να
αγχώνεσαι μ' αυτό το πήγαινε- έλα με τα βιβλιάρια...
να
κλείσεις ραντεβού με τον γιατρό πριν τελειώσει το στοκ...
να
βρεις ανοιχτό το φαρμακείο στην άλλη μεριά της Αθήνας...
να
αρχίσουν να σε πνίγουν τα περιοδικά στα οποία γράφεις...
να
σου κόβουν την ανάσα τα cd παντός είδους μουσικής στις λεπτές θήκες τους...
να
κλείνει το στομάχι και να μη δέχεται πλέον ούτε λιγοστή τροφή...
να
γράφεις κριτικές και κείμενα έχοντας ξεχάσει για που προορίζονται...
να
νοσταλγείς τη στιγμή που σου κλέψανε το κινητό τηλέφωνο...
να
την ξαπλάρεις για να δεις μια ταινία στο dvd και να το θεωρείς χάσιμο χρόνου...
να
ζεις μόνος, λες και συνέβαινε από πάντα, λες και δε γεννήθηκες μέσα σε άλλους ανθρώπους...
να
γεμίζει το e-mail από αμέτρητες προσκλήσεις πολιτιστικού περιεχομένου...
να
βαριέσαι να τις πετάξεις κιόλας...
να
σε δυσαρεστούν οι δημοσιοσχεσίτικες βλέψεις των 25άρηδων, σα να ήρθες σ' αυτόν τον πλανήτη κατ' ευθείαν 35 ετών...
να
έχεις εκατό πράγματα στη σειρά που σε περιμένουν, αφού λες παντού και πάντα ναι, σα να μην ξέρεις τι θα πει όχι...
να
αγαπάς τους ανθρώπους, παραμελώντας τη δική σου υπόσταση...
να
συναινείς κι εσύ στην κατάθλιψη αυτών που δεν κάνουν τίποτα για να την αποβάλλουν, καθώς τους βολεύει...
να
διαισθάνεσαι- το χειρότερο- πως η τέχνη δεν είναι πια θεραπευτικό μέσο, αλλά ένας αγώνας για επιβίωση...
να
θες να κλείσεις το μαγαζί, αλλά να μην το κάνεις, φοβούμενος μη γυρίσει ο κόσμος ανάποδα...
να
να
μην έχεις τα κότσια μάλλον...
να
σκέφτεσαι πως πρέζα δεν είναι μόνο η ηρωίνη, αλλά και η ρουτίνα και πως κι οι δύο σκοτώνουν...
να
τα κάνεις όλα αυτά εσωτερικό μονόλογο ένα κρύο βράδυ πίνοντας τσάι, να σε παίρνει από κάτω και από την επόμενη μέρα να συνεχίζεις το ίδιο βιολί...