Τετάρτη 13 Νοεμβρίου 2024

Susan Hampshire: Ένας ζεστός καφές στο φθινοπωρινό Λονδίνο με μία παλιά Βρετανίδα σταρ του θεάτρου και της τηλεόρασης.

Τον τόπο του ραντεβού μας, μια κρύα μέρα στο Λονδίνο τον Οκτώβρη του 2022, τον όρισε η ηθοποιός Lady Susan Hampshire. Δώσαμε ραντεβού συγκεκριμένα για το Carlton Towers Hotel κι όταν έφτασα ακριβώς στην ώρα μου την βρήκα να με περιμένει στη ρεσεψιόν.  Εκεί που νόμιζα πως θα δω μία ηλικιωμένη Αγγλίδα κυρία που τηρεί κατά γράμμα το πρωτόκολλο των τίτλων τιμής, είδα μια πολύ όμορφη και αριστοκρατική γυναίκα με ευγένεια και χιούμορ, αλλά και με μία αμεσότητα ασύμβατη με το στάτους της. Η Hampshire, άλλωστε, ναι μεν είναι μία Lady – χήρα του Sir Eddie Kulukundis, του Έλληνα μεγιστάνα που υπήρξε σημαντικός παράγοντας του βρετανικού θεάτρου και αθλητισμού – η ίδια όμως προέρχεται από μία μεσοαστική βρετανική οικογένεια. Μεσουράνησε το διάστημα τέλη 1960 – αρχές 1970 με τηλεοπτικούς ρόλους, συνήθως της κακιάς γυναίκας, που την έκαναν παγκοσμίως διάσημη και περιζήτητη. Σήμερα η Susan, σκέτο Susan, όπως θέλει να την αποκαλούν, πιστεύει ότι όλα αυτά επιζούν μονάχα στη φαντασία της και σε ένα κρεσέντο ταπεινότητας αυτοπροσδιορίζεται ως ένα αδιάφορο ανθρώπινο πλάσμα. Κάθε άλλο απ’ αυτό που είναι στην πραγματικότητα! Ευχαριστίες στην Demetra Stathis για τη μετάφραση κατά τη διάρκεια της συνέντευξης με τη Susan Hamshire.

Ας ξεκινήσουμε, λοιπόν, Lady Susan…

Να με λες απλά Susan! 

Εντάξει, Susan, ευχαριστώ. Πως είναι η ζωή σας αυτή τη στιγμή;

Πολύ δύσκολο ερώτημα. Η ζωή μου είναι σ’ ένα μεταβατικό στάδιο, προσπαθώντας να περάσω από το πένθος στους κανονικούς ρυθμούς μου.

Άρα μια δύσκολη περίοδος.

Θα την έλεγα όχι και την πιο ευτυχισμένη της ζωής μου. Απ’ την άλλη σκέφτομαι ότι είχα μια πολύ ευτυχή καριέρα και έναν πολύ ευτυχή γάμο. Νιώθω τυχερή και δεν παραπονιέμαι, απλά σας εξηγώ το ότι βρίσκομαι σε ένα μεταβατικό στάδιο.

Τι είναι η έννοια του χρόνου για σας, πως τον αντιλαμβάνεστε τον χρόνο;

Ζω κυριολεκτικά την κάθε στιγμή που τρέχει, θέλω συνέχεια να κάνω κάτι, δεν με ενδιαφέρει αν θα σχετίζεται με διάφορες δουλειές, όπως με την καθαριότητα του σπιτιού ή του κήπου ή με το να διαβάζω ένα σενάριο. Ακόμη και το να βοηθώ γενικώς, είναι ένας τρόπος να κάνω πράγματα κάθε λεπτό στη ζωή μου.

Αυτό συνέβαινε από τότε που θυμάστε τον εαυτό σας;

Έτσι νομίζω. Ναι. Γεννήθηκα χαρούμενη μάλλον, προνομιούχα.

Μιλήστε μου λίγο για το οικογενειακό σας background.

Οι γονείς μου ήταν πολύ απλοί άνθρωποι. Ο πατέρας μου ήταν υπότροφος της Οξφόρδης και ένας πολύ αθλητικός τύπος. Διηύθυνε το «Imperial Chemical Industries» και έλειπε από το σπίτι καθημερινά. Η μητέρα μου ερχόταν από μια πολύ απλή οικογένεια κι αν ποτέ δεν έλαβε ιδιαίτερη παιδεία, είχε βαθιά έμπνευση, όραμα και ενέργεια. Προχώρησε μόνη της στη ζωή της, ιδρύοντας ένα μικρό σχολείο, όπου σπούδασαν και τα παιδιά της. Έτσι κι εγώ μεγάλωσα εθισμένη, όχι στο να παρτάρω, αλλά στο να εργάζομαι (γέλια). 

Είναι κακό να παρτάρει κανείς;

Λέω ότι σε καιρούς δύσκολους εγώ έριξα όλο το βάρος στην εργασία μου, έδωσα προτεραιότητα στην καριέρα μου.

Ζήσατε όμως ως κορίτσι το «swinging London».

Ναι, ήμουν πολύ νέα στα sixties. Σε μια ταινία για τους Beatles συμμετείχα, στο «A hard day’ s night», όχι τίποτα φοβερό, σε μία σκηνή κάπου περπατούσα και σε μία άλλη χόρευα σε μία ντίσκο της εποχής. Με τον Cliff Richard έπαιξα πολύ περισσότερο. Δεν τα είχα αυτά όμως στο μυαλό μου, ήμουν απόλυτα προσηλωμένη στην καριέρα μου και ταυτόχρονα σχεδόν φρόντιζα τη μητέρα μου που είχε αρρωστήσει από καρκίνο. Και, ξέρετε, δεν μπορείς να κάνεις καλά δύο πράγματα ταυτόχρονα.

Στην Ελλάδα λέμε πως δε χωράνε δυο καρπούζια κάτω απ’ την ίδια μασχάλη.

(γελάει πολύ) Ναι, το καταλαβαίνω! Κυρίως μέσα στο θέατρο έζησα που ήταν καταπληκτική συνθήκη, αλλά και στην τηλεόραση ήμουν κι εκεί τυχερή. Η τηλεόραση ήταν καλή πραγματικά, είχε κάτι αριστοκρατικό εκείνα τα χρόνια. Οι σειρές που έκανα παίζονταν σ’ όλο τον κόσμο μέσω του BBC και έγινα πολύ διάσημη με δουλειές σαν το «Vanity Fair», αλλά και πολλές άλλες. Στάθηκα πολύ – πολύ τυχερή.

Ποιες ήταν οι διαφορές στο να παίζετε στη σκηνή και μπροστά από την κάμερα;

Ενστικτωδώς όταν ήμουν νέα είχα μια φυσική κατανόηση της κάμερας. Δεν ήμουν ιδιαίτερα όμορφη, αλλά γνώριζα ποιο ήταν το «love affair» που όφειλε να έχει μια νέα ηθοποιός. Είναι μια μοναδική σχέση με τον φακό, εκεί που το θέατρο απαιτούσε κάτι που εγώ μπορεί να μην το είχα, να μην ήμουν καλή. Τώρα πια μπορώ να το κάνω και αυτό συγκριτικά με τα πρώτα χρόνια.

Προοδεύσατε, θέλετε να μου πείτε.

Ναι, αργά – αργά όμως.

Είχατε κάποιους ηθοποιούς – πρότυπα;

Θαύμαζα πάρα πολλές μεγάλες ηθοποιούς που είναι εν ζωή σήμερα, ίσως λίγο μεγαλύτερες μου, σαν τη Βανέσα Ρεντγκρέιβ και την Τζούντι Ντεντς.

Ζει στο Λονδίνο η Τζούντι Ντεντς;

Κάπου έξω απ’ το Λονδίνο.  Θα τη βρείτε μέσω του Μάρτιν Σέρμαν, του κοινού μας φίλου.

Η Βανέσα Ρεντγκρέιβ λέγεται πως είναι δύσκολος άνθρωπος.

Έχω την αίσθηση πως δεν είναι πολύ καλά στην υγεία της και, ναι, είναι δύσκολος άνθρωπος. Η Τζούντι είναι αξιολάτρευτη. Υπήρξε και η αγαπημένη ηθοποιός του συζύγου μου.

Έχετε στενή σχέση με την Ελλάδα μέσω του συζύγου σας, του Σερ Έντι Κουλουκουντή. Πιστεύετε ότι κατανοείτε την ελληνική κουλτούρα και τους Έλληνες σαν λαό;

Τα σαράντα χρόνια που έμεινα με τον άντρα μου, το κέντρο βάρους του ήταν η οικογένεια. Όλοι Έλληνες, συγγενείς, ξαδέρφια του, που τους λάτρευε. Προφανώς και η κοινωνική ζωή μας σχετιζόταν με τους Έλληνες, όπως με τους ηθοποιούς και τους αθλητές. Ξέρετε ότι υποστήριζε πολύ τους αθλητές και γενικά ήταν φιλάνθρωπος. Βοηθούσε και τους ηθοποιούς στα μικρά θέατρα, επομένως αξιοποιούσε πολύ καλά τα χρήματα του. Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι αγαπώ τους Έλληνες, τη ζεστασιά τους και την εκπληκτική ιστορία τους. Πρόσφατα που ξανάρθα στην Ελλάδα για την ταινία της Μιμής (σ.σ. το «Σμύρνη μου αγαπημένη»), ήρθα σαν τουρίστρια, χωρίς την παρουσία του Έντι να με προστατεύει. Συνειδητοποίησα πάλι πόσο καλά φέρονται οι Έλληνες, από τα μικρομάγαζα, τα εστιατόρια και τα ξενοδοχεία. Δουλεύουν πολύ οι Έλληνες, ενώ εδώ οι άνθρωποι δεν δουλεύουν ιδιαίτερα σκληρά.

Νιώθετε απροστάτευτη χωρίς τον άνδρα σας;

Απολύτως. Ναι. Όταν ζούσε η πεθερά μου μάθαινα ελληνικά και το θεωρούσα σημαντικό, αλλά από τότε που έφυγε ο Έντι, τα μόνα ελληνικά που θυμάμαι είναι τα «Ευχαριστώ πολύ που με καλέσατε απόψε» (γέλια, σ.σ. το λέει με σπαστά ελληνικά). Στο σπίτι μόνο αγγλικά μιλούσε ο Έντι, αλλά με τους δικούς του προφανώς και μιλούσε ελληνικά με αξάν.

Πιστεύετε ότι είστε μια εύθραυστη γυναίκα;

Πιστεύω ότι είμαι μια γυναίκα που έχει αντέξει πολλά. Έχω πολλή ενέργεια και δεν είμαι εύθραυστη γιατί έζησα μέσα στον πόλεμο, βομβαρδίστηκε το σπίτι μας, χάσαμε τα πάντα, όλες τις ανέσεις και οδηγηθήκαμε σε μια απλή ζωή. Η απλή ζωή είναι αυτή που σε σκληραίνει και σε κάνει θετικό σαν άνθρωπο.

Αυτό φαίνεται κι απ’ το πρόσωπο σας. Είστε μάλλον αισιόδοξος άνθρωπος.

Είμαι, δεν περιμένω τίποτα πια απ’ τη ζωή, αλλά νιώθω καλά μ’ αυτά που έχω. Το ίδιο καλά θα ένιωθα κι αν είχα λιγότερα.

Η φιλοδοξία πόσο σας απασχόλησε;

Προφανώς όταν ήμουν νέα ήξερα ότι δεν σου χαρίζεται τίποτα αν δεν κάνεις όνειρα και δεν εργαστείς σκληρά. Ήμουν φιλόδοξη και δεν ντρεπόμουν γι’ αυτό, αφού κάτι πρέπει να κάνεις στη ζωή σου άπαξ και έρχεσαι σ’ αυτή τη γη. Κάθε καλλιτέχνης είναι φιλόδοξος, αλλά εγώ ποτέ δεν έβλαψα συνάδελφό μου και ίσως η καριέρα μου να ήταν καλύτερη αν ήμουν περισσότερο εγωίστρια.  Τουλάχιστον!

Έχει ενδιαφέρον το πόσο σταθήκατε στον άνδρα σας μέχρι τα τελευταία του.

Ήταν χαρά μου να του σταθώ και γενικά δίνει χαρά στους ανθρώπους να τους παραστέκεσαι. Πάλι θα το έκανα αν μου δινόταν η ευκαιρία στην ηλικία που βρίσκομαι… Έχω γεράσει. Μετά το θάνατο του Έντι, φρόντισα και την αδερφή μου, αλλά δεν ήταν εύκολο. Ο Έντι ήταν αξιολάτρευτος και δεν φαντάζεστε πόσο δύσκολο ήταν να τον βλέπεις να χάνει το λαμπρό μυαλό του. Όλη αυτή τη σύγχυση και τον εκνευρισμό του…Δώδεκα χρόνια περίπου κράτησε αυτή η κατάσταση, που επιδεινωνόταν πολύ αργά.

Η φιλανθρωπία είναι κι αυτή στη φύση του καλλιτέχνη;

Το πιστεύω, αφού εγώ μάζευα λεφτά για φιλανθρωπίες από τα 20 μου. Είναι κουραστικό, αλλά με γεμίζει χαρά να το κάνω, παρόλο που όταν είσαι νέος και διάσημος, οι άλλοι «σκίζονται» να  βοηθήσουν το σκοπό σου. Τώρα πια είναι πολύ δύσκολο να μαζευτούν χρήματα και οι άνθρωποι είναι επιφυλακτικοί στο να δώσουν ακόμα και μια πένα. Μιλάω για το όταν είσαι άσημος και δεν έχεις τις απαραίτητες επαφές. Όταν ζούσε ο Έντι, φυσικά και είχαμε πολλές επαφές. Ήμουν κι εγώ γνωστή και νέα, οπότε δεν είχαμε σχέση με το σήμερα που είναι πολύ – πολύ δύσκολο να μαζέψεις χρήματα.

Υπάρχει ένας ρόλος που να σας ακολουθεί μέχρι σήμερα;

Διάφοροι χαρακτήρες που υποδύθηκα κακών γυναικών. Έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον να παίζεις τον κακό παρά τον καλό. Απαιτεί πολλή δουλειά και συχνά δεν το παίρνεις το credit. Όταν παίζεις τον κακό, όλοι σου λένε «Καταπληκτική ήσουν», ακόμη κι αν δεν ήσουν (γέλια). Έχει χαρά να παίζεις τον κακό και η Μπέκι Σαρπ στο «Vanity Fair», ο χαρακτήρας που έπαιξα, δεν ήταν καλή σίγουρα, αλλά τη θαύμαζα που πάντα έβρισκε λύσεις μέσα στις πιο δυσάρεστες καταστάσεις και πάλευε γι’ αυτά που ήθελε. Για την εποχή της, τις αρχές του ’70, ήταν φεμινιστικό σύμβολο, αφού στις γυναίκες έλεγαν να κάθονται κάτω και να μη μιλάνε καθόλου. Να κάνουν ότι τους έλεγαν οι άνδρες τους και η κοινωνία.

Η Susan Hampshire με τον σύζυγο της, Eddie Kulukundis, στα sixties

Πέραν του Έντι, υπήρξε κάποιος άνθρωπος άλλος που να καθόρισε τη ζωή σας;

(σκέφτεται) Ναι, θα το έλεγα για τρεις ανθρώπους: Τον πρώτο μου άνδρα και πατέρα του γιου μου, τον Γάλλο σκηνοθέτη Πιέρ Γκρανιέ – Ντεφέρ. Μείναμε μαζί από το 1967 ως το ’74, στο αποκορύφωμα της καριέρας μου. Μετά ήμουν για λίγο μ’ έναν εξαιρετικό Σουηδό σκηνοθέτη, τον Γιαν Τουέν, λαμπρό μυαλό που δουλέψαμε μαζί. Ωραίος τύπος ήταν! Θα έλεγα και την δασκάλα μου στο τραγούδι, που με βοήθησε πολύ στο να επεκτείνω τους ορίζοντες μου, να αντιλαμβάνομαι τα εξωτερικά ερεθίσματα, όπως το να φροντίζεις ένα φυτό ή ένα ζώο συντροφιάς, που σε κάνει να μην εστιάζεις στον εαυτό σου ειδικά όταν είσαι νέα και εγωίστρια. Μου έδωσε ένα κίνητρο θετικότητας. Σίγουρα θα έλεγα και τη μητέρα μου, αλλά και τις αδερφές μου.

Είναι εν ζωή όλες οι αδερφές σας;

Είναι γριές πια…Ο αδερφός μου έχει πεθάνει και πριν από μερικές εβδομάδες έχασα και τη μια αδερφή μου. Ήμασταν πέντε παιδιά, τέσσερα κορίτσια κι ένα αγόρι. Είναι ένα ολόκληρο ταξίδι αυτό να φεύγουν οι άνθρωποι και να πηγαίνουν όπου τέλος πάντων πηγαίνουν. Σκέφτεσαι πως έγινε ότι καλύτερο γι’ αυτούς άμα η ζωή τους δεν ήταν βιώσιμη πια. Όταν δεν υπάρχει ποιότητα ζωής, καλύτερα να σε χαροποιεί ο θάνατος τους. Και που ξέρεις αν όλοι αυτοί τώρα δεν είναι μαζί χαρούμενοι…Δεν ξέρω…

Κι ο θάνατος μες το παιχνίδι της ζωής είναι.

Το πολύπλοκο της ζωής. Είμαι εδώ και αύριο μπορεί να μην είμαι. Επισκέπτες της ζωής με έναν τρόπο.

Έχετε χριστιανικές πεποιθήσεις;

Έχω, αλλά σέβομαι όλες τις θρησκείες. Όχι στις λεπτομέρειες τους, αλλά βλέπω τα θετικά τους. Είμαι Ορθόδοξη χριστιανή, ξέρετε, όχι Καθολική.

Ήταν Ορθόδοξοι οι δικοί σας;

Ο πατέρας μου βασικά ήταν Μεθοδιστής κι απ’ αυτόν έμαθα πως ο φανατισμός δεν κάνει καλό και πως καλά πράγματα θα βρεις σ’ όλες τις άλλες θρησκείες, είτε είσαι Βουδιστής, είτε Ινδουιστής.

Για την αθεΐα, τι γνώμη έχετε;

Ο Έντι, ας πούμε, ναι μεν γεννήθηκε χριστιανός Ορθόδοξος, αλλά μεγαλώνοντας δεν είχε κανένα ενδιαφέρον γι’ αυτά. Κάπως έτσι είμαι κι εγώ. Ελπίζω να μη μου θυμώσει η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία μ’ αυτά που λέω (γέλια).

Τι σκέφτεστε σήμερα που βλέπετε τηλεόραση ή μία θεατρική παράσταση;

Πάλι θα σας πω πώς όταν ήμουν νέα έβλεπα φανταστικές παραστάσεις. Το θέατρο στην Αγγλία ήταν το «crème de la crème»! Σκέφτομαι πόσο έχει αλλάξει το βρετανικό θέατρο. Τώρα πια μπορώ να σηκώνομαι και να φεύγω από μία παράσταση, ακόμη κι αν είναι στην αρχή της, κάτι που τότε δεν θα μπορούσα να το κάνω. Δεν μου αρέσει που φοράνε ακουστικά για ν’ ακούν τις οδηγίες του σκηνοθέτη ή να θυμούνται τα λόγια τους. Το να μην τους ακούς αν δεν φοράνε μικρόφωνα. Βρισκόμαστε, πιστεύω, σ’ ένα μεγάλο μεταβατικό στάδιο ως προς το θέατρο. Βλέπεις έναν ηθοποιό να λέει την ατάκα του, να σταματάει και να περιμένει να του πει ο άλλος τα παρακάτω λόγια του. Απίστευτο είναι. Να σας πω κι άλλα για την αγγλική ποπ κουλτούρα; Δεν σας ικανοποίησε πριν η απάντηση μου, αν δεν κάνω λάθος.

Ελεύθερα.

Μπήκα μες την ποπ κουλτούρα, που υπήρχε παντού, αλλά δεν με καθόρισε. Είχα τόσο εστιάσει στην επιβίωση μου! Ήξερα πολλούς συναδέλφους που έπαιρναν ναρκωτικά τότε και δεν το καταλάβαινα, αφού ποτέ δεν δοκίμασα κανένα ναρκωτικό. Δυστυχώς κατέστρεψαν τις καριέρες τους, βγαίνοντας εκτός ελέγχου.

Τι κάνει τους ανθρώπους να βγαίνουν απ’ τα όρια τους;

Πρόκειται μάλλον για εθιστικές προσωπικότητες. Πρέπει να κρατάς τους εθισμούς σου για καλά πράγματα, νομίζω. Νιώθω μεγάλη λύπη για τα παιδιά τα εθισμένα στα ναρκωτικά. Και αυτά, αλλά και τους γονείς τους λυπάμαι. Μεγάλο θέμα αυτό της ποπ κουλτούρας, στην οποία κάποιοι πέρασαν τα ναρκωτικά ως life style. Δεν μπορείς να μη σκέφτεσαι ύποπτα.

Είχατε γνωρίσει τον Τζον Λένον;

Ναι, βέβαια, χωρίς να έχουμε ιδιαίτερες σχέσεις. Γνώριζα καλύτερα τον Πολ Μακ Κάρτνεϊ, που ακόμη και σήμερα να συναντηθούμε στο δρόμο, λέμε ένα «Τι κάνεις, πως είσαι;» Εκείνος είναι αυτός που είναι, αλλά Άγγλοι είμαστε και οι δύο, καταλαβαίνετε.

Τι εννοείτε όταν λέτε πως εστιάσατε στην επιβίωση;

Ζούσα κάνοντας δεύτερη δουλειά και μαθαίνοντας τα λόγια μου. Δεν είχα παρατρεχάμενους, μόνη μου έφτιαχνα τα μαλλιά μου και μαγείρευα τα γεύματα μου ή έκανα τις ασκήσεις μου. Έπλενα τα ρούχα μου να τα έχω έτοιμα πριν από κάθε οντισιόν. Όπως το είπα, δούλεψα σκληρά για να επιβιώσω.

