Σάββατο βράδυ, αλλά δεν σκοπεύω να βγω, ούτε να δω φίλους. Δεν μίλησα καν - σκέψου - με τους γείτονες μου, τον Γιώργο και τον Βαγγέλη, που βλεπόμαστε στάνταρ δυο - τρεις φορές μεσ' στη βδομάδα για φαγοπότια και κουβέντες. Έχω τη μάνα μου στο σπίτι για Σ/Κ, η οποία - ως γνωστόν - όποτε αλλάζει περιβάλλον, παίρνει τα πάνω της. Μαγείρεψα σουτζουκάκια με κίμινο, σκόρδο και σάλτσα ντομάτα, που τα κάνω τέλεια, της έβαλα κι έφαγε, μετά της έκανα την ινσουλίνη της και της έδωσα τα δύο βραδινά της χάπια. Λίγο δηλαδή έφαγε, αφού όσο περνάνε τα χρόνια τρώει όλο και λιγότερο. Στην αρχή με στενοχωρούσε αυτό, μα μετά σκεφτόμουν πως το προτιμώ χίλιες φορές απ' το να ήταν υπέρβαρη στην ηλικία της. Οι ανεμιστήρες δουλεύουν στο φουλ και οι γάτες τεντώνονται στα πατώματα. Κάνει πολύ ζέστη, η αλήθεια είναι. Μια απ' αυτές τις μέρες ο Γιώργος με τον Βαγγέλη και έναν Αιγύπτιο μάστορα, γαμπρό του Βαγγέλη, θα μου φτιάξουν το μπαλκόνι. Θα βάλουν δηλαδή δίχτυ για να μη φουντάρει καμιά γάτα απ' το δεύτερο όροφο. Ίσως γεμίσω και λίγο με πρασινάδα το χώρο μου, καμιά γαρδένια ή δυόσμο που μοσχοβολάνε, αν και δεν τό'χω καθόλου με τα φυτά και τα άνθη. Ότι φυτό μπει εδώ μέσα, μαραίνεται μέσα σε λίγα 24ωρα απ' την ανημπόρια ή, απλά, την απροθυμία μου να το περιποιηθώ. Η τηλεόραση πάλι τα σαββατόβραδα όλο μαλακίες παίζει, συνήθως τηλεγλέντια για να νομίζουν πως περνάνε καλά οι πικραμένοι του τόπου τούτου. Πριν από λίγο ο Δούσης στο open έκανε ξενάγηση στην Ταϊλάνδη κι άκουγα τη μάνα μου απ' τ' άλλο δωμάτιο να λέει πως εκεί όλα τα τρώνε, μέχρι και τους κροκόδειλους σουβλάκι τους κάνουν.
Δουλεύω στο laptop, στήνω το playlist για την εκδήλωση της Δευτέρας στον πεζόδρομο της Κιάφας. Παρουσιάζουμε το βιβλίο «Τα διηγήματα του Εγκλεισμού» και η Κατερίνα με τον Γιώργο από τις εκδόσεις Άπαρσις μού ζήτησαν να αναλάβω χρέη DJ. Μια χαρά, τα ίδια που παίζω κάθε Τετάρτη στη «Μυροβόλο» θα παίξω κι εκεί. Το πολύ - πολύ να ρίξω μεσ' στην τσάντα, τη βαριά κι ασήκωτη, πέντε - έξι ακόμη CD, ξένα, rock ή pop. Διότι, OK, βιβλίο παρουσιάζουμε, δε γίνεται όμως να τη βγάλουμε με «Του μικρού βοριά» και το «Εκεί που φύτρωνε φλισκούνι κι άγρια μέντα». Το θες κι ένα «La isla bonita», ένα «Dancing Queen» ή, έστω, ένα «Roadhouse Blues». Προβλέπεται να περάσει κόσμος και κοσμάκης είτε αγοράσει, είτε δεν αγοράσει το ογκώδες βιβλίο μας. Και λέω «μας», καθώς υπάρχει μέσα κι ένα δικό μου διήγημα, δημοσιευμένο σ' αυτό το blog πολλά χρόνια πίσω, που φυσικά το πέρασα ένα δεύτερο χέρι για την τωρινή έκδοση. Κατά σύμπτωση, ήταν ένα διήγημα που'χε αρέσει πάρα πολύ στον Λευτέρη Ξανθόπουλο. Αυτό είχε διαβάσει κι ήθελε από τότε να μου έβγαζε με δική του επιμέλεια τα διηγήματα μου στον Γαβριηλίδη. Δεν το κάναμε ποτέ. Δεν προλάβαμε. Τώρα πια «έφυγαν» και ο Γαβριηλίδης και ο Ξανθόπουλος.
Πολύ με λύπησε ο θάνατος αυτού του ανθρώπου. Ότι έχω να πω για τον Λευτέρη, αδυνατώ να το κάνω τώρα που η τέφρα του αιωρείται ακόμη στον αέρα. Για φαντάσου! Πριν μία δεκαετία τον έβλεπα να κλαίει σα μωρό παιδί πάνω απ' τη σορό του Αντρέα Παγουλάτου στο κοιμητήριο του Περιστερίου. Η δική του εξόδιος τελετή ήταν πιο πολύ «επίσημη» παρά παρεΐστικη, όπως του Παγουλάτου. Επικήδειοι, παράγοντες του ελληνικού κινηματογράφου, λογοτέχνες κ.α. Κι εκείνος μεσ' στο φέρετρο με τη γνωστή εικόνα του άψυχου νεκρού παγωμένου ανθρώπινου κελύφους. Δεν ξέρω πότε θ' αξιωθώ να ξανακάνω ταινία έτσι όπως έχουν γίνει τα πράγματα, σίγουρα όμως θα την αφιερώσω στη μνήμη του Λευτέρη, αυτού του ψηλού τύπου με τα μακριά μαλλιά και τα γένια που με πίστεψε πολύ και μου στάθηκε σε όλες τις κινηματογραφικές, δημοσιογραφικές, μα και λογοτεχνικές μου απόπειρες. Θα ήθελα σύντομα να κάνω ένα νέο ντοκιμαντέρ, αλλά δεν εξαρτάται δυστυχώς από μένα. Σχεδόν 1.500 σενάρια κατατέθηκαν - λέει - στο χρηματοδοτικό πρόγραμμα του ΥΠΠΟ για δημιουργία ταινιών μυθοπλασίας και τεκμηρίωσης. Σφαγή κανονική! Και ποιος θα κάτσει να διαβάσει 1.500 σενάρια μέσα σε ένα μήνα που, υποτίθεται, βγαίνουν τα αποτελέσματα; Έχω την εντύπωση πως θα διαβάσουν απλά τίτλο project και όνομα σκηνοθέτη κι έτσι θα γίνει το πρώτο «ξεσκαρτάρισμα». Φέξε μου και γλίστρησα...Την Τρίτη βράδυ, αν μπορέσει ο Μανιάτης ν' αδειάσει απ' την εφημερίδα, είπαμε να πάμε παρέα να δούμε τον Πουλικάκο στο διαμέρισμα του στα Εξάρχεια. Δεν είμαι υπερβολικός, αλλά βγαίνεις πάντα κερδισμένος ύστερα από μία συνάντηση με τον Πουλικάκο. Κάποιες στιγμές πιάνει και την κιθάρα του και σου ξαναθυμίζει τι εστί rock and roll σε εποχές «εντεχνοποίησης των πάντων», όπως λέει ο ίδιος. Την επόμενη, Τετάρτη, έχει δρομολογηθεί τηλεοπτικό γύρισμα, για το οποίο θα με...σφάξει η οικοδέσποινα αν αποκαλύψω περισσότερα στοιχεία. Ωραίο θα είναι, πιστεύω, το εν λόγω τηλεοπτικό αφιέρωμα, καθώς το τιμώμενο πρόσωπο είναι πραγματικά αξιαγάπητο. Εν αναμονή της Κυριακής, λοιπόν, που μάλλον θα κυλήσει κάπως σαν το σημερινό Σάββατο. Κατ' οίκον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου