Σήμερα πήγα τη μάνα μου για εξέταση στα μάτια της. Σηκώθηκα πολύ πρωί. Όταν φτιάξαμε τα χαρτιά και την άφησα να περιμένει, όντας σίγουρος ότι θα βρει παρέα εφόσον μιλάει σ' όλο τον κόσμο, επιδόθηκα στο αγαπημένο μου σπορ: την επίσκεψη μου στο ψυχιατρικό τμήμα του νοσοκομείου. Η αλήθεια είναι πως έψαχνα να βρω τον κύριο Ηλία, έναν άνθρωπο 60 ετών, ο οποίος νοσηλεύεται από τον περασμένο Μάρτιο κι είχα την ευκαιρία να τον κεράσω καφέ και τσιγάρο κάνα δυο άλλες φορές, όποτε τέλος πάντων έκλεινε η μάνα μου ραντεβού στο οφθαλμολογικό του νοσοκομείου. Τον βρήκα και σήμερα. Καθόταν μόνος του σ' ένα παγκάκι με μια αθλητική φόρμα, ένα πέτσινο παλιό μπουφάν και τα χέρια στις τσέπες. Με γνώρισε ο κυρ-Ηλίας, μου χαμογέλασε, μου ζήτησε τσιγάρο και άρχισε πάλι το ίδιο βιολί...Δεν εννοώ το παραλήρημα, τις ασυναρτησίες, αλλά την έκφραση μιας τεράστιας ανάγκης να επικοινωνήσει μ' έναν άλλον άνθρωπο, να πει λίγα ή πολλά λόγια, τα οποία, δεν έχει καμία σημασία, αν είναι πάντοτε τα ίδια. Σύμφωνα με τον ίδιο, κατάγεται από τον Βόλο. Βρισκόταν στην Αθήνα όταν πέρσι πληροφορήθηκε ότι σκότωσαν τον 22χρονο γιο του κάπου στο Πήλιο. Τρελάθηκε τελείως ο κυρ-Ηλίας και ουρλιάζοντας πήγε να πέσει από το μπαλκόνι του σπιτιού όπου φιλοξενούταν. Τον μάζεψαν και τον έφεραν δεμένο στο ψυχιατρείο του εφημερεύοντος νοσοκομείου. Έκτοτε, μπαινοβγαίνει στα δημόσια ψυχιατρεία και η μοναξιά του προδίδει την απουσία συγγενών, δικών του ανθρώπων. Δεν τον ρώτησα ποτέ αν ζει η γυναίκα του, αν έχει κι ο ίδιος μάνα, αδέρφια. Τον αφήνω κάθε φορά να μιλάει και που και που τον διακόπτω μ' ένα Όλα θα περάσουν. Το συστήνουν κι οι τρελογιατροί! Ποτέ μην μπαίνεις στο παραλήρημα ενός σχιζοφρενούς, ταράζεσαι εσύ και ταράζεις κι αυτούς. Μια καθησυχαστική σύντομη φράση, αντίθετα, λειτουργεί ανακουφιστικά. Στα μάτια του κυρ-Ηλία είδα γι' ακόμη μια στιγμή τους Τρελούς του κόσμου όλου. Αυτός μιλούσε και ούτως ή άλλως δεν έλεγε κάτι καινούργιο, κι εγώ σκεφτόμουν πως η Τρέλα είναι η μοναδική έκφραση της Κοινωνικής Αναρχίας. Μια Αναρχία που δεν σπάει, ούτε καταστρέφει, υπονομεύει όμως την Κοινωνία απ' τα θεμέλια της, παίζει ειρωνικά με τους θεσμούς της και τα πιο κοιμισμένα της ένστικτα. Τα τελευταία χρόνια τραβάω τους Τρελούς σαν μαγνήτης. Στο ταξί, στο λεωφορείο, σε αίθουσες γεμάτες κόσμο! Υπήρξε γυναίκα που διέσχισε μια τεράστια αίθουσα μόνο και μόνο για να έρθει να κάτσει δίπλα μου, που με είδε να κάθομαι κι εγώ μόνος και πίσω - πίσω. Σαν το έκανε, ξεκίνησε να μου μιλάει με ένα τρομερό άγχος και με μια γρήγορη ροή λόγου, ανυπόφορη σχεδόν. Σε 5 λεπτά είχαμε αρχίσει να συνομιλούμε για τα φάρμακα της και την ιστορία της πονεμένης ζωής της. Γνώρισα κι έναν άλλο Τρελό, Ανώμαλο θα τον έλεγε ο Κοινός Νους, Πανηδονιστή δε διστάζω να τον πω εγώ τώρα. Αυτός είχε τουλάχιστον ακόμη σώας τας φρένας ώστε να ζητήσει βοήθεια ψυχιάτρου, εφόσον ήθελε να μπαίνει μαζί με την 16χρονη κόρη του στο μπάνιο και να την αγγίζει. Ή θα μπεις φυλακή ή θα πάρεις