Και η ιστορία ανέβαινε και στέκονταν και κρυφάκουγε απ' την πόρτα τη σιωπή του δωματίου.
Πέρασαν ώρες πολλές, μπορεί και χρόνια, ώσπου να βρει το κουράγιο να γυρίσει το πόμολο, τα μάτια να διατρέξουν το σκοτάδι και την επαρχιακή μούχλα του απογεύματος. Κι είδε. Εκεί στη γωνιά του φθισικού φθινόπωρου, στου Νοέμβρη τα περιθώρια, εκεί ανάμεσα στην πλούσια πενία των τύμβων και σε σκόρπια όνειρα, είδε τον Τσεζάρε Παβέζε να κολυμπά στη θλίψη του και στον αφρό της νικοτίνης, λιωμένος απ' τη μαρμαρυγή του ταβανιού, μ' ένα κατακόκκινο ρόδο σφηνωμένο βαθιά στον κρόταφο του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου