Την Κατερίνα την
έβλεπα στα Εξάρχεια, όπως και στη Θεσσαλονίκη καμιά φορά. Πρόκειται για
σύμπτωση, αφού ειδικά η Γώγου δεν με επηρέασε. Δηλώνω επηρεασμένη αορίστως από
τη μεγάλη ποίηση, αυτό το μεγάλο δέντρο, στο οποίο κατάφερα να μπολιαστώ και να
γίνω κι εγώ ένα μικρό κλαδάκι του. Έγραφα από μικρή πρωτόλεια ποίηση, έσκιζα τα
ποιήματα μου και πέρασα από διάφορες αμφισβητήσεις, προσπαθώντας μάλλον να κάνω
ποίηση τον εαυτό μου με τον τρόπο ζωής μου.
Υπάρχει
ποιητικός τρόπος ζωής;
Βέβαια υπάρχει. Ο
δικός μου τρόπος είναι η επαφή μου αρχικά με το θέατρο, η παρατήρηση, η καλή
σχέση μου με τη φύση και η αυτογνωσία, ειδικά όταν άρχισα να κατανοώ τι είναι
αυτό που παθαίνω και γιατί δεν μπορώ να επικοινωνήσω με τους ανθρώπους στο χώρο
μου. Πάντα έλεγα ότι κάνω δεν κάνω εγώ σωστά, δεν ξεκινούσα δηλαδή απ’ τους
άλλους.
Μήπως είστε
ενοχικό άτομο;
Όχι, προσπαθώ
απλώς να τα κάνω όλα καλά κατά το «καλό παιδί», το συνεπές. Ούτε και στην
περίπτωση της μάνας μου μετά το θάνατο της είχα ενοχές. Προσπαθώ να είμαι καλή
στη δουλειά, ευγενική, αποφεύγοντας λάθη που θα οδηγήσουν σε ενοχές.
Μου είχατε πει
παλιότερα πως αφότου έφυγε η μητέρα σας, νιώσατε να σας αποδέχεται εκ των
υστέρων.
Η μαμά μου μου
είπε «σ’ αγαπώ» από τηλεφώνου πριν πεθάνει, αφού ποτέ δεν ήταν καλή στο να
επικοινωνήσει την αγάπη της, δεν ήξερε από χάδια και φιλιά, δεν τα είχαμε αυτά
στο σπίτι μας.
«Σαράντα ποιήματα» ονομάστηκε η πρώτη σας ποιητική συλλογή. Που θα πει ότι μπορεί να ήταν 1.040 ποιήματα, απ’ τα οποία πετάχτηκαν τα χίλια;
Κράτησα μερικά
απ’ την εφηβική μου ηλικία που περιέχουν μια αφέλεια και μια γλύκα, τα «Σαράντα
ποιήματα» όμως γεννήθηκαν επί τούτου, ανατρέχοντας στις μνήμες μου και τα
τετράδια μου. Δεν πήρα δηλαδή αυτούσια ποιήματα από το παρελθόν. Δεν
ταλαιπωρήθηκα καθόλου με εκδοτικούς οίκους. Είπα του Γιώργου Χρονά ότι θέλω να
βγάλω τα ποιήματα μου και μου απάντησε: «Σε δέκα μέρες θα βγουν»! Σαν να ήταν
ενστικτωδώς ενημερωμένος και με απάλλαξε απ’ τα τρεξίματα. Ο τίτλος «Σαράντα
ποιήματα» εμπεριέχει και ένα μύθο, από τα «Σαράντα παλικάρια» μέχρι τα
«σαράντα» στους νεκρούς μας. Έχει και μια ίντριγκα. Όταν τα έδωσα, δημοσίευσα
ακόμη ένα ποίημα στο facebook. Μου είπε ο Χρονάς: «Μα, τι κάνεις; Εκδίδεις και συνεχίζεις να γράφεις;
Δώσ’ το μου κι αυτό να κάνουμε εκδοτικό τρικ, να είναι 41 τα ποιήματα»
(γέλια).
Δηλώσατε μέρος
της μεγάλης ποίησης.
Έγραψα ελεύθερα
στο παρόν, περιλαμβάνοντας το παρελθόν και με μια φιλοδοξία ν’ ανήκω στο
μέλλον. Δεν θα ήθελα τα ποιήματα μου να ανήκουν στη σημερινή μικρή εποχή, αλλά
να διαβάζονται και στο μέλλον, εξ ου και τυπώθηκαν σε βιβλίο. Όταν γράφω,
συνδέομαι με το Μεγάλο Ποίημα ανά τους αιώνες, το Θείο.
Αν υποθέσουμε
ότι οι λέξεις είναι επίπονες, είναι σαφώς πιο ελεύθερη διαδικασία απ’ το να
κάνεις θέατρο και να χτυπάς πόρτες για επιχορηγήσεις;
Η αλήθεια είναι
πως δεν σκέφτηκα την πιο άμεση επικοινωνία μέσω της ποίησης. Η ανάγκη είναι να
επικοινωνήσουμε σαν άνθρωποι και σαν καλλιτέχνες. Είναι ένα βάσανο το ποίημα,
αλλά το πιο απελευθερωτικό απ’ όλα. Η ελευθερία μας λείπει πιο πολύ απ’ όλα.
Κανείς δε νιώθει ελεύθερος ακόμη και μέσα σ’ ένα δημοκρατικό πολίτευμα που
υποτίθεται ότι πρεσβεύει την ελευθερία.
Εσείς νιώθετε
ανελεύθερη;
Τώρα τελευταία
νιώθω καλύτερα γιατί κατάφερα να δημιουργήσω προϋποθέσεις. Περιορίστηκα για να
είμαι πιο ελεύθερη. Είναι ο πέμπτος χρόνος, ξέρετε, που κόβομαι από το ΥΠΠΟ,
απορρίπτονται οι προτάσεις μου. Κάνω πενήντα χρόνια θέατρο και, ειλικρινά,
νιώθω κάτι τιμωρητικό απέναντι στην προσωπικότητα μου. Το χαστούκι που έφαγα
στο δημοτικό γιατί σταμάτησα στον 15ο στίχο του «Ύμνου εις την
Ελευθερία» του Σολωμού, ενώ κανένα άλλο παιδί δεν είχε μάθει το ποίημα. Σαν να
με τιμωρούν ακόμη επειδή είμαι επιμελής, ταλαντούχα, με πείρα και με γνώση.
Ξέρω καλά ότι αξίζω μιας επιχορήγησης με ένα αστείο ποσό – 10.000 ευρώ – εκεί
που πάντα βάζω λεφτά απ’ την τσέπη μου. Ειλικρινά χρειάζεται δημοσιογραφική
έρευνα για να καταλάβουμε τι έχουν μαζί μου, αλλά και γιατί τόσοι άνθρωποι δεν
παίρνουν μια θέση γι’ αυτό το θέμα. Είναι αδικία, αγένεια και προσβολή. Όσο
αυτοί με κόβουν, στο μεταξύ, τόσο εγώ εφευρίσκω καινούργια μονοπάτια για να
υπάρξω. Έφτασα να παρουσιάζω τις δουλειές μου στον χώρο μου με ελεύθερη είσοδο
γιατί δεν έχουμε έσοδα. Έγραψα τα τρία βιβλία μου, έβγαλα τα ποιήματα μου,
δηλαδή όσο αυτοί με στριμώχνουν, τόσο καλύτερη γίνομαι. Η δουλειά τους δεν
είναι όμως να κάνουν εμένα καλύτερη, αλλά να κοιτάξουν αυτά που έκανα και να
μου δώσουν επιχορήγηση τιμητική κιόλας! Το λέω με αυτοπεποίθηση διότι πηγαίνω
και βλέπω όλων τις δουλειές, ακόμη κι αν αυτοί δεν έρχονται στις δικές μου.
Ποτέ δεν είχα αυτό το «ποιος είμαι εγώ και ποιος είσαι εσύ», πηγαίνω και βλέπω
τους συναδέλφους μου. Θέλω να συνομιλούμε με τις δουλειές μας όλοι. Επομένως,
υπεύθυνες που με κόβουν είναι οι επιτροπές του ΥΠΠΟ με τη μεγαλύτερη ευθύνη να
έχει η ίδια η υπουργός. Έμαθα πρόσφατα ότι κάποιοι που κάνουν αιτήσεις,
συνομιλούν με υπαλλήλους του ΥΠΠΟ κάθε μέρα. Δεν πρέπει να γίνεται αυτό και
προσωπικά δεν ξέρω κανέναν. Κάνω την αίτηση μου και τίποτα άλλο. Πενήντα μέτρα είναι το υπουργείο απ’ το σπίτι
μου και δεν πέρασα ποτέ να ρωτήσω μην έκανα κανένα λάθος. Κι αυτοί, όμως, ποτέ
δεν μου είπαν: «Κυρία Φιλιππίδου, αυτό έπρεπε να το κάνετε έτσι» κλπ.
Και χωρίς να
ανήκετε σε κάποιο κόμμα.
Ο πατέρας μου
έπαθε κάτι με τα κόμματα που ποτέ δεν μας το είπε. Τον θυμάμαι να μας λέει:
«Παιδιά μου, σας συμβουλεύω να μη γραφτείτε ποτέ σε κόμμα». Στο Θεατρικό
Εργαστήρι Θεσσαλονίκης εγώ κατάλαβα την πολιτική μου θέση με τη διάσπαση τότε
ΚΚΕ Εξωτερικού και Εσωτερικού. Πάντα είμαι με τη δικαιοσύνη και τους αδύναμους,
έχω μια επαναστατική διάθεση μόνο που δεν ξέρω πού γίνεται η επανάσταση για να
μπω κι εγώ μέσα!
Εγώ βλέπω ότι διατηρείτε ατόφια την παιδικότητα σας.
Ευτυχώς, έτσι;
(γέλια) Δεν το είχα ποτέ με τα οικονομικά, πρέπει να πω. Νιώθω βαθιά
καλλιτέχνις με μεγάλη αγωνία να εκφραστώ και να επικοινωνήσω, να αγαπηθώ και
κυρίως να κάνω εικόνες με τη φαντασία μου, είτε ποιητικές, είτε θεατρικές,
πατώντας γερά στη γη ταυτόχρονα. Στην τηλεόραση πάλι είχαν την άποψη ότι το
κωμικό είναι κάτι άσχημο, πρέπει να μην έχει σχήμα. Φιλοσοφικά το άσχημο αυτό
είναι και όχι ό,τι πλασάρουν τα περιοδικά μόδας. Όταν κάποιος πάσχει σαν να
είναι κόμικ και χαλάει το σχήμα του, αυτό είναι! Οι δικοί μας είναι της γνώμης
ότι το «άσχημο» είναι απλά η άσχημη που περνάει χωρίς τα πόδια και το πρόσωπο
της Αντζελίνα Τζολί κλπ. Δέχτηκα κακοποίηση και bullying επ’ αυτού, προσπαθώντας να με
ασχημίζουν για να γελάει όλο και πιο πολύ ο κόσμος σε βάρος μου.
Βαριά κουβέντα
αυτή! Δεν είναι μόνο το σχήμα, όμως, αλλά και η μεταφορά του λόγου, του
σεναρίου. Ποια άλλη θα έκανε όπως εσείς το χαρακτήρα στο «Κλάμα βγήκε απ’ τον
Παράδεισο»;
Εκεί πια περάσαμε
στην «κακιά» ή μάλλον την «ασχημοκακιά». Εκεί με βάλανε, όχι να είμαι δηλαδή η
«ομορφο-δραματική». Θεωρώ επιπόλαιες και επιδερμικές αυτές τις προσεγγίσεις κι
από κάτω έβραζε το δικό μου στοιχείο. Όλα είναι θέμα αλήθειας κι αυτή είναι η δική
μου προσέγγιση στους ρόλους. Προσπαθώ να κάνω όπως κάποιος που πέφτει κάτω στο
δρόμο και βγάζει μια αίσθηση του γκροτέσκου κωμικού. Οι άλλοι αυτό το
ερμήνευσαν ως «ασχήμια», ενώ έχει μέσα μια αλήθεια. Ακόμη κι όταν λέω αλήθειες
στη ζωή μου, οι άλλοι γελάνε, λένε «Αυτή είναι αθώα και τι μας λέει τώρα»…
Απ’ όσα μου
λέτε, συμπεραίνω πως δεν περάσατε πολύ καλά στις δουλειές που γίνατε γνωστή
ευρέως.
Όχι, βέβαια,
γιατί έχασα το νόημα της τέχνης. Οι δουλειές αυτές κούραζαν το σώμα μου και την
ψυχή μου και χωρίς να είμαι η υψηλά αμειβόμενη στην τηλεόραση. Δεν γκρινιάζω
καθόλου, αφού δεν μ’ ενδιαφέρει και καθόλου το οικονομικό θέμα. Είμαι καλά και
επιτέλους απόκτησα μια σχετική ελευθερία στο χώρο μου.
Το νόημα της
τέχνης που λέτε εγώ το εισέπραξα όταν είδα την παράσταση σας σε έργο του Φώκνερ
στη μετάφραση του Κουμανταρέα.
Για κάτι τέτοια
επαινώ μόνη μου τον εαυτό μου. Υπάρχει μέσα μου ένας κριτικός τέχνης που μου
λέει: «Μπράβο, καλά το’ κανες». Όταν δεν
ενδιαφέρονται για μένα, εγώ αρκούμαι σ’ αυτό! Η χαρά είναι μεγάλη όποτε
παρουσιάζω τα έργα μου ή κάνω τα σεμινάρια μου.
Δεν παλεύετε εσείς με το τέρας της κατάθλιψης.
Όχι, γιατί η
κατάθλιψη είναι κάτι εγγενές, έρχεται από κληρονομικούς παράγοντες, μα και από
τις συνθήκες ζωής. Εγώ δεν πέρασα τραγωδίες στη ζωή μου, σε αντίθεση με τον
πατέρα μου, λόγου χάριν, που όταν ήταν πέντε χρονών, οι Τούρκοι σφάξανε τον
μπαμπά του. Ορφανός πρόσφυγας ήταν ο πατέρας μου. Η μόνη μας έγνοια στην
οικογένεια ήταν να δουλεύουμε μπας και ανέβουμε κοινωνικά. Ο παππούς μου στη
μικρασιατική καταστροφή έφυγε προς το σπίτι για να πάρει κάτι ακόμη και δεν
επέστρεψε ποτέ για να μπει στο καράβι. Οι συγγενείς είπαν αργότερα πως βρήκαν
μόνο το κεφάλι του. Το κακό είναι πως μεγαλώσαμε με την εικόνα ενός κεφαλιού
κομμένου, ποτέ δεν λέγαμε «ο παππούς», αλλά «το κεφάλι του παππού». Ακόμη στα
όνειρα μου ο παππούς μου δεν έχει σώμα εκτός από ένα κεφάλι! Αυτή είναι η
μεγάλη τραγωδία μου κι αυτά που περνάμε τώρα με τα καλλιτεχνικά είναι μάλλον
αστειότητες. Παρόλα αυτά δεν με εκφράζει το τρέχον καλλιτεχνικό σύστημα. Δεν με
θέλουν μία, δεν τους θέλω εκατό! Μαζοχιστικά κάνω αιτήσεις και ξέρω εκ των
προτέρων ότι θα με απορρίψουν! Γιατί, όμως, συνεχίζω να το κάνω;
Ανέκαθεν σας
έλκυαν οι καταραμένοι ποιητές σαν τον Καρούζο.
Υπάρχει αυτή η
σπαρακτική φωτογραφία με έναν μεγάλο ποιητή να κάθεται μόνος σ’ ένα άδειο
σχεδόν υπόγειο και απ’ το παράθυρο να βλέπουμε τα πόδια ενός περαστικού. Ο
Καρούζος έβλεπε μόνο πόδια και έγραφε ουράνια ποιήματα. Έβλεπε τον ουρανό από
τόσο κάτω! Το λέω και τρέμουν τα χέρια μου! Η Γώγου, που την αναφέραμε, έζησε
την εποχή των πανκ, τη μαύρη και σκοτεινή. Βασανισμένοι άνθρωποι στην προσωπική
τους ζωή.
Το δικό σας
βάσανο ποιο είναι τελικά;
Κάτι
απροσδιόριστο. Δεν έχει πρόσωπο το βάσανο μου πέραν της καλλιτεχνικής
ανησυχίας. Είμαι και αρκετά φιλόδοξο άτομο, όσο και ανταγωνιστικό με την καλή
έννοια. Θέλω να απαντώ σ’ αυτούς που θαυμάζω με το δικό μου έργο.
«Η Παναγία στο
λιβάδι» λέγεται ένα ποίημα σας με μία εντελώς δική σας προσέγγιση στην ιερή
μορφή της χριστιανοσύνης.
Την προσωποποίησα
σ’ ένα ποίημα που έγραψα στη Δημητσάνα όταν κάναμε «Το παιδί με τα γαλάζια
μάτια», μια ταινία με τον Θανάση Νεοφώτιστο. Γνώρισα την πρόεδρο του χωριού που
μου διηγήθηκε πως πέθανε ο αδερφός της καβάλα στο άλογο. Οραματίστηκα το όλο
πράγμα εκ νέου προσπαθώντας να προσεγγίσω και το δημώδες στοιχείο. Το έκανα
τεχνηέντως να μοιάζει με θρύλο.
Ποιο ποίημα
σας αγαπάτε λίγο πιο πολύ απ’ τ’ άλλα;
Ίσως αυτό που
ξεχώρισε για μένα ο Αχιλλέας Κυριακίδης και τον ευχαριστώ, το «Έλευσις». Μιλάω μέσα
για τη δική μου γέννηση ενός ποιήματος. Έκανα εικόνα τον ποιητή με τον τρόπο
που αυτός εμπνέεται και δημιουργεί.
Μιλήστε μου
λίγο για τα σεμινάρια που ετοιμάζετε, όπως κάθε χρόνο.
Το σεμινάριο μου
φέτος γίνεται με βάση τον Μπέκετ και το Θέατρο του Παραλόγου, όλη την απελπισία
αυτής της γενιάς με την αγωνία του Τίποτα. Θα δουλέψουμε πάνω στις
«Ευτυχισμένες μέρες» και το «Περιμένοντας τον Γκοντό» με ανάγνωση κειμένου και
δραματουργία. Δύο τμήματα θα υπάρχουν, ένα για ηθοποιούς κι ένα γι’ αυτούς που
αγαπάνε το θέατρο και έχουν μια αγωνία πως θα μπορούσαν κι αυτοί να υπάρξουν
μέσα του. Μιλάμε για τρίμηνα σεμινάρια με ένα κόστος των εκατό ευρώ το μήνα.
Μεγάλη δύναμη πήρα απ’ τα ποιήματα μου και με την ίδια λογική είπα να γράψω
θέατρο. Θέλω να φτιάξω μια ομάδα νέων ηθοποιών και μ’ ένα καινούργιο έργο να βρεθώ
σε χωροχρονική συνεννόηση με τον Μπέκετ.
Περιμένετε
κάτι εσείς απ’ αυτή την κοινωνία κατά την μπεκετική αναμονή;
Μια μεγάλη χαρά
θα παίρναμε όλοι αν πηγαίναμε σε μία εκ βαθέων κάθαρση. Αυτό προσδοκώ σαν
δικαίωση όλων μας, όχι μόνο δικής μου. Μιλάω για πολιτικό ξεκαθάρισμα ώστε οι
άνθρωποι να φύγουν απ’ τον μεγάλο συμβιβασμό, δεμένοι απ’ τη φυλακή της
καθημερινότητας τους.
Μου αρέσει που
αγαπάτε τη ζωή και το δείχνετε στα social media: Ανεβάζετε
τα γατάκια σας, ένα ωραίο φαγητό που φτιάξατε, τα λουλούδια σας…
Δεν επεδίωξα να
φτιάξω το μυστηριώδες πρόσωπο μιας καλλιτέχνιδας που περιφέρει την πνευματική
της κούραση γιατί είναι βαθυστόχαστη. Είμαι ένας απλός άνθρωπος που αγαπά τη
ζωή και που πάντα έχει χρόνο για να σκέφτεται και να ασκεί με χαρά την τέχνη
της.
* Τα «Σαράντα Ποιήματα», η πρώτη ποιητική συλλογή της Σοφίας Φιλιππίδου, κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Οδός Πανός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου