Το τηλεοπτικό αφιέρωμα στην Κατερίνα Στανίση, στην εκπομπή «Η Αυλή των Χρωμάτων» με την Αθηνά Καμπάκογλου, θα μεταδοθεί την ερχόμενη Παρασκευή 17 Ιουλίου, στην ΕΡΤ2, κλείνοντας τον κύκλο των εκπομπών γι' αυτή τη σαιζόν. Για την αγαπημένη Στανίση, ένα σπάνιο φωτεινό και καλόψυχο πλάσμα, μιλήσαμε ο Κώστας Ζουράρις κι εγώ. Ήπιαμε τα κρασιά μας, σηκωθήκαμε όρθιοι για να τη θαυμάσουμε και στο τέλος ο Ζουράρις έφερε και μια γυροβολιά στο ρυθμό του «Της γερακίνας γιος», παρά το μπαστούνι που κρατούσε. Ανυπομονώ να τη δω αυτή την εκπομπή, συνθήκη πρωτότυπη για μένα, εφόσον σπανίως ή ποτέ παρακολουθώ στην τηλεόραση όσα προγράμματα έχω συμμετάσχει.
ΤΟ BLOG ΠΟΥ ΑΓΑΠΑ ΤΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΤΟΥ ΜΑΝΟΥ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ, ΤΗ ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΦΛΕΡΥΣ ΝΤΑΝΤΩΝΑΚΗ, ΤΙΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΤΕΠΕΣ ΤΗΣ ΛΕΝΑΣ ΠΛΑΤΩΝΟΣ, ΤΗ FATA MORGANA, ΤΟΥΣ ΤΡΟΒΑΔΟΥΡΟΥΣ, ΤΙΣ ΤΑΙΝΙΕΣ ΤΗΣ MAYA DEREN, ΤΗ ΓΕΝΙΑ ΤΟΥ WOODSTOCK, ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΥΔΡΟΧΟΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΝΤΙΡΡΗΣΙΕΣ ΚΟΙΝΩΝ ΣΥΝΕΙΔΗΣΕΩΝ
Παρασκευή 10 Ιουλίου 2020
Δευτέρα 6 Ιουλίου 2020
Ο ταξιτζής απόψε θα δει το «Βαρύ πεπόνι»
Όταν ξεχνάς για πολλοστή φορά το κινητό σου τηλέφωνο, τι κάνεις; Αρχίζεις και τρέχεις μπας και το βρεις κάπου απ' όπου πέρασες. Έτσι κι εγώ απόψε βρέθηκα από την Κυψέλη στην Πανόρμου και από την Πανόρμου πίσω στον Άγιο Παντελεήμονα. Το βρήκα τελικά το κινητό μου, ευτυχώς, άρα τέλος καλό, όλα καλά. Είχα όμως και μία πολύ ιδιαίτερη κούρσα με το ταξί που με πήγε απ' όλα αυτά τα μέρη και, συγκεκριμένα, με τον οδηγό του: Δεν ανταλλάξαμε ονόματα, μου είπε να βάλω τη μάσκα μόνο άμα δεν με πειράζει, ειδάλλως μπορούσα να καθίσω στη θέση του συνοδηγού για να καπνίζω κιόλας. Το έκανα, καθότι η αναζήτηση του κινητού με είχε γεμίσει άγχος κι ήθελα όλη την ώρα να τραβάω καπνό. Με ρώτησε τα γνωστά, με τι ασχολούμαι κλπ. Δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία, φαινόταν πως ήθελε επειγόντως κάποιον απλά για να πει τα δικά του. Με ρώτησε για την οικογενειακή μου κατάσταση κι άρχισε να μου λέει πως πρέπει να πάρουμε μια άδεια ταξί με τους δύο αδερφούς μου για να τα 'κονομήσουμε. «Σώθηκες τώρα...» σκεφτόμουν από μέσα μου. Μετά μου είπε πως τα φέρνει δύσκολα πέρα, αφού είναι παντρεμένος, έχει έναν γιο, έχει κι έναν αδερφό όμως που έμεινε παραπληγικός από αυτοκινητικό ατύχημα και τον έχει στο σπίτι του με αναπηρικό αμαξίδιο. Ένα δράμα ο άνθρωπος...Όλα αυτά μέχρι τους Αμπελόκηπους. Φτάνοντας στην Πανόρμου, χτύπησε το κινητό του. Ήταν η γυναίκα του. Της μίλησε αρκετά απότομα κι αυτή αμέσως πέρασε στην αντεπίθεση - την είχε βάλει μάλιστα και ανοιχτή ακρόαση, λες κι ήθελε να κάνει επίδειξη τον μικροαστισμό του. Αισθάνθηκα αμήχανα και ευτυχώς βγήκα απ' το ταξί γιατί είχα ραντεβού με τον άνθρωπο που θα μου επέστρεφε το κινητό μου. Τα λίγα αυτά λεπτά εκείνος μέσα στο σταθμευμένο όχημα ακουγόταν μέχρι έξω, που καυγάδιζε με τη συμβία του. Ξαναμπήκα στο ταξί. «Που πάμε τώρα, κύριε;» με ξαναρώτησε, διακόπτοντας την έντονη συζήτηση με τη γυναίκα του. Ίσως να'θελε να της πει στην ουσία «Κλείσ' το, μωρή πουτάνα, δεν ακούς που'χω πελάτη μέσα;», αυτή ωστόσο δεν φαινόταν πρόθυμη να έληγε εκεί ο καυγάς τους. Του εξήγησα που και πως θα πάμε. Σε κάποια φάση, κατεβαίνοντας την Αλεξάνδρας, τον άκουγα να λέει τα εξής: «Δεν είσαι καλά! Ξέρεις πως άμα δε δουλέψω μία μέρα το παιδί μας δεν θα'χει να φάει»! «Δεν θα'χει να φάει είπες;» επανέλαβε έντονα η γυναίκα, προτού του πετάξει την ατάκα: «Έχεις πολύ μεγάλη γλώσσα και μου ασκείς ψυχολογική πίεση»...Τι ήταν να το πει; Ο ταξιτζής άραξε το όχημα σ' ένα μικρό παράδρομο στο ύψος του ΙΚΑ της λεωφόρου Αλεξάνδρας κι έβαλε τα κλάματα. Εγώ τα'χα χάσει...Απ' τη μία έλεγα όλοι οι τρελοί σε μένα τυχαίνουν;, μα απ' την άλλη ομολογώ πως είχα την περιέργεια να έβλεπα και το τέλος αυτής της συνομιλίας. Ο ταξιτζής σε άσχημη κατάσταση φώναζε: «500 ευρώ επίδομα του δίνουν και πήγα και τους κατέβασα τα γκισέ, τα ξέρεις, σ'τα'χα πει! Τους είπα πως με 500 ευρώ δεν μπορούμε να πληρώνουμε γυναίκα να μένει μαζί του παρά μόνο ένα παρασκευοσαββατοκύριακο! Κι εσύ μου λες γιατί δουλεύω; Δε ντρέπεσαι; Μαρία, πρόσεξε καλά, θα τα τινάξω όλα στον αέρα μια μέρα!» Η Μαρία δεν πτοήθηκε ιδιαιτέρως. Φαντάζομαι συζητήσεις τέτοιου τύπου θα'ναι καθημερινές ανάμεσα τους. Τον χαρακτήρισε γλωσσά, αδιάφορο όχι τόσο ως πατέρα, όσο ως σύζυγο. Αυτός δωσ' του να κλαίει με λυγμούς σχεδόν. «Κλαις κιόλας» του έκανε η Μαρία, «θα σε περάσει για αδερφή ο άνθρωπος»...Γυρνάει αυτός, με κοιτάει με ντροπή και μονολογεί: «Με είπε αδερφή»...Εγώ πάλι, καπνίζοντας, γυρνάω και του λέω «Δε βαριέσαι, μια αδερφή παραπάνω ποτέ δεν έβλαψε την κοινωνία», δεν εκτίμησε όμως ούτε τη δόση ρεαλισμού, ούτε το χιούμορ μου και ρίχτηκε ξανά στην τηλεφωνική μάχη: «Μαρία, σήκω και φύγε με το παιδί, αφήστε με μόνο του μαζί του. Τον αντέχω αυτόν, εσάς όχι! Τα 'πα και στη μάνα μου, τι να κάνει κι αυτή; Έχει ένα παιδί παράλυτο κι άλλο ένα μαλάκα ταξιτζή»...Εκεί τον λυπήθηκα κομματάκι, αλλά άρχισα να σκέφτομαι πως άμα το πάνε έτσι οι δυο τους, θα το ξενυχτίσω κι εγώ μαζί τους και δε «λέει» η φάση. Του ζήτησα ευγενικά πως πρέπει να συνεχίσει την κούρσα, αυτός έψαξε να βρει χαρτομάντιλο να σκουπίσει τα μάτια του και να φυσήξει τη μύτη του - η Μαρία εννοείται πως περίμενε απ' την άλλη άκρη της γραμμής - και κινήσαμε για τον τελικό προορισμό μου. Άρχισε να τρέχει επικίνδυνα φτάνοντας στο Πεδίο του Άρεως και να λέει τα ίδια και τα ίδια με τη γυναίκα του, που δεν οδηγούσαν πουθενά, όχι μόνο για κείνη τη στιγμή φαντάζομαι, αλλά για ολόκληρη την κοινή ζωή τους. Μέχρι που με άφησε έξω απ' την πόρτα μου, μάλωνε στο τηλέφωνο, αν κι είχαν πέσει κάπως οι τόνοι. Την ώρα που τον πλήρωνα και μου έδινε τα ρέστα, με ρώτησε «Χίλια συγγνώμη, αδερφέ, για όσα άκουσες! Πως μας ''είδες'';» Έσκυψα και του απάντησα: «Σαν να παίζατε στο ''Βαρύ πεπόνι'' του Παύλου Τάσιου». Είμαι σίγουρος πως αν έχει καλή σχέση με το διαδίκτυο, απόψε θα αναζητήσει αυτή την ταινία για να δει μία άλλη συγγενική όψη του εαυτού του σε μία Ελλάδα, η οποία παραμένει η ίδια για τους ανθρώπους της τα τελευταία 50 χρόνια...
Σάββατο 4 Ιουλίου 2020
κΑΤ' οίΚΟν
Σάββατο βράδυ, αλλά δεν σκοπεύω να βγω, ούτε να δω φίλους. Δεν μίλησα καν - σκέψου - με τους γείτονες μου, τον Γιώργο και τον Βαγγέλη, που βλεπόμαστε στάνταρ δυο - τρεις φορές μεσ' στη βδομάδα για φαγοπότια και κουβέντες. Έχω τη μάνα μου στο σπίτι για Σ/Κ, η οποία - ως γνωστόν - όποτε αλλάζει περιβάλλον, παίρνει τα πάνω της. Μαγείρεψα σουτζουκάκια με κίμινο, σκόρδο και σάλτσα ντομάτα, που τα κάνω τέλεια, της έβαλα κι έφαγε, μετά της έκανα την ινσουλίνη της και της έδωσα τα δύο βραδινά της χάπια. Λίγο δηλαδή έφαγε, αφού όσο περνάνε τα χρόνια τρώει όλο και λιγότερο. Στην αρχή με στενοχωρούσε αυτό, μα μετά σκεφτόμουν πως το προτιμώ χίλιες φορές απ' το να ήταν υπέρβαρη στην ηλικία της. Οι ανεμιστήρες δουλεύουν στο φουλ και οι γάτες τεντώνονται στα πατώματα. Κάνει πολύ ζέστη, η αλήθεια είναι. Μια απ' αυτές τις μέρες ο Γιώργος με τον Βαγγέλη και έναν Αιγύπτιο μάστορα, γαμπρό του Βαγγέλη, θα μου φτιάξουν το μπαλκόνι. Θα βάλουν δηλαδή δίχτυ για να μη φουντάρει καμιά γάτα απ' το δεύτερο όροφο. Ίσως γεμίσω και λίγο με πρασινάδα το χώρο μου, καμιά γαρδένια ή δυόσμο που μοσχοβολάνε, αν και δεν τό'χω καθόλου με τα φυτά και τα άνθη. Ότι φυτό μπει εδώ μέσα, μαραίνεται μέσα σε λίγα 24ωρα απ' την ανημπόρια ή, απλά, την απροθυμία μου να το περιποιηθώ. Η τηλεόραση πάλι τα σαββατόβραδα όλο μαλακίες παίζει, συνήθως τηλεγλέντια για να νομίζουν πως περνάνε καλά οι πικραμένοι του τόπου τούτου. Πριν από λίγο ο Δούσης στο open έκανε ξενάγηση στην Ταϊλάνδη κι άκουγα τη μάνα μου απ' τ' άλλο δωμάτιο να λέει πως εκεί όλα τα τρώνε, μέχρι και τους κροκόδειλους σουβλάκι τους κάνουν.
Δουλεύω στο laptop, στήνω το playlist για την εκδήλωση της Δευτέρας στον πεζόδρομο της Κιάφας. Παρουσιάζουμε το βιβλίο «Τα διηγήματα του Εγκλεισμού» και η Κατερίνα με τον Γιώργο από τις εκδόσεις Άπαρσις μού ζήτησαν να αναλάβω χρέη DJ. Μια χαρά, τα ίδια που παίζω κάθε Τετάρτη στη «Μυροβόλο» θα παίξω κι εκεί. Το πολύ - πολύ να ρίξω μεσ' στην τσάντα, τη βαριά κι ασήκωτη, πέντε - έξι ακόμη CD, ξένα, rock ή pop. Διότι, OK, βιβλίο παρουσιάζουμε, δε γίνεται όμως να τη βγάλουμε με «Του μικρού βοριά» και το «Εκεί που φύτρωνε φλισκούνι κι άγρια μέντα». Το θες κι ένα «La isla bonita», ένα «Dancing Queen» ή, έστω, ένα «Roadhouse Blues». Προβλέπεται να περάσει κόσμος και κοσμάκης είτε αγοράσει, είτε δεν αγοράσει το ογκώδες βιβλίο μας. Και λέω «μας», καθώς υπάρχει μέσα κι ένα δικό μου διήγημα, δημοσιευμένο σ' αυτό το blog πολλά χρόνια πίσω, που φυσικά το πέρασα ένα δεύτερο χέρι για την τωρινή έκδοση. Κατά σύμπτωση, ήταν ένα διήγημα που'χε αρέσει πάρα πολύ στον Λευτέρη Ξανθόπουλο. Αυτό είχε διαβάσει κι ήθελε από τότε να μου έβγαζε με δική του επιμέλεια τα διηγήματα μου στον Γαβριηλίδη. Δεν το κάναμε ποτέ. Δεν προλάβαμε. Τώρα πια «έφυγαν» και ο Γαβριηλίδης και ο Ξανθόπουλος.
Πολύ με λύπησε ο θάνατος αυτού του ανθρώπου. Ότι έχω να πω για τον Λευτέρη, αδυνατώ να το κάνω τώρα που η τέφρα του αιωρείται ακόμη στον αέρα. Για φαντάσου! Πριν μία δεκαετία τον έβλεπα να κλαίει σα μωρό παιδί πάνω απ' τη σορό του Αντρέα Παγουλάτου στο κοιμητήριο του Περιστερίου. Η δική του εξόδιος τελετή ήταν πιο πολύ «επίσημη» παρά παρεΐστικη, όπως του Παγουλάτου. Επικήδειοι, παράγοντες του ελληνικού κινηματογράφου, λογοτέχνες κ.α. Κι εκείνος μεσ' στο φέρετρο με τη γνωστή εικόνα του άψυχου νεκρού παγωμένου ανθρώπινου κελύφους. Δεν ξέρω πότε θ' αξιωθώ να ξανακάνω ταινία έτσι όπως έχουν γίνει τα πράγματα, σίγουρα όμως θα την αφιερώσω στη μνήμη του Λευτέρη, αυτού του ψηλού τύπου με τα μακριά μαλλιά και τα γένια που με πίστεψε πολύ και μου στάθηκε σε όλες τις κινηματογραφικές, δημοσιογραφικές, μα και λογοτεχνικές μου απόπειρες. Θα ήθελα σύντομα να κάνω ένα νέο ντοκιμαντέρ, αλλά δεν εξαρτάται δυστυχώς από μένα. Σχεδόν 1.500 σενάρια κατατέθηκαν - λέει - στο χρηματοδοτικό πρόγραμμα του ΥΠΠΟ για δημιουργία ταινιών μυθοπλασίας και τεκμηρίωσης. Σφαγή κανονική! Και ποιος θα κάτσει να διαβάσει 1.500 σενάρια μέσα σε ένα μήνα που, υποτίθεται, βγαίνουν τα αποτελέσματα; Έχω την εντύπωση πως θα διαβάσουν απλά τίτλο project και όνομα σκηνοθέτη κι έτσι θα γίνει το πρώτο «ξεσκαρτάρισμα». Φέξε μου και γλίστρησα...Την Τρίτη βράδυ, αν μπορέσει ο Μανιάτης ν' αδειάσει απ' την εφημερίδα, είπαμε να πάμε παρέα να δούμε τον Πουλικάκο στο διαμέρισμα του στα Εξάρχεια. Δεν είμαι υπερβολικός, αλλά βγαίνεις πάντα κερδισμένος ύστερα από μία συνάντηση με τον Πουλικάκο. Κάποιες στιγμές πιάνει και την κιθάρα του και σου ξαναθυμίζει τι εστί rock and roll σε εποχές «εντεχνοποίησης των πάντων», όπως λέει ο ίδιος. Την επόμενη, Τετάρτη, έχει δρομολογηθεί τηλεοπτικό γύρισμα, για το οποίο θα με...σφάξει η οικοδέσποινα αν αποκαλύψω περισσότερα στοιχεία. Ωραίο θα είναι, πιστεύω, το εν λόγω τηλεοπτικό αφιέρωμα, καθώς το τιμώμενο πρόσωπο είναι πραγματικά αξιαγάπητο. Εν αναμονή της Κυριακής, λοιπόν, που μάλλον θα κυλήσει κάπως σαν το σημερινό Σάββατο. Κατ' οίκον.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)