τον θαυμάζουν τόσο πολύ οι
νέοι μουσικοί! Και στο επίκεντρο, η φράση -ρεφρέν Το γαρπολύ του έρωτος
γεννά παραφροσύνη, άρτιο υλικό για τη δημιουργία ενός αμεσότατου
τραγουδιού με αρκετά επίπεδα ανάγνωσης ή, σωστότερα, ακρόασης.
Μία
αφελή πόρνη
υποδύθηκε στην πραγματικότητα η Μελίνα ή ένα κορίτσι που έχασε την
αληθινή αγάπη μέσα από εφήμερες σχέσεις. Βέβαια, με τους απίστευτους
στίχους του
ποιητή της Αμοργού να παίζουν με μιαν ερωτική ελευθεριότητα, ολότελα
ελληνικού τύπου, στο πλαίσιο θα λέγαμε κάποιου εγχώριου απαράδεκτου
κινηματογραφικού μελό, ακόμη κι ενός δράματος που χτύπησε την αγία
οικογένεια.
Η Προσευχή της Παρθένου ήταν για τον Μάνο Χατζιδάκι το πιο χιουμοριστικό
τραγούδι του μετά τις περιβόητες Αδερφές Τατά της Οδού Ονείρων και για
τον Νίκο Γκάτσο ο πρόδρομος της αιρετικής Παναγίας των Πατησίων του,
μερικά χρόνια αργότερα.
Στο
ίδιο έργο θα ήταν ατόπημα να παραλείψουμε το καλτ διαστάσεων ''Τ'άλογο
τ'Ομέρ Βρυώνη'', βασισμένο σε ποίημα του Βαλαωρίτη αυτό, ένα
απολαυστικότατο ντουέτο της Μελίνας με τον Διονύση Σαββόπουλο.
Τη
Μελίνα την απορρόφησε η πολιτική καθώς η δεκαετία του 1970 όδευε προς
το τέλος της και τον Χατζιδάκι, το Τρίτο Πρόγραμμα. Ουδέποτε όμως έπαψαν
να κάνουν στενή παρέα. Θυμηθείτε τη διαβόητη εκπομπή με τον Γιάννη
Φλωρινιώτη στο Τρίτο Πρόγραμμα. Αν η Μελίνα δεν τηλεφωνούσε συνέχεια
στον Μάνο τα Χριστούγεννα του 1979, ζητώντας του να πάνε παρέα
ν'ακούσουν ένα νέο τραγουδιστή με λαμέ ρούχα που αναστατώνει τη
νυχτερινή Αθήνα, πιθανώς ποτέ ο Χατζιδάκις να μη χαρακτήριζε τον
Φλωρινιώτη Έλληνα Κάρλος Γαρδέλ κλπ. Μεταξύ μας, πολύ την είχα χαρεί τη
συγκεκριμένη εκπομπή, καθώς για μια ακόμη φορά ο συνθέτης ξεσκέπασε την
υποκρισία μιας ολόκληρης κοινωνίας του θεάματος. Σίγουρα η Μελίνα, πάντα
εξωστρεφής και γλεντζές τύπος, δε θα είχε τίποτα τέτοιο αντιδραστικό
στο δικό της μυαλό.
Η
δεκαετία του 1980 όμως είναι άγρια. Το ΠΑΣΟΚ στην εξουσία μαζί με την
ΑΥΡΙΑΝΗ, το επίσημο όργανο του, επιτίθενται με χυδαιότατο τρόπο στον
Μάνο Χατζιδάκι. Κι εκείνος θυμώνει, εξοργίζεται, καταδικάζει δημόσια την
εφημερίδα ως φασιστική φυλλάδα και ξεκόβει από εχθρούς και πρώην
φίλους. Από τη Μελίνα του, όμως;
Της
έχει ήδη δώσει τραγούδια μιας ολόκληρης ζωής, πλέον γράφει για τις
τέσσερις νεανικές φωνές του, τον Λιούγκο, τη Βενετσάνου, την Πασπαλά και
τον Λέκκα. Της έχει παραχωρήσει, όμως, βήμα στο κραταιό ακόμη Τρίτο
Πρόγραμμα του, για να απαγγείλλει τη ''Σονάτα του Σεληνόφωτος'' του
Γιάννη Ρίτσου.
Η
τελευταία καταγεγραμμένη συνάντηση του Χατζιδάκι και της Μελίνας έγινε
στου Ζόναρς το 1993 σε αφιέρωμα της γαλλικής τηλεόρασης στην Ελληνίδα
Υπουργό Πολιτισμού. Ο Μάνος χαρίζει στη Μελίνα τη μητρότητα των Παιδιών
του Πειραιά, μια και τους αρνείται την πατρότητα για περισσότερα από 30
χρόνια. Ποιος γνωρίζει όμως την παρακάτω ιστορία; Μια μέρα τηλεφώνησε
του Χατζιδάκι ένας ιδιοκτήτης φημισμένου καμπαρέ του Λας Βέγκας. Του
πρότεινε να πηγαίνει εκεί και να παίζει μουσική μόνο για ένα τέταρτο
κάθε φορά. Θα κέρδιζε 500.000 δολάρια, με τη μόνη προϋπόθεση να έπαιζε
και τα ''Παιδιά του Πειραιά''. Αυτή ήταν η χαριστική βολή! Παρά τις
αντιδράσεις των δικηγόρων του, πούλησε τα δικαιώματα του τραγουδιού για
100.000 δολάρια κι αγόρασε το σπίτι του στη Ρηγίλλης. Χαρακτηριστικό
είναι ότι το συμβόλαιο που αποδέσμευε τον Χατζιδάκι από κάθε δικαίωμα
στα ''Παιδιά του Πειραιά'', περιελάμβανε περισσότερες από 600 σελίδες -
κανονικό μυθιστόρημα!
Γι'αυτό
κι η τελευταία εικόνα που θα συνοδεύει μέχρι τη συντέλεια των αιώνων τη
μαγική συνάντηση του Μάνου Χατζιδάκι και της Μελίνας Μερκούρη έγινε με
αφορμή τα ''Παιδιά του Πειραιά''. Όλα τα άλλα, τα δικά τους, τα
προσωπικά τους, τα ιδιωτικά τους, ας τα αφήσουμε εκτός κι ας κρατήσουμε
μόνο μερικά λόγια του Μάνου γι'αυτήν: ''Η Μελίνα ήταν το ερωτικό πρόσωπο
της Ελλάδας. Υπερθεμάτιζε των ιδιοτήτων της ως ηθοποιού, πολιτικού και
αντιστασιακής και δεν αντιλαμβανόταν ότι όλα αυτά συνέθεταν μεν το
πρόσωπο της, αλλά βάθρο του ήταν ο ερωτισμός της''.
Αντώνης Μποσκοΐτης, Αθήνα 26/ 6/ 2015
* Το κείμενο αυτό θα διαβαστεί στην εκδήλωση της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Αγίας Παρασκευής στο πλαίσιο των ''Πολιτιστικών Συναντήσεων - Αλέκος Κοντόπουλος''. Η εκδήλωση έχει τίτλο ''Με είκοσι φθινόπωρα και άνοιξη καμία'' και είναι ένα αφιέρωμα στη σχέση του Μάνου Χατζιδάκι με τη Μελίνα Μερκούρη. Τραγούδια τους θα ερμηνεύσουν ο Ηλίας Λιούγκος και η Σοφία Παπάζογλου με τη Δέσποινα Στεφανίδου στο πιάνο σε ενορχηστρώσεις της Στέλλας Κυπραίου. Ώρα έναρξης: 21.00
Είσοδος ελεύθερη