φάρμακα, τον είχε προγκήξει ο γιατρός και φυσικά προτίμησε να χαπακωθεί και να χάσει τελείως τη λίμπιντο του. Μια μέρα, όμως, όρμηξε στο κορίτσι μόλις μπήκε στο μπάνιο - προφανώς είχε παραμελήσει την αγωγή του - και προτού συμβεί καμιά τραγωδία, τον μάζεψαν κι αυτόν και τον έκλεισαν μέσα. Κι ακόμη, έχω συναντήσει γιους διάσημων γονέων σε βαριά, ανίατη κατάσταση, με το σώμα τους ξυραφιασμένο, αυτοτραυματισμένο για να βγει από μέσα τους το πνεύμα του πατέρα τους. Εκεί έφτανε το μαρτύριο της τρέλας τους! Κάποτε ήθελα να τα παρατήσω και τέχνες και όλα και ν' ασχοληθώ μόνο μ' αυτούς τους ανθρώπους. Έμπειρος ψυχίατρος μού'χε προτείνει να ενταχθώ στην ομάδα του και να αναλάβω συμβουλευτικό ρόλο σε βαριά σχιζοφρενείς, να πηγαίνω στα σπίτια τους και να μιλάω για μία ώρα μαζί τους επί πληρωμή κιόλας. Δεν το έκανα όχι γι' αλλο λόγο, μα επειδή γύριζα ταινία τότε. Πήγαινα όμως τακτικά στο ιατρείο του και βλέπαμε μαζί αρκετούς ασθενείς. Πως αντέχετε, γιατρέ, πως δεν καίγεστε; τον ρώτησα αυτόν, που κόντευε τα 70 και που το 1972 είχε κουράρει για ένα διάστημα τη Φλέρυ Νταντωνάκη, άρτι αφιχθείσα από την Αμερική. Τίποτα δεν είναι τυχαίο σ' αυτή τη ζωή! Δεν έχω γνωρίσει πολλούς ψυχιάτρους, αλλά αυτός σίγουρα δεν ήταν ο κάποιος. Κι επειδή είχε προβλήματα με την καρδιά του και κάπνιζε σα φουγάρο, εύχομαι νά'ναι καλά ο άνθρωπος. Μού'χε εξηγήσει τότε πως και ο ίδιος αναγκαστικά κάνει ψυχανάλυση, προκειμένου να γλιτώσει απ' όλο αυτό το πνευματικό σκουπίδι, το οποίο εισπράττει καθ' όλη τη διάρκεια της εργασίας του. Έτσι μπήκα κι εγώ στη διαδικασία της ψυχανάλυσης, για όσο μου το επίτρεψε κι η δική μου εργασία - κάτι που σκεπτόμενος το, τώρα, μόνο βοηθητικά λειτούργησε. Πάμε να σε κεράσω έναν καφέ, πρότεινα του κυρ-Ηλία, θέλοντας μάλλον να διακόψω τον σαρωτικό ειρμό του. Όχι, καφέ δε θέλω, μου απάντησε, άμα μπορείς όμως δώσε μου 3 ευρώ για να μην πάω με τα πόδια στο κέντρο. Βγαίνω για πάντα σήμερα και θα πιάσω ένα ξενοδοχείο στην Ομόνοια να ξεκουράσω τα πόδια μου, υποστήριξε. Χαμογέλασα, του έδωσα πέντε ευρώ να πάρει και τσιγάρα, αλλά ήμουν και είμαι βέβαιος πως την επόμενη φορά που θα ξαναπεράσω θα βρίσκεται πάλι εκεί...
1 σχόλιο:
Με αφορμή την αναφορά σου στη μητέρα σου, θέλω να σου πω κάτι που με συγκίνησε.
Σε μια ανάρτησή σου, από τις τελευταίες πριν την πρεμιέρα της ταινίας για τη Γώγου, έγραψες μια μικρή πρόταση, πολύ μικρή , που αφορούσε τη μητέρα σου, ότι θα πήγαινε να φτιάξει τα μαλλιά της, για να είναι έτοιμη για την πρεμιέρα...
Αυτή η μικρή αναφορά ήταν τόσο συγκινητική, που ειλικρινά, στις επόμενες αναρτήσεις με αφορμή την ταινία, περίμενα να δω αν θα γράψεις κάτι για την αντίδρασή της, μετά την προβολή...
Δεν έγραψες (ή εγώ δεν πρόσεξα κάτι). Και μετά σκέφτηκα, ότι το γεγονός πως δεν έγραψες κάτι, ήταν (ίσως) δηλωτικό του πόσο θα σε συγκίνησε η δική της αυτονόητη συγκίνηση. Οπότε, ήταν περιττό, να ειπωθεί οτιδήποτε...
(Η μητέρα σου, πρέπει να είναι ωραίος τύπος)
Δημοσίευση σχολίου