Τρεις ώρες διήρκεσε η συναυλία - αφιέρωμα στον Μανώλη Ρασούλη στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών. Καλή διάρκεια δηλαδή, χορταστική που λένε, για ένα πρόγραμμα, που τo μεγαλύτερο μέρος του αποτελείτο από κοσμαγάπητα λαϊκά τραγούδια και τσιφτετέλια τέτοιας ''εμβέλειας'', ώστε αν ήταν δυνατό, ο κόσμος θα σηκωνόταν από τα καθίσματα του και θα χόρευε! Τώρα που το σκέφτομαι, στον Ρασούλη βασικά, αλλά και στους συνθέτες που τον μελοποίησαν, χρωστάμε την απενοχοποίηση της χαράς στο νεότερο λαϊκό τραγούδι, όπως και τη σπάνια ένωση του δρόμου του τσιφτετελιού με στίχους βαθύτερους ή και με στίχους έξω από τα ''επίγεια''. Τό'χε άλλωστε το χάρισμα αυτό ο στιχοπλόκος Ρασούλης!
Το Ηρώδειο ήταν γεμάτο, κάτι που μεταφράζεται σε εισιτήρια, άρα η συναυλία απ' την άποψη της εμπορικότητας ήταν άκρως επιτυχημένη. Άνθρωποι της γενιάς του Ρασούλη, αλλά και αρκετοί νεότεροι, προσήλθαν σαν σε λαϊκό προσκύνημα - μα ήταν λαϊκό προσκύνημα! - για να αποτίσουν το δικό τους φόρο τιμής σε έναν πολυσχιδή δημιουργό που άφησε το δικό του ισχυρό στίγμα στο ελληνικό τραγούδι από τη Μεταπολίτευση και μετά. Πόσο κόλλαγε η Ζυράνα Ζατέλη σε ένα ρασούλειο αφιέρωμα! Την παρακολουθούσα να εισέρχεται στο Ηρώδειο και να αναζητά τη θέση της, γυναίκα - αερικό μέσα σε πολίτες ανυποψίαστους, πλάσμα συγγενές με ότι πρέσβευε ο Ρασούλης, ακριβές μονάδες κι οι δυο τους για τον πολιτισμό μιας χώρας και του κόσμου ολόκληρου.
Ας αφήσω όμως κατά μέρος το εμπορικό κομμάτι της συναυλίας ή την παρουσία ξεχωριστών προσωπικοτήτων κι ας πάω ευθύς στο καλλιτεχνικό μέρος.
Θεωρώ ευτύχημα την επιλογή του Θωμά Κοροβίνη να διαβάσει κείμενα του Ρασούλη από την αυτοβιογραφία του, αλλά και ένα δικό του, γραμμένο από ψυχής για τον εκλιπόντα, απ' αυτά τα ωραία κείμενα, τα συγκινησιακά φορτισμένα και με λέξεις - στολίδια, που γράφει ο Κοροβίνης. Άνετος ο Θωμάς χωρίς κανένα στόμφο μας γνώρισε για τα καλά τον Ρασούλη και έσπασε το καθεστώς των ''ακίνητων'' εισηγητών - ομιλητών, κινούμενος απ' άκρη σ' άκρη της σκηνής. Όταν μάλιστα σε κάποια στιγμή του β' μέρους της συναυλίας, ένα μικρόφωνο ξεχάστηκε ανοιχτό (ή απλά ο Κοροβίνης ξεχάστηκε), το γέλιο ήταν δεδομένο. Για να είμαι ακριβής δηλαδή, αν ο Ρασούλης ήταν εκεί με κάποιο μαγικό τρόπο, θα γελούσαν έως και τα λευκά του γένια μ' αυτό το αντικομφορμιστικό ατόπημα του φίλου και συνοδοιπόρου του! Ήταν μια από τις πιο αληθινές στιγμές της βραδιάς, αν λάβουμε σοβαρά υπ' όψιν τον αναρχικό τρόπο σκέψης του δημιουργού, για τον οποίο γινόταν το αφιέρωμα. Τα υπόλοιπα είναι καθωσπρεπισμοί και σοβαροφάνειες, που δεν έχουν ούτως ή άλλως θέση στο ρασούλειο σύμπαν. Μη μένουμε όμως σ' αυτό. Ο Κοροβίνης, επαναλαμβάνω, λειτούργησε κανονικά σαν ένας μύστης σε αρχαίο ναό που ανέλαβε με ευλάβεια να μυήσει το κοινό στο άβατο του ανθρώπου και καλλιτέχνη Μανώλη Ρασούλη. Καθώς τον παρακολουθούσα να διαβάζει τα κείμενα του, σκεφτόμουν την περίφημη ρήση του Μάνου Χατζιδάκι: Ο κόσμος νομίζει πως με ξέρει...Στην πραγματικότητα κανείς δεν με ξέρει! Τέλος πάντων, αν κάποιοι αποχώρησαν από το Ηρώδειο, παίρνοντας μαζί τους και δυο - τρία πράγματα, απ' αυτά τα υπέροχα που ακούστηκαν για τον δημιουργό, πέραν των τραγουδιών του, κι αυτό κέρδος είναι και μεγάλο μάλιστα!
Πάμε τώρα στους ερμηνευτές: Η συναυλία άνοιξε με τον Μάνο Πυροβολάκη. Εξαιρετικός! Η διακριτική χρήση της κρητικής λύρας και η δυνατή φωνή του έδωσαν με τη μία το πρωταρχικό στοιχείο της ρασούλειας ύπαρξης: Την καταγωγή του από την Κρήτη ως σημείο εκκίνησης της περιπλάνησης του στον κόσμο, από τη Θεσσαλονίκη μέχρι την Αίγυπτο και από την Αθήνα μέχρι το Ισραήλ. Εν συνεχεία, δίπλα στον Πυροβολάκη πήραν τη θέση τους η Ναταλία Ρασούλη, ο Κωνσταντίνος Στεφανής και η Αγγελική Τουμπανάκη, ερμηνεύοντας το ''Νά'μαστε πάλι εδώ, Αντρέα'', εκείνη την τραγουδάρα - προϊόν της σύμπραξης του Ρασούλη με τον Ανδρέα Μικρούτσικο από το μακρινό 1985. Όλοι γνωρίζουμε πως η μοναχοκόρη του Ρασούλη, η Ναταλία, τραγουδάει και έχει κάνει σοβαρές μουσικές σπουδές κι έτσι δεν με εξέπληξε το ότι εντυπωσιάστηκα πραγματικά από τις δυνατότητες της, αυτές μιας ασκημένης σοπράνο τραγουδίστριας. Αξιοπρεπέστατος και ο Στεφανής, ένα από τα τελευταία ''παιδιά'' του Ρασούλη, προτού ενώσει τη ζωή του μ' αυτήν της κόρης του και φτιάξουν τη δική τους οικογένεια! Η παράδοση στη μουσική, αν μη τι άλλο, συνεχίζεται και ο ίδιος ο Ρασούλης χαμογελά ευτυχισμένος κάπου από το υπερπέραν.