Μου μιλάτε για φτώχεια;

Όχι, δεν ήταν αυτό. Δεν κυνηγούσα τα λεφτά, αλλά μιαν ακόμη δουλειά για να κάνω επιπλέον πράγματα. Τελείωνα τη μία δουλειά, έπιανα την άλλη. Ο ατζέντης μου έλεγε «Μην είσαι τόσο άπληστη» και εγώ του απαντούσα «Γιατί είμαι άπληστη, επειδή θέλω να κάνω και κάτι ακόμη;» Δεν μ’ ένοιαζε – να είμαι ειλικρινής – αν θα’ ναι καλή ή κακή δουλειά και δεν το έκανα για τα χρήματα. Προσπαθούσα να βελτιωθώ ως ηθοποιός, αυτό ήταν το ζητούμενο μου. Όταν ξεκινούσα, δεν είχα προτεραιότητα να είμαι η καλή ηθοποιός. Δούλευα σιγά – σιγά και καταλάβαινα όποτε δεν ήμουν καλή ή όποτε έπρεπε να φτιάξω την ορθοφωνία μου. Μάθαινα τους ρόλους μου μέσα απ’ την όλη διαδικασία.

Έχετε φίλους καλλιτέχνες σήμερα;

Οι πιο πολλοί, με τους οποίους ήμουν δεμένη, έχουν πεθάνει. Θα έλεγα πως δεν έχω πια φίλους καλλιτέχνες. Είναι πολύ σκληρό να ζεις ως τα 90 σου, καθώς δεν συνδέεσαι ουσιαστικά με κανέναν. Αν εγώ κι εσείς, που τώρα γνωριζόμαστε, δεν έχουμε ιστορία, σημαίνει πως κάτι ξεκινάει σε επίπεδο σχέσης – γνωριμίας, άρα είναι κάτι νέο.

Και άρα σας άρεσε που σας τηλεφώνησα για να μου αφηγηθείτε τη ζωή σας.

(γέλια) Ναι, μ’ αρέσει, είναι πολύ καλά.

Η Susan Hampshire και η Μιμή Ντενίση στην ταινία «Σμύρνη μου αγαπημένη» (2021) του Γρηγόρη Καραντινάκη σε σενάριο Μιμής Ντενίση και Martin Sherman

Στην Ελλάδα πολλοί άνθρωποι που σας είδαν στην ταινία της Ντενίση, σας έψαξαν. «Αυτή είναι που είχε παίξει στο ‘’Vanity Fair’’;» ρωτούσαν.

Η Μιμή έκανε μια καλή ταινία και με πόσο δύσκολο θέμα! Λεπτό και ευαίσθητο θέμα, καθώς δεν μπορούσε να πάρει θέση εναντίον των Τούρκων ή υπέρ των Ελλήνων. Έπρεπε να κρατήσει ισορροπίες. Ο μόνος λόγος που με πήρε η Μιμή στην ταινία για να κάνω αυτή την Αγγλίδα Λαίδη ήταν ο Μάρτιν Σέρμαν. Ο άνδρας μου, ο Έντι, είχε ανεβάσει για πρώτη φορά το «Bent» στο Λονδίνο, που άλλαξε τη ζωή του Μάρτιν. Ήταν το πρώτο του έργο! Κι ενώ όλοι έλεγαν του Έντι να μην το κάνει, εκείνος πήρε το ρίσκο και ανέλαβε την παραγωγή του. Έτσι, ο Μάρτιν με πρότεινε στη Μιμή, θέλοντας να ανταποδώσει μέσω εμού το καλό στον Έντι, ο οποίος είχε πεθάνει. Μου έδωσε λοιπόν δουλειά ο Μάρτιν κι ήταν πολύ ευγενικό εκ μέρους του.

Εμένα μ’ ενδιαφέρει η διαδικασία που μπορεί να λέει πολλά. Σας τηλεφώνησε δηλαδή ο Μάρτιν Σέρμαν και σας είπε «Σούζαν, σου έχω μία δουλειά»;

Όχι, ειδοποίησε τον ατζέντη μου και χωρίς να του πει λεπτομέρειες. Όταν βρέθηκα στο σετ της ταινίας κατάλαβα τι είχε συμβεί. «Εσύ είσαι πίσω απ’ όλο αυτό, δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι άλλο» του είπα και ο Μάρτιν μου απάντησε «Ναι, εγώ σε πρότεινα». Φίλοι δεν είμαστε, δυο – τρεις φορές τον ξανάδα από το «Bent» και μετά, από τα τέλη του 1970. Πενήντα χρόνια πάνε, αλλά ο Μάρτιν ήθελε μέσω εμού να δείξει την ευγνωμοσύνη του απέναντι στον Έντι. Τον ευχαρίστησε προσλαμβάνοντας τη γυναίκα του, αυτό είναι.

Είναι πολύ καλό που διατηρείτε τον επαγγελματισμό σας. Δεν αφεθήκατε.

Όταν γερνάς, αφοσιώνεσαι στη δουλειά σου. Όταν είσαι νέος, είσαι αλαζονικός και νομίζεις ότι θα κρατήσεις για πάντα. Ευτυχία είναι να θες να δουλεύεις ακόμα και τύχη αν βρίσκεις δουλειά κιόλας. Όσο πιο πολλά μαθαίνεις στα γεράματα σου, τόσο καλύτερα είναι.

Τραγουδάτε κιόλας.

Έχω κάνει πολλά μιούζικαλ. Και μερικές ηχογραφήσεις, που θα’ναι καλύτερα να μην τις ακούσετε (γέλια). Ξεχωρίζω τη συμμετοχή μου στο «Ο Βασιλιάς κι εγώ», πολύ κλασικό μιούζικαλ, πριν από χρόνια. Θεωρώ ότι οι σημερινοί ηθοποιοί μπορούν καλύτερα να χορέψουν, να τραγουδήσουν και να παίξουν. Και ΟΚ, είπαμε να μη φοράνε μικρόφωνα και να μιλάνε πιο δυνατά, αλλά είναι συχνά πολύ καλοί και ανακαλύπτω αξιόλογα νέα ταλέντα. Η εκπαίδευση έχει αλλάξει, είναι πολύ πιο διαθέσιμη για τους νέους σήμερα απ’ ότι ήταν σε εμάς. Υπήρχαν οι δραματικές σχολές, αλλά έπρεπε να κάνεις κι άλλα για να ζήσεις.

Το διαδίκτυο ήταν μια επανάσταση;

Ναι, αν και δεν ξέρω πολλά για το διαδίκτυο.

Γιατί το λέτε; Σας έστειλα email και μου απαντήσατε αμεσότατα.

Εντάξει, ξέρω να στέλνω email. Και μηνύματα, αλλά μέχρι εκεί…Μετά, finito! Δεν έχω facebook, καμία σχέση. Βάζεις στο google το όνομα μου και διαβάζεις ανακρίβειες, πράγματα που δεν συνέβησαν ποτέ, μέχρι και φωτογραφία μου βλέπεις, που δεν είμαι εγώ όμως. Δεν βαριέσαι…

Το ίδιο μου είπε και ο Μάρτιν Σέρμαν.

Λογικό. Μπαίνεις στη Wikipedia και βλέπεις ένα σωρό ανακρίβειες. Πείτε μου, όμως, εσείς έχετε αδέρφια;

Έχω δυο μεγαλύτερους αδερφούς.

Η μητέρα σας ζει;

Όχι, την έχασα πέρσι.

Πόσων ετών ήταν;

Πήγαινε στα 89, αλλά είχε απόλυτη διαύγεια. Έσπασε το μηριαίο οστό στο ένα πόδι της.

Είναι απαίσιο. Το ίδιο είχε πάθει και ο Έντι. Τον γύρισαν σπίτι και μας είπαν ότι θα πέθαινε μέσα σε ένα 24ωρο, αλλά δεν μπορούσα να διανοηθώ πως θα τον έχανα. Όχι, όχι, δεν γινόταν! Τον φρόντισα, για έξι εβδομάδες αποκοιμόμουν στο πλευρό του και τελικά έζησε 18 μήνες ακόμη. Θα έπρεπε, όμως, να τον είχα αφήσει να φύγει.

Το πιστεύετε αυτό;

Ναι, πλέον το πιστεύω. Έκανα τα πάντα για να τον κρατήσω στη ζωή, αλλά ποια ζωή; Όλη την ώρα στο κρεβάτι; Και με ελάχιστο μυαλό; Τον πρώτο καιρό τουλάχιστον μιλούσε λίγο, βλέπαμε τηλεόραση, παίζαμε Domino…Η εγχείρηση στο ισχίο του στέρησε κι άλλο το οξυγόνο από τον εγκέφαλο του και γύρισε χειρότερα. Υποστηρίζω φανατικά την ευθανασία! Η αδερφή μου, τις τελευταίες πέντε εβδομάδες, που τη φρόντισα - κοιμόμουν και σ’ αυτήν δίπλα της – τα ίδια ακριβώς…

Γεννηθήκατε για να γίνετε νοσοκόμα, μου φαίνεται.

Μα το ήθελα όταν ήμουν νέα! Η αδερφή μου, που έφυγε 94 ετών, δεν έτρωγε τις τελευταίες μέρες και την άκουγα να μου λέει αδύναμα: «Βοήθησε με, δεν μπορώ να αναπνεύσω»…Τέλος πάντων…Οι νοσοκόμες που είχε δεν έκαναν και πολλά πράγματα κι ήταν τόσο λυπηρό να βλέπεις αυτό το μαζεμένο αδύναμο σώμα. Ξέρετε πως θα ήθελα να με βρει εμένα ο θάνατος;

Πείτε μου, αφού σας αρέσει να μιλάτε για θάνατο.

Θα είμαι σε μια κρουαζιέρα και θα έχω φορέσει τα καλύτερα ακριβότερα ρούχα μου. Θα πιω ένα dom perignon και θα με πετάξουν βράδυ στη θάλασσα να κάνω και λίγο ευτυχισμένα τα ψάρια. Θα με τρώνε, τσιμπολογώντας με! Αυτό το πλάνο εξόδου έχω.

Και θα το κάνετε;

Ναι, φυσικά. Δεν μου αρέσει αυτό το παρατεταμένο τέλος. Το έζησα με τον Έντι και με τα αδέρφια μου.

Και που ξέρετε πότε θα έρθει εκείνη η ώρα;

Δεν το ξέρω, αλλά το σχεδιάζω. Δεν είπα ότι θα γίνει αύριο.

Και τι σας κάνει να σχεδιάζετε το φευγιό σας; Τα χρόνια που βρίσκεστε;

Όχι, το σχεδιάζω εδώ και 50 χρόνια. Είμαι μέλος της οργάνωσης «Exit», που προωθεί την Ευθανασία, και που τώρα λέγεται «Αξιοπρέπεια στο να Πεθαίνεις». Είδα τους δύο πρωθυπουργούς να λένε ότι κάτι πρέπει να γίνει γι’ αυτό και όταν τους ζήτησαν να υπογράψουν, απάντησαν «Όχι, δεν είναι καλό οι άνθρωποι να κακοποιούν το σύστημα».

Σας αρέσει ο σουρεαλισμός; Σχεδιάζετε έναν σχεδόν σουρεαλιστικό θάνατο.

(γέλια) Δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι άλλο και αν το σύστημα ήταν καλύτερο επ’ αυτού, θα σας το έλεγα. Ποτέ δεν έχω πάρει ούτε ένα χάπι στη ζωή μου εκτός από μια ασπιρίνη.

Έχετε καλή υγεία.

Που έχει ξύλο εδώ; (σ.σ. κάνει ότι χτυπάει ξύλο, πολύ ελληνική κίνηση ομολογουμένως. Δυσανασχετεί που δεν έχουμε κοντά μας τίποτα από ξύλο. Η μεταφράστρια μας, Δήμητρα Στάθη, πετάγεται μέσα στο καφέ για να φέρει ένα ξύλινο μολύβι. Γελάει πολύ η Λαίδη Σούζαν μ’ αυτό). Για πείτε μου κι άλλα για σας, ζει ο πατέρας σας;

Όχι, τον έχασα το 2015 αυτόν. Πνίγηκε στη θάλασσα μετά από ένα γερό breakfast.

Ω, Θεέ μου! Τι σοκ για την οικογένεια!

Εσείς μου παίρνετε συνέντευξη;

(γέλια) Μετά το θάνατο του πατέρα σας, ζούσε μόνη της η μητέρα σας;

Όχι, ζούσε με τον δεύτερο αδερφό μου στον Πειραιά. Κι εγώ τη φρόντισα πολύ πριν φύγει, όπως εσείς τον σύντροφο σας.

Πως να μη φροντίσεις κάποιον όταν τελειώνει η ζωή του; Δεν ξέρω πολλά παιδιά που το κάνουν αυτό. Οι ανιψιές μου έλεγαν ότι δεν μπορούν να φροντίσουν τη μάνα τους, σαν να ήταν κάτι άγνωστο γι’ αυτές.

Πείτε μου κάτι, ισχύει ότι χάσατε και ένα άλλο παιδί, ένα κοριτσάκι, που έζησε μόνο για 24 ώρες;

Ναι, αλήθεια είναι…Έχασα ένα παιδί, αλλά έχω έναν γιο και θέλω να’μαι αισιόδοξη μ’ αυτά. Ανάρρωσα γρήγορα απ’ την απώλεια, γιατί δεν ήθελα ο γιος μου να έχει μια θλιμμένη μητέρα. Το κοριτσάκι μου το φωνάζω ακόμη Βικτόρια, αλλά δεν θέλω να το σκέφτομαι συνέχεια και να μην είμαι χαρούμενη. Σκέφτομαι τ’ άλλο μου το παιδί. Λέω πως είμαι τυχερή, ξέροντας τόσους ανθρώπους που δεν ευτύχησαν να κάνουν παιδιά και άλλους που κάνουν πολλά, το ένα πίσω απ’ τ’ άλλο. Κοίταξα τη φωτεινή πλευρά της ζωής και ευτυχώς λίγο αφότου έχασα τη Βικτόρια, μου προτάθηκε από το BBC να παίξω στο «Pallisers» για 26 επεισόδια. Δεν ήθελα αρχικά να το κάνω, αλλά έγινε μεγάλη επιτυχία και με σήκωσε πολύ ψυχολογικά.

Θέλετε να πείτε κάτι άλλο που να σας απασχολεί;

Είμαι τόσο βαρετή. Δεν έχω τίποτα να πω.

Δεν είστε καθόλου βαρετή.

Είμαι ένα εντελώς αδιάφορο ανθρώπινο πλάσμα.

Μα γιατί το λέτε;

Γιατί είναι αλήθεια. Με τον Έντι μπορεί να ήμασταν μαζί, αλλά κάναμε παράλληλα διαφορετικά πράγματα. Ήταν μονίμως απασχολημένος κι εγώ έτρεχα λίγο σαν το σκυλάκι από πίσω του. Με ξεκούραζε να τρέχω πίσω από μια μεγάλη προσωπικότητα και έναν άνθρωπο που ήταν μονίμως ευδιάθετος. Όταν παντρευτήκαμε ήταν ούτε 50 ετών. Μετακόμισα με τον γιο μου στο σπίτι του και μάλλον καλό του κάναμε αν υποτεθεί πως έζησε άλλα 40 χρόνια (γέλια).

Τι είναι αυτό, λοιπόν, που κάνει ενδιαφέρον ένα ανθρώπινο πλάσμα;

Υποθέτω οι άνθρωποι που ζουν έξω από κουτάκια είναι οι πιο ενδιαφέροντες. Κάτι που δεν ήμουν εγώ. Σας δίνω τώρα συνέντευξη, γνωρίζετε πως μιλάτε με μια παλιά σταρ του αγγλικού θεάτρου και της τηλεόρασης, αλλά όλο αυτό επιζεί στη φαντασία μου εμένα. Ενδιαφέροντες είναι και οι πιο διανοούμενοι άνθρωποι, που προσφέρουν τη σοφία τους για το καλό των άλλων.

Εσείς ζήσατε μέσα σε κουτάκια, μου λέτε;

Απλά λέω ότι είναι πιο ενδιαφέρον να ζεις έξω απ’ αυτά τα στενά κουτάκια. Οι δικές μου φιλοδοξίες εξαντλούνταν στο να έχω ένα καλό φαΐ, να φροντίζω τα φυτά μου, να παίρνω μια νέα ορχιδέα, τίποτα δηλαδή αξιοσημείωτο.

Θεωρείτε τον εαυτό σας μια τυπική Αγγλίδα;

Όχι. Απεναντίας, δεν θα με εξέπληττε αν μάθαινα ότι κυλάει ινδιάνικο αίμα στις φλέβες μου. Έτσι πιστεύω. Λέτε να πάω να κάνω ένα DNA τεστ; (γέλια). Στα αλήθεια, όμως, ο γιος μου είναι μισός Έλληνας, ο άντρας μου ήταν τελείως Έλληνας, να μην έχω λοιπόν μεσογειακή γενετική προδιάθεση κι εγώ;

Δηλώσατε πολλές φορές τυχερή γυναίκα, μου εξομολογηθήκατε ακόμη και πως θέλετε να πεθάνετε…

Ναι, αλλά είπα πως θα πιω ένα dom perignon πριν, μην το ξεχνάτε! Και για να σοβαρευτούμε, εγώ θα ήθελα να πω ότι αναγνωρίζω την πολύ δύσκολη περίοδο που ζούμε όλοι και δυστυχώς εσείς οι Έλληνες παραπάνω! Ξέρω πόσο μεγάλη ευθύνη πήρατε για τόσους πολλούς μετανάστες που έφταναν με τις βάρκες στη Λέσβο και στα άλλα νησιά σας. Βοηθήσατε πολύ, εσείς, μια φτωχή χώρα, κάτι που πρέπει να σας αναγνωριστεί διεθνώς. Ήσασταν γενναιόδωροι και υποστηρικτικοί, καταπληκτικοί. Ακόμη θυμάμαι την εικόνα των τριών ηλικιωμένων γυναικών που τάιζαν τα μωρά των μεταναστών. Ζεστάνατε τις καρδιές μας, αλλά αυτό είναι ίδιον των πιο πολλών Ελλήνων. Δεν γνωρίζω πολλά για την παρούσα διακυβέρνηση σας. Τίποτα, θα έλεγα. Όταν μου λένε «αυτός ο Έλληνας πολιτικός είπε το ένα καλό κι ο άλλος το άλλο καλό», δεν ξέρω ποιοι είναι και τι πιστεύουν. Εγώ μιλάω για τον λαό σας. Για τους πολιτικούς μάλλον ισχύει το ότι ο ένας το πολύ να’ναι λίγο καλύτερος ή χειρότερος απ’ τον άλλο.

Ένα σχόλιο δικό σας για το Brexit θα είχε σημασία.

Απ’ τη μια καταλαβαίνω αυτούς που δεν ήθελαν να χαθεί η ένωση με την υπόλοιπη Ευρώπη, αλλά απ’ την άλλη καταλαβαίνω και το πως προέκυψε όλο αυτό. Ούσα παντρεμένη με Γάλλο, ήξερα πόσο οι Γάλλοι δεν χωνεύουν τους Άγγλους. Η ιστορία εκατοντάδων χρόνων το λέει, όχι εγώ τώρα. Οι Γάλλοι ποτέ δεν συμπάθησαν το Ηνωμένο Βασίλειο. Δεν ήταν δίκαιο και γι’ αυτό οι άνθρωποι ψήφισαν κατά της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στη βόρεια Αγγλία, π.χ., ενώ αρχικά είχαν να κάνουν με πολλούς αλλοεθνείς που δούλευαν και τους εκπαίδευαν γι’ αυτό, κάποια στιγμή άρχισαν να λένε ότι παίρνουν τις δουλειές τους ως φθηνότερο εργατικό δυναμικό.

Για τη νέα σας πρωθυπουργό θα μου πείτε κάτι, που χαρακτήρισε πρότυπο της τη Μάργκαρετ Θάτσερ;

Ναι, μόνο που τότε ήταν διαφορετική η εποχή. Δεν υπήρχαν τα social media και οι εφημερίδες που πάνε πλέον σ’ όλη τη χώρα. Σήμερα λένε οι πολιτικοί «θα κάνω αυτό» και δεν μπορούν να το κάνουν, εκεί που παλιότερα ενδεχομένως και να μπορούσαν. Δεν τους αφήνει η προβολή και η υπερέκθεση τους. Τώρα, η πρωθυπουργός μας διάλεξε λάθος πρότυπο μάλλον. Είναι εκτός τόπου και χρόνου αυτό που είπε. Τα λέω καλά; Δεν ξέρω πολλά από πολιτική, τίποτα θα έλεγα. Ο Έντι ήξερε πολλά και βασιζόμουν πάνω του. Ήταν φιλελεύθερος δημοκρατικός, ούτε δεξιός, ούτε αριστερός. Κεντρώο θα τον έλεγα.

Βάλτε εσείς έναν καλό επίλογο στη συζήτηση αυτή.

Να πούμε ότι κρυώνουμε και πάμε να φύγουμε; (γέλια) Δεν έχω κάτι σημαντικό να πω πέρα απ’ το να πάω τώρα στο σπίτι μου και να κοιτάξω τα email μου. Θα σας γράφω, δεν θα χαθούμε. Και άμα δείτε τη Τζούντι Ντεντς, να της δώσετε τα χαιρετίσματα μου. Δεν ήμασταν ποτέ φίλες, δεν ανήκα εγώ ποτέ στην τάξη της…

Δηλαδή;

Δεν μιλάω για αριστοκρατία, αλλά για την τάξη των καλλιτεχνών, στην οποία ανήκει η Ντεντς. Ξέρετε