Παρασκευή 22 Απριλίου 2022

Ποιήματα & μουσικές του Θρήνου & της Απώλειας στον Μελωδία Ρόδου 103.7

Σήμερα, Μεγάλη Παρασκευή του 2022, μη χάσετε στον Μελωδία Ρόδου στους 103.7 την εκπομπή μας με τη Λένα Πλάτωνος. Διαβάζουμε ποιήματα και παίζουμε μουσικές του Πένθους και της Απώλειας. Ξεκινάμε στις 11 το πρωί. Επανάληψη στις 9 το βράδυ. Καλή ακρόαση και είναι σημαντική η ενδοσκόπηση και η εσωστρέφεια των ημερών και πιο συγκεκριμένα της σημερινής μέρας. Μπορείτε να βρείτε τον σταθμό μέσω του www.live24.gr

Πέμπτη 21 Απριλίου 2022

Για τον ευπατρίδη του πολιτισμού, Ροβήρο Μανθούλη, που «έφυγε» στα 92 του χρόνια

Πολύ με λύπησε ο θάνατος του Ροβήρου Μανθούλη, παρόλο που τον βρήκε πλήρη ημερών, πάνω από τα 90 του. Ήταν τόσο «ζωντανός» άνθρωπος, όμως, τέτοιο λαμπερό πνεύμα, που δε μπορεί να μη λυπάται αυτή τη στιγμή, όποιος είχε την τύχη να τον συναντήσει και να συνομιλήσει μαζί του. Για τον Μανθούλη πρωτάκουσα μέσω του Θανάση Βέγγου - εννοώ, για την ακρίβεια, μέσω της αγαπημένης ταινίας του, «Ψηλά τα χέρια Χίτλερ», στην οποία πρωταγωνιστούσε ο Βέγγος. Τον «ξαναβρήκα» στη σχολή κινηματογράφου: «Πολύ σοβαρή περίπτωση αυτός» έλεγαν οι δάσκαλοι μου, οι λίγο νεότεροι του, που τον γνώριζαν προσωπικά και εκτιμούσαν το έργο του. Μίλησα για πρώτη φορά μαζί του το 2002, αν θυμάμαι καλά, όταν η ταινία του με τίτλο «Lily's Story» διαγωνιζόταν στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης. Θέλαμε απ' την Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών ένα μουσικό θέμα απ' την ταινία για τα συλλεκτικά CD που βγάζαμε τότε σε δική μου επιμέλεια. Με παρέπεμψε στον Νίκο Μαμαγκάκη, κι έτσι βρέθηκα και στο σπίτι του σημαντικού συνθέτη, στο Παγκράτι, να μιλάμε για τη συνεργασία του με τον Μανθούλη, για τον Κούνδουρο, για τη Τζένη Βάνου, για τον Χατζιδάκι, για ένα σωρό ημίθεους του ελληνικού πολιτισμού. Εκείνο το διάστημα μού μιλούσε για τον Μανθούλη ο Αντρέας Παγουλάτος, ο ποιητής, που τον είχε ζήσει πολύ στο Παρίσι. Τον θεωρούσε τολμηρό καλλιτέχνη, ανυστερόβουλο, καλό άνθρωπο, ευφυή, χιουμορίστα και μάλλον μακριά απ' τη μίζερη συντεχνιακή ελληνική πραγματικότητα. Όταν πέθανε ο Παγουλάτος το 2010 κι άρχισα να σταχυολογώ μέσα μου τα πρόσωπα που μου «γνώρισε», ένα απ' αυτά ήταν αναμφισβήτητα ο Ροβήρος Μανθούλης. Πολύ ήθελα να τον συναντήσω για να του πάρω μία συνέντευξη, αλλά ήξερα πως δεν είναι εύκολο, γιατί δεν ζει στην Ελλάδα. Ώσπου αρκετά χρόνια μετά, στα τέλη του 2018, τον πέτυχα στο καφέ του Γαβριηλίδη στο Μοναστηράκι, το περίφημο στέκι «Ποιήματα & Εγκλήματα». Δεν το πίστευα ότι παραπίσω μου καθόταν μόνος του ο Μανθούλης, περιμένοντας προφανώς κάποιο νέο απ' την έκδοση της αυτοβιογραφίας του. Δεν έχασα ευκαιρία, τράβηξα την καρέκλα, κάθισα απέναντι του και του είπα: «Σας αναζητώ κι εγώ δεν ξέρω πόσα χρόνια για συνέντευξη». Με κοίταξε μες τα μάτια. «Κάτσε» μου απάντησε, «τι θες να πούμε, τι θες να με ρωτήσεις;» Έσκυψα κάτω το κεφάλι, από συστολή για το «πέσιμο» που του'χα κάνει του ανθρώπου, αλλά διακατεχόμουν από ειλικρινή ενθουσιασμό. Ζήτησε αμέσως να του φέρουν ένα βιβλίο του. Μου το υπόγραψε, μου το έδωσε και μου είπε αμέσως μετά: «Συνέντευξη θα κάνουμε, αλλά όταν θα έρθει η ώρα. Δεν φεύγω, θα είμαι στην Αθήνα μέχρι το ερχόμενο καλοκαίρι. Έχε υπομονή». Ανταλλάξαμε τηλέφωνα. Μιλάγαμε για καμιά ώρα κάθε φορά, συνήθως πολύ πρωί, πριν τις 9. Τον ρωτούσα να μου πει για τους Rolling Stones, που είχε γνωρίσει, για τη φιλία του με τη Joan Baez και για τα νέγρικα blues που τον είχαν συγκινήσει κάποτε τόσο πολύ ώστε να τα φιλμάρει. Το κλίμα είχε φτιαχτεί ανάμεσα μας όταν επιτέλους ήρθε η ώρα για τη συνέντευξη, αρχές καλοκαιριού του 2019. Πάλι στο καφέ του Γαβριηλίδη, που το ένιωθε σαν το σπίτι του. Θυμάμαι πως όταν φτάσαμε μαζί με την εξαίρετη φωτογράφο Αγγελική Παπαϊωάννου στο ραντεβού, στον κήπο του καφέ είχε τηλεοπτικό γύρισμα μαζί του η συνάδελφος Κυριακή Μπεϊόγλου. Κι όταν μείναμε μόνοι μας, η ώρα πέρασε και δεν το καταλάβαμε. Τον κοίταζα κατάματα καθώς εξιστορούσε τη ζωή του, ξέροντας επίσης πως θα μου βγει η πίστη στην απομαγνητοφώνηση. Μα εκείνη η στιγμή ήταν τόσο σημαντική για μένα, η καταγραφή της φωνής και της ψυχής του- εννοώ- μαζί με το περιεχόμενο των λόγων του, που τίποτα άλλο δεν είχε σημασία. Μέχρι να τελειώσουμε απ' τη συνέντευξη βράδιασε κανονικά, μια όμορφη ζεστή καλοκαιρινή βραδιά, που την είχε κάνει ακόμη πιο όμορφη η συζήτηση με έναν διανοούμενο αυθεντικό. Δημοσιεύεται η συνέντευξη στο koutipandoras.gr και μου τηλεφωνεί ξανά καμιά βδομάδα αργότερα, πάντα πρωί: «Εσύ πρέπει να χάρηκες πολύ που με γνώρισες...» σχολίασε γελώντας. Του είπα: «Πολύ, κύριε Μανθούλη. Να μη νιώθω τυχερός;»...Και τότε μου απάντησε: «Οι γνωριμίες εσένα σε πάνε μπροστά, σαν άνθρωπο, όχι επαγγελματικά, διότι δεν ξέρω τι συμβαίνει στη ζωή σου. Να συνεχίσεις έτσι, να αγαπάς τους ανθρώπους και να σέβεσαι, προπάντων αυτό». Πόσο θα'θελα τώρα να'χα καταγράψει τη συγκεκριμένη τελευταία συνομιλία μας. Πιθανώς να ήταν πιο πολύτιμη κι από το δίωρο ηχογράφημα, στο οποίο μου ξεδίπλωσε τον πολυτάραχο βίο του. Ας πάει στο Καλό, εκεί όπου ανήκε. Στα Άγια η ψυχή του. 

* Η αφιέρωση του Ροβήρου Μανθούλη στην αυτοβιογραφία του, ομολογουμένως μία απ' τις πιο πλήρεις και εμπεριστατωμένες βιογραφίες που έχουν κυκλοφορήσει στη χώρα μας.

** Εδώ διαβάζετε τη μαραθώνια συνέντευξη μας, όπως αναδημοσιεύτηκε στο koutipandoras.gr με αφορμή την είδηση του θανάτου του:

https://www.koutipandoras.gr/article/synenteyxi-robiros-manthoylis

 

«Ούτε καν βλέπω τα stories σου»!

 

Στη «Μυροβόλο» τις προάλλες, δύο λεσβιούλες παραλίγο να πιαστούν στα χέρια! Ήταν νωρίς, έφτανα στο μαγαζί για δουλειά, μα το αυτί μου έπιασε το διάλογο τους και γι' αυτό δεν μπήκα μέσα. Κάθισα στον εξωτερικό χώρο προφασιζόμενος ότι μιλάω κι εγώ στο κινητό μου. «Ούτε καν βλέπω τα stories σου στο instagram» είπε η μία με επιθετικό ύφος για να της απαντήσει η άλλη: «Ζμπούτσαμ»! Εκείνη τη στιγμή θεώρησα πως της έδωσε την καλύτερη απάντηση σ' ένα ούτως ή άλλως ανόητο ξέσπασμα. «Ναι, αλλά κρα κάνει η μούνα σου για να βλέπεις τα ποστ μου» συνέχισε. Δεν άντεξα και παρενέβην: «Βρε κορίτσια, τι κάθεστε και τσακώνεστε; Τραβήξτε ένα ωραίο μπλοκ η μία στην άλλη να τελειώνετε». Την επόμενη εβδομάδα ήρθε πάλι μόνο η μία, άρα σκέφτηκα πως η συμβουλή μου έπιασε τόπο!

Τετάρτη 20 Απριλίου 2022

Νηπενθές post

Μου τηλεφωνεί ο αδερφός μου μες το ταξί, Πανόρμου με προορισμό τη Βαρβάκειο. Μου λέει πως ο αδερφός ενός φίλου του έπαθε ανακοπή και τον επανέφεραν στο παρά πέντε. Για την Άννα, ακόμη, που έχασε τη μάνα της και καλύτερη φίλη της δικής μας μάνας, αλλά και για το σκυλάκι της που πέθανε στο καπάκι κι αυτό. Μου λέει ακόμη να μην ξεχάσω να μιλήσω και με τον άλλον αδερφό μας, τον μεγάλο, γιατί είναι μόνος του άνθρωπος κι αυτός τέτοιες μέρες. Πόσο πονόψυχος είναι ο αδερφός μου. Όλο θλιβερά πράγματα μου αραδιάζει για να μου πει στην ουσία πως υπάρχουν και χειρότερα απ' τα δικά μας, που χάσαμε τη μάνα μας, το στήριγμα μας απ' όλες τις απόψεις. Συχνά του θυμώνω, γίνομαι σκληρός, του υπενθυμίζω πως όλοι είμαστε μόνοι στον κόσμο αυτό και πως δεν μπορώ πια, ούτε και θέλω να φορτώνομαι βάρη οικογενειακά. Τον ενημερώνω πως κι εγώ παίρνω πλέον αντιυπερτασικό χάπι καθημερινά και πως πρέπει να μ' αφήνουν ήσυχο. Χαμηλώνει τη φωνή του...«Ηρέμησε μην πάθεις τίποτα κι εσύ» μου κάνει, σαν να αποκρύβει τη συνέχεια της φράσης του: «Και μετά τι θα κάνουμε κι εμείς;»...Κλείνω το τηλέφωνο και κλαίω. Τα μάτια μου τρέχουν κάτω απ' τα μαύρα γυαλιά μου και η μάσκα κρύβει τα αναφιλητά μου. Τηλεφωνώ αμέσως του μεγάλου μου αδερφού. «Έχω μείνει με τριάντα ευρώ» μου λέει, «και δεν έχω λεφτά για βενζίνη να κινήσω τ' αμάξι». Τον καθησυχάζω, του λέω πως θα του στείλω εγώ κάνα κατοστάρικο και θα του φτιάξω διαφορετικά φαγητά, όσπρια που του αρέσουν, πασχαλιάτικο κατσίκι μαζί με κόκκινα αυγά και τσουρέκι επίσης. Στα 60 πάει φέτος ο αδερφός μου και με θλίβει απίστευτα που'ναι άνεργος τα τελευταία δυο χρόνια. Που να δουλέψει σ' αυτή την ηλικία; Και μιλάμε για έναν άνθρωπο που κάποτε δούλευε λογιστής στα μεγαλύτερα κρουαζιερόπλοια κι είχε γυρίσει τον κόσμο όλο. Εγώ πάλι είμαι καλά, καλύτερα από ποτέ άλλοτε ίσως, δουλεύω πολύ, τρέχω, αμείβομαι, μα που να επωμιστώ και τους άλλους; Η αλήθεια είναι πως μετά το θάνατο της μάνας μας, βλέπω πολύ αραιά τα αδέρφια μου. Ο οικογενειακός ιστός έσπασε σε κομμάτια με την αναχώρηση της. Δεν ήταν ο πατέρας, που τον γράφαμε στα αρχίδια μας, όπως μας έγραφε κι αυτός άλλωστε - καλή του ώρα, αλλά ήταν η μάνα που αφιέρωσε τη ζωή της στα τρία της παιδιά και που τώρα λείπει απίστευτα. Το κλάμα γι' αυτήν ήταν μες το ταξί και όχι για τους άλλους. Όποτε θυμάμαι τη σκηνή που ήρθε ο αδερφός μου στο σπίτι και του ανακοίνωσα ότι θα τη χάσουμε, βουρκώνω και κατεβαίνω στα τάρταρα. Ίσως αυτή η σκηνή να είναι πιο δραματική κι από την κηδεία της. Ένας 50χρονος άντρας να πέφτει στην αγκαλιά ενός άλλου 47χρονου άντρα, του αδερφού του, και να κλαίει με λυγμούς, να θρηνεί και να φωνάζει τόσο, που να λέει «Δεν αντέχω άλλο, θέλω κι εγώ να πεθάνω». Κι ο άλλος, εγώ δηλαδή, να του λέει «Σώπα, αγάπη μου, σώπα αδερφούλη μου, δεν είμαστε μόνοι, έχουμε ο ένας τον άλλον». Θα το ζούσα κι αυτό, ήταν μοιραίο και πιστεύω πως μ' αυτόν τον πόνο θα πεθάνω όταν έρθει κι η δική μου ώρα. Σε δύο μήνες και κάτι, συμπληρώνεται ένας χρόνος απ' το θάνατο της μητέρας μου. Το σώμα της, αυτό που με γέννησε, λιώνει κάτω απ' τα χώματα του Σκιστού. Ακόμη δεν κατάφερα να περάσω από το γραφείο κηδειών και να πάρω την τούφα από τα μαλλιά της. Ήθελα να την κάνω μενταγιόν στο λαιμό μου, να έχω κάτι δικό της μονίμως πάνω μου, που να εκπροσωπεί το πέρασμα της απ' αυτή τη γη. Καλοί φίλοι μου, η Μαρίζα και ο Σταμάτης, μου είπαν να μην το κάνω. «Άσ' τη να φύγει, μην την κρατάς εδώ» με συμβούλεψαν με όλη τους την έγνοια και την αγάπη. Με παρηγορούν τα συναισθήματα των ανθρώπων. Είναι στιγμές που θα ήθελα να ήμουν κοινωνιοπαθής, να μη νοιάζομαι για το αν προξενώ πόνο στους άλλους, να αδιαφορώ με κυνισμό για το τι σκέφτονται ή αισθάνονται. Οι κοινωνιοπαθείς, βέβαια, είναι αποτυχημένοι ως οντότητες, δεν έχουν κάναν ιδιαίτερο στόχο πέραν απ' την αυτοεπιβεβαίωση τους και την υπεροχή τους έναντι των άλλων. Πως εγώ, με τόση αγάπη που εισπράττω από πολύ κόσμο, να γινόμουν κοινωνιοπαθής; Μάλλον δεν θα'χα κάνει τίποτα στη ζωή μου, ούτε φιλίες μεγάλες θα'χα αποκτήσει, ούτε σχέσεις ανθρώπινες επιτυχημένες θα κατάφερνα. Το παραψυχιατρικοποίησα το θέμα, όχι τυχαία όμως, αφού σήμερα στο γραφείο χτένιζα μια μεγάλη συνέντευξη του Λάλα μ' έναν διακεκριμένο Έλληνα ψυχίατρο με μεγάλη καριέρα στην Αμερική. Τρομερά ενδιαφέρουσα συνέντευξη! Το τι έμαθα για τις διαταραχές προσωπικότητας, είναι απίστευτο! Το ταξί έφτασε στη Βαρβάκειο, στην Αθηνάς. Πάλι με πήρε από κάτω. Θυμήθηκα το σημείο που πάρκαρε ο αδερφός μου και αφήναμε τη μάνα μας στο αυτοκίνητο μέχρι να κάνουμε τα ψώνια μας στα παρακείμενα παλαιοπωλεία. Εγώ δίσκους κι αυτός αντικείμενα από την Άπω Ανατολή. Σήμερα δεν πήρα δίσκους. Δύο κιλά κατσικάκι πήρα να το χώσω μαριναρισμένο στο φούρνο την Κυριακή του Πάσχα με μπόλικες πατάτες. Έχω και χωριάτικα λουκάνικα στην κατάψυξη, στήθος κοτόπουλο, μπιφτέκια ζυμωμένα, μια χαρά κρεατοφαγία θα πέσει ένεκα της ημέρας. Τη Μεγάλη Εβδομάδα, άλλωστε, νηστεύω θέλοντας και μη. Κάνω μια δίαιτα που περιλαμβάνει λιτό μεσημεριανό και ακόμη πιο λιτό βραδινό, χωρίς ψωμιά, σάλτσες και κρέατα. Τη Μεγάλη Παρασκευή, μάλιστα, θα φτιάξω φακόρυζο με κάρι, που μου βγαίνει τέλειο πάντα. Όσο για το Μεγάλο Σάββατο, πιθανώς να περάσει η Άννα να μου αφήσει μια κατσαρόλα μαγειρίτσα, απ' την οποία θα πάω και της Λένας. Το δεύτερο τεύχος του faq κλείνει αύριο και προβλέπεται να βγει εξαιρετικό μετά το Πάσχα. Δεν το λέω επειδή είμαι αρχισυντάκτης, αλλά πραγματικά το ένα θέμα του είναι καλύτερο απ' τ' άλλο! Έχω και την εκπομπή της Μεγάλης Παρασκευής να περιμένω από τον Μελωδία Ρόδου, που επιμεληθήκαμε μαζί με τη Λένα. Μου ζήτησε να την ακούσουμε παρέα και αυτό θα κάνω, αφού αμέσως μετά είναι σίγουρο πως θα πιάσουμε ακόμη μία μοναδική συζήτηση, των «εσώψυχων» μας. Τον τελευταίο ένα - ενάμισι μήνα η Λένα αποτελεί τη φωνή της λογικής μου. Ένα τηλεφώνημα μας πριν από ένα μήνα ακριβώς διήρκεσε τρεις ώρες και είκοσι λεπτά, μα ούτε καταλάβαμε πως πέρασε ο χρόνος. Η αλήθεια είναι πως αυτή η Μεγάλη Εβδομάδα, του 2022, περιέχει πολύ πένθος. Κι ας μην έχω πάρει χαμπάρι τι παίζει η σιχαμένη τηλεόραση με τα Θεία Πάθη της και τους ειδησάδες - κοράκια της. Ταινίες στο Netflix βλέπω μόνο και, ως συνήθως, κοιμάμαι και τις αφήνω στη μέση. Ο Χριστός θ' αναστηθεί πάλι, λένε, αλλά και που αναστάται κάθε χρόνο, μήπως τον βλέπουμε; Που να περιμένεις κι αυτή τη βαρετή Δευτέρα Παρουσία; Ίσως μια συντέλεια των αιώνων να'χε πραγματικό ενδιαφέρον! Να σου λέγανε πως την τάδε μέρα και ώρα, βγείτε στα μπαλκόνια όλοι και υποδεχθείτε το τέλος σας. Παρακολουθήστε το χωρίς να μπορείτε να κάνετε τίποτα κι αν είστε μάγκες, αφήστε ένα ίχνος της παρουσίας σας στον κόσμο για τον μελλοντικό ερευνητή. Αν υπάρξει δηλαδή ξανά κόσμος με ερευνητές και ιστορικούς. Φλύαρος έγινα, μα είχα πολύ - πολύ καιρό να γράψω σ' αυτό το blog, που το αισθάνομαι πιο δικό μου απ' όλα τα έντυπα και τα ΜΜΕ, απ' τα οποία έχω περάσει. Στην τελική, από μένα για μένα γράφω εδώ μέσα και αμαρτίαν ουκ έχω.