Δεν θα πω το ίδιο ωστόσο και για την Αγγελική Τουμπανάκη. Οι διασκευές της στα τραγούδια του Ρασούλη μού φάνηκαν σαν χιψτεριές που δεν είχαν καμία θέση στο όλο κλίμα της βραδιάς. Προσοχή: Δεν λέω η φωνή της, η οποία είναι εντελώς ιδιαίτερη και από μόνη της αποτελεί πρόταση. Αναφέρομαι πιο πολύ σε κομμάτια που κυριολεκτικά σκότωσε, σαν τις ''Νταλίκες'' - μέχρι φυσικά να ''μπει'' η καθαρόαιμη λαϊκή ερμηνεύτρια Σοφία Παπάζογλου - κυρίως όμως το ''Γύφτισσα τον εβύζαξε'' του Μάνου Λοΐζου, που ενώ το έπιασε όπως του έπρεπε και σχεδόν ξέχασα τη θρυλική ερμηνεία της Αλεξίου (κάτι που εκτίμησε δεόντως και σύσσωμο το κοινό της), εν συνεχεία το έκανε λάτιν με κάτι ''τιπιντίμ - ταπαντάμ'', που προσωπικά μου έφεραν αμηχανία μεγάλη, λες κι είχαμε τη Μούσχουρη στο ''Κονσέρτο για μια φωνή'' του Saint Preux...Ίσως η Τουμπανάκη ως άποψη έστεκε σε ένα αφιέρωμα στον Ρασούλη σε κάποια μουσική σκηνή, όχι όμως για κάτι τόσο ''μεγάλο'', όπως ήταν το Ηρώδειο. Και για να το πω αλλιώς, θες την Τουμπανάκη με τις λούπες της και τα φωνητικά της, καλά κάνεις, φτιάξε όμως ένα αφιέρωμα ανάλογο απ' την αρχή ίσαμε το τέλος, φτάσ'το στα άκρα, πρόσθεσε κι άλλους νέους καλλιτέχνες τέτοιου ύφους και πειραματισμών. Διαφορετικά, όπως και συνέβη κατά την ταπεινή μου γνώμη, η παρουσία της δίπλα στην Ελένη Βιτάλη, στη Σοφία Παπάζογλου ή στον Θοδωρή Κοτονιά, έμοιασε σαν τη μύγα μες το γάλα, σαν ηχητική παραφωνία. Δεν κατάλαβα, η Τουμπανάκη ήταν η ''αντεργκράουντ'', να την πω έτσι, πρόταση στο σύνολο του αφιερώματος; Μα ''αντεργκράουντ'' ήταν και είναι από μόνος του ο Μανώλης Ρασούλης, δεν χρειάζεται πια να ξεφεύγουμε τόσο από κάποιες ''παραδόσεις'' εν είδει πρωτοπορίας κ.λπ. Εμένα αυτή είναι η γνώμη μου και δεν έχω κανένα πρόβλημα μη χαρακτηριστώ οπισθοδρομικός ή συντηρητικός...
Ο Θοδωρής Κοτονιάς, απ' την άλλη, αποτέλεσε την πιο επιτυχημένη διανομή στο cast των νεότερων ερμηνευτών. Μεγάλος καλλιτέχνης είναι αυτός, ιδιαίτερος τραγουδιστής και τραγουδοποιός. Κι αν οι δρόμοι μας χώρισαν κάποτε, όπως γίνεται με όλους τους ανθρώπους, με τον Κοτονιά μας συνδέουν πολλά ωραία να ενθυμούμαστε όποτε βρισκόμαστε: Αυτός και το προ 10ετίας συγκρότημα του, τα Μακρινά Ξαδέρφια, ήταν η backing band στο ντοκιμαντέρ μου για το Κύτταρο και την ελληνική ροκ σκηνή των 70s. Με τον Κοτονιά, επίσης, έχουμε συνυπογράψει το μοναδικό τραγούδι που υπάρχει στη δισκογραφία με δικούς μου στίχους: Το ''Σαν παλιό βινύλιο'', με αφορμή το ντοκιμαντέρ για το Κύτταρο, που ερμήνευσε η Λήδα. Ας προσπαθήσω παρόλα αυτά να είμαι αντικειμενικός τώρα, λέγοντας πως τα τραγούδια του Νίκου Παπάζογλου με τους στίχους του Ρασούλη ταιριάζουν πάρα πολύ στη φωνή του. Γνωρίζοντας ακόμη πως ο Κοτονιάς έχει καλοχωνεμένα μέσα του ακούσματα σαν των Wishbone Ash, των Sweet Smoke και των Ten Years After μαζί με Θ. Παπακωνσταντίνου, Σ. Μάλαμα και, κυρίως, Ν. Παπάζογλου, συνειδητοποίησα πόσο πατούσε φωνητικά και ερμηνευτικά στις αντίστοιχες ερμηνείες του Παπάζη. Το ίδιο δεν είπα μόνο εγώ, αλλά ακούστηκε και στα πηγαδάκια αμέσως μετά το τέλος της συναυλίας. Ευτυχώς πάντως που η συναυλία έγινε στην καρδιά του καλοκαιριού, διότι αν γινόταν άνοιξη, δεν θα ήταν παράξενο να τα μάζευε και νά'φευγε τρομαγμένος από τα πλήθη στις κερκίδες του Ηρωδείου! Τέτοιος ιδιοσυγκρασιακός καλλιτέχνης είναι αυτός!
Θα είμαι αυστηρός με τον Μπάμπη Στόκα, όμως! Εδώ σηκώνει συζήτηση το πράγμα! Καταρχάς τι δουλειά είχε ο Στόκας σε ένα αφιέρωμα στον Ρασούλη, τη στιγμή που έλαμψαν δια της απουσίας τους ο Καρελάς, ο Θεοχαρίδης, ο Σαρρής και ο Κοντογιάννης; Δεν θα πω η Αλλαγιάννη, ο Ξυδάκης, ο Περίδης και η Αλεξίου, διότι γνωρίζω από διοργανώσεις συναυλιών τη δυσκολία τού να μαζευτούν οι διάφοροι guests. Ερωτώ, λοιπόν, ο Στόκας επιλέχθηκε με καλλιτεχνικό ή εμπορικό κριτήριο; Για το πρώτο έχω τις επιφυλάξεις μου. Μπορεί να θεωρείται από πολλούς μεγάλος ερμηνευτής (για μένα όχι), χθες ωστόσο άκουσα έναν βραχνοκόκορα να ισοπεδώνει κυριολεκτικά και με ανόρεκτη διάθεση τα πλέον δημοφιλή τραγούδια του Ρασούλη, όπως το ''Στη ρωγμή του χρόνου'', το οποίο αδημονούσα να ακούσω με τη φωνή του Κοτονιά. Μπορεί ο άνθρωπος να είχε κρυώσει, να είχε κλείσει ο λαιμός του κοινώς, οπότε εκεί πάω πάσο, αν κι εγώ άμα ήμουν στη θέση του δε θα έβγαινα να τραγουδήσω μπροστά σε τόσο κόσμο. Για το δεύτερο, τώρα, εκεί κι αν έχω επιφυλάξεις! Ο Στόκας, όχι φυσικά με τους Πυξ Λαξ, οι οποίοι στην τελική έχουν γράψει τη δική τους ιστορία, αλλά με το φλερτ του με τα ριάλιτι και το πιο κενό mainstream του καιρού μας, έχει κόψει δεσμούς με την αισθητική και το πνεύμα του Ρασούλη. Κι αν ακόμη χρόνια πριν είχε κυκλοφορήσει διπλό live CD, στο οποίο έμπλεκε τον Άσιμο με τον Μουσαφίρη και τον Μίκη Θεοδωράκη με τον Βοσκόπουλο, εμένα αυτό δε μου λέει τίποτα ή μάλλον μου λέει πολλά: Τη λογική του ''ο καλός ο μύλος όλα τα αλέθει'', ''Πάρε νά'χεις'' κ.λπ., πράγματα δηλαδή που ιδεολογικώς με βρίσκουν αντίθετο. Μπορεί να λέω και άστοχα πράγματα, αν υποτεθεί πως το κοινό σχεδόν τον αποθέωσε με το που εμφανίστηκε στη σκηνή, επομένως το τι κάθομαι και γράφω εγώ τώρα δεν έχει ιδιαίτερη σημασία. Πάμε παρακάτω!
Είναι δυνατόν δηλαδή να πλασάρεται ως το ''μεγάλο όνομα'' της συναυλίας ο Στόκας και η καρδιά σου να ευφραίνεται με την ερμηνεία του Πέτρου Βαγιόπουλου, ενός συνθέτη και όχι τραγουδιστή; Κι όμως ο Βαγιόπουλος με συγκίνησε πολύ, ανήκοντας στους δημιουργούς εκείνους που καταφέρνουν να χρωματίζουν με την ακατέργαστη φωνή τους τα δικά τους τραγούδια! Βαθιά υπόκλιση στην Ελένη Βιτάλη που τον παρουσίασε στο κοινό με τα πιο θερμά λόγια, προτού ενώσουν μαζί και με τους άλλους ερμηνευτές τις φωνές τους στο εμβληματικό τραγούδι ''Πότε Βούδας, πότε Κούδας'', που μας κληροδότησαν από κοινού ο Ρασούλης και ο Βαγιόπουλος!
Η Σοφία Παπάζογλου εξακολουθεί να είναι η πιο σημαντική νεότερη λαϊκή ερμηνεύτρια ως άμεσος συνδετικός αρμός με φωνές σαν της Πόλυς Πάνου και της Καίτης Γκρέυ. Κάθε φορά που τη βλέπω και την ακούω live νομίζω ότι επαναλαμβάνομαι στα κείμενα μου, η αλήθεια είναι όμως πως η Παπάζογλου, η οποία διαθέτει και μία ανθηρή προσωπική δισκογραφία, θα άξιζε μεγαλύτερης προβολής και επικοινωνίας της τέχνης της! Ας είναι! Θεωρώ τη συμμετοχή της στο αφιέρωμα στον Ρασούλη ιδιαίτερα τιμητική, όχι μόνο για την ίδια, αλλά και για το αφιέρωμα καθαυτό.
Η Βιτάλη πάλι αν κι έχει τραγουδήσει ελάχιστα τραγούδια του Ρασούλη σε α' εκτέλεση, αποτέλεσε, όπως ήταν αναμενόμενο, το κλου της βραδιάς! Σε μεγάλη ερμηνευτική φόρμα απέδωσε τα πιο καθαρόαιμα λαϊκά κομμάτια από τη συνεργασία του Ρασούλη με τον Χρήστο Νικολόπουλο. Γνωρίζοντας πόσο αγαπά τη μπαλάντα ''Νιώσε με'', περίμενα να την ακούσω με τη δική της φωνή και όχι με του Μπάμπη Στόκα, μας αποζημίωσε ωστόσο γενικά με την όλη παρουσία της στο αφιέρωμα, την εξωστρεφή της διάθεση
και μερικά συγκινητικά ντουέτα της με τη Ναταλία Ρασούλη στα τραγούδια πάντα του Μανώλη! Μεγάλη στιγμή η απόδοση της Βιτάλη στο ''Όλα σε θυμίζουν'' του Λοΐζου με την ερμηνεύτρια να κοιτάζει ψηλά στον ουρανό και να επικαλείται το όνομα του στιχουργού.
Η συναυλία έλαβε τέλος λίγο μετά τα μεσάνυχτα με όλο το καλλιτεχνικό επιτελείο επί σκηνής στο ''Αχ Ελλάδα σ' αγαπώ'', τραγούδι - σήμα κατατεθέν πια του Ρασούλη και της Βάσως Αλλαγιάννη για μια ολόκληρη χώρα που δοκιμάζεται, μα δεν το βάζει κάτω. Αυτό ήταν και το βαθύτερο νόημα, πιστεύω, ενός αφιερώματος στον Μανώλη Ρασούλη, η πίστη σε δημιουργούς που δεν ξεχνιούνται και ούτε πρόκειται να ξεχαστούν, η δική μας στάση απέναντι σε ανθρώπους που χάρισαν απλόχερα στην κοινωνία την τέχνη τους και την ευρύτερη φιλοσοφία τους για το θαύμα της ζωής. Τέσσερις λέξεις μόνο: Αχ Μανώλη σ' αγαπώ! Από κει και πέρα, τα αφιερώματα γίνονται και εναπόκεινται στην κρίση του κοινού. Σημασία έχει όμως ότι γίνονται!
* οι φωτογραφίες του post είναι από την πρόβα τζενεράλε της συναυλίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου