Ας ξεκινήσω μ' αυτό: Η Χάρις Αλεξίου είναι ηθοποιός! Και μάλιστα καλή, ηθοποιός με όλη την έννοια της λέξης, άλλοτε δραματική και συγκινησιακά φορτισμένη και άλλοτε χιουμοριστική, σαν ηρωίδα ιταλικής κωμωδίας του Ετόρε Σκόλα, που χάσαμε πρόσφατα. Δεν ανήκω σ' αυτούς που έτρεχαν στις συναυλίες της όλα αυτά τα χρόνια και, να με συμπαθάτε, αλλά τραγούδια σαν το ''Έχει πανσέληνο απόψε'' εμένα ποτέ δεν με άγγιξαν. Η δική μου Χάρις Αλεξίου είναι αυτή των αμανέδων, της Λένγκως του Μαρκόπουλου, των ''Απρόβλεπτων'' του Χατζιδάκι, η περιστασιακή μούσα του Νικόλα Άσιμου, η Χαρούλα του ''Μπλόκου της Καισαριανής'' του Θεοδωράκη και του ''Πανσέληνου Έρωτα'' της Ελένης Καραΐνδρου κι ακόμη - κάτι αυστηρά προσωπικό - η Χαρούλα των τζαζ φωνητικών αυτοσχεδιασμών, που πιθανώς δεν θα ακούσω ποτέ, έτσι τουλάχιστον όπως μου μιλούσε γι'αυτήν ο μέγας θαυμαστής της, φίλος της και δικός μου γκουρού, ο συχωρεμένος ποιητής Αντρέας Παγουλάτος. Για όλα αυτά, ήθελα πολύ να δω την Αλεξίου στο θέατρο. Να την ακούσω σε βιωματικές ιστορίες από τα παιδικά της χρόνια, την είσοδο της στη δισκογραφία, το γάμο και το χωρισμό, τον γιο της, τη μάχη με την αρρώστια και την κατάθλιψη. Τίποτα δεν αφήνει εκτός η Αλεξίου στο ''Χειρόγραφο'' της, η ''Βασίλισσα'' (όπως αυτοαποκαλείται) μένει τελείως γυμνή και εκτεθειμένη απέναντι στο κοινό της. Ένα κοινό αδηφάγο, όχι όμως για να την κατασπαράξει, αλλά για να την αγκαλιάσει, να της δηλώσει τη λατρεία του και πάλι από ένα νέο γι' αυτήν καλλιτεχνικό βήμα.
Τρεις μουσικοί επί σκηνής, συνειδητά υποφωτισμένοι, στο σκοτάδι σχεδόν, συνοδεύουν την Αλεξίου σε τραγούδια - σταθμούς της 46χρονης πορείας της: Από την ''Οδό Αριστοτέλους'' του Γιάννη Σπανού και του Λευτέρη Παπαδόπουλου μέχρι τη ''Συναυλία'' του Νίκου Αντύπα και της Λίνας Νικολακοπούλου, όπως και το πιο πρόσφατο ''Λυόμενο'' του Στάθη Δρογώση και του Νίκου Μωραΐτη. Μία ώρα κείμενο και άλλη μισή ώρα τραγούδι, αν θέλει κάποιος τώρα να ορίσει ακριβώς την παράσταση ως ''μουσικοθεατρική''. Ο Τάσος Μισυρλής στο τσέλο, ο Παναγιώτης Τσεβάς στο ακορντεόν και στο πιάνο και ο Γιώργος Λιμάκης στην κιθάρα. Είναι υπέροχο αυτό που συμβαίνει με την ''ηθοποιό'' Αλεξίου: Ούσα τραγουδίστρια, αποδίδει όλα τα τραγούδια σα να είναι στο σπίτι της κι εμείς όλοι υποκλέπτουμε το τραγούδισμα της. Κανένα άγχος για εντυπωσιασμούς ή φωνητικές ακροβασίες εκ μέρους της - όχι ό,τι το έκανε ποτέ αυτό η Αλεξίου, αφού αρκούσε και μόνο να ανοίξει τα χείλη της και να κερδίσει το κοινό με τον πρώτο στίχο! Δείτε το κι αλλιώς: Δεν βρίσκεστε σε μια μουσική σκηνή, ένα μεγάλο μαγαζί με βαβούρα, τραπέζια και φιάλες κρασί ή ουίσκι. Είστε ουσιαστικά καλεσμένοι της Αλεξίου σε μία ιδιόχειρη ψυχανάλυση, στο σαλόνι της οικίας της (εντάξει, λίγο...μεγάλο για σαλόνι το Νέο Θέατρο Κατερίνας Βασιλάκου), όπου εκείνη νιώθει την ανάγκη να πει και μερικά τραγούδια. Έχει κανείς δικαίωμα να της το στερήσει; Και γιατί να της το στερήσει; Είμαι 42 ετών και δεν θυμάμαι ούτε μία εβδομάδα στο ρημαγμένο πια πατρικό μου, που να μην ακουγόταν η φωνή της. Πρώτα από το πικάπ, μετά από κασέτες και πολύ αργότερα από CD.
Το ό,τι η Αλεξίου θα έγραφε ένα καλό κείμενο ως εξιστόρηση της ίδιας της ζωής της το είχα ξεκάθαρο και σίγουρο μέσα μου. Για μένα, άλλωστε, πιο ενδιαφέρουσα φάση της πορείας της είναι η τραγουδοποιός και όχι η τραγουδίστρια Αλεξίου. Τότε που με όπλο την κιθάρα της στόχευσε στις καρδιές όλων με μία ''Μπαλάντα της Ιφιγένειας'' ως άλλη Τζόαν Μπαέζ από τη μικρή Ελλάδα, μία δημιουργός άκρως συναισθηματική και λιγότερο εγκεφαλική, απίστευτα εξωστρεφής μεσ' στην εσωστρέφεια της και τόσο γόνιμα μελαγχολική! Υπάρχουν στιγμές που το κείμενο της αγγίζει τα όρια του μελό. Όταν ανοίγει διάπλατα τα χέρια της στον αναμμένο προβολέα και φωνάζει τη μαμά της, πας να πεις ό,τι μπροστά σου έχεις τη Μάρθα Βούρτση του έντεχνου. Και ξαφνικά σκάει ο Γούντι Άλλεν και σώζει στο ακέραιο το όλο εγχείρημα! Η θλιμμένη Αλεξίου γίνεται η απόλυτη κωμίκα που ξεσκίζει τους ψυχιάτρους και τα ψυχοφάρμακα τους, ακόμη και τον καρκίνο, που την επισκέφτηκε κάποτε σαν Δράκουλας για να της φάει το λαιμό. Το δάκρυ γίνεται πρώτα χαμόγελο και μετά γέλιο σαν μια νίκη της ίδιας της ζωής επί του θανάτου, αλλά και επί κάθε άσκημης κατάστασης. Ο καλός ηθοποιός και σκηνοθέτης Γιώργος Νανούρης πρέπει να νιώθει υπερήφανος που σκηνοθέτησε αυτή την πρωτότυπη παράσταση! Που τον εμπιστεύθηκε η πιο κοσμαγάπητη Ελληνίδα τραγουδίστρια για να μεταφέρει τον βίο της στο σανίδι. Μου άρεσαν τα ευρήματα με το tablet στα χέρια της πρωταγωνίστριας του, με την εναλλαγή από το δωμάτιο της στο πάλκο μέσα από το όμορφο περιστρεφόμενο σκηνικό της Δήμητρας Σπυρίδωνος, καθώς και με τους υποδειγματικούς ατμοσφαιρικούς φωτισμούς της Σοφίας Αλεξιάδου. Λιτότητα, σκηνική οικονομία, μια σκηνοθεσία σαν κέντημα κυριολεκτικά! Μεταξύ μας, τι άλλο μπορείς να κάνεις άπαξ και έχεις στο κέντρο της σκηνής την πιο κοσμαγάπητη - επαναλαμβάνω - Ελληνίδα τραγουδίστρια; Τίποτα, απλά εμπιστεύεσαι το προσωπικό γούστο και την αισθητική σου ή, ακόμη καλύτερα, τα ταιριάζεις με την αισθητική της Αλεξίου. Εν προκειμένω, το γλυκό έδεσε, εξ ου και μιλάμε τώρα για ένα άκρως επιτυχημένο μουσικοθεατρικό εγχείρημα. Θέλω να την ξαναδώ την παράσταση αυτή! Απόψε η Χάρις Αλεξίου ήρθε τόσο κοντά μου, έγινε τόσο γήινη, τόσο δικιά μου, όσο δεν είχε καταφέρει να γίνει όλα αυτά τα χρόνια που ζω και ακούω τα τραγούδια της! Τα θερμά μου συγχαρητήρια!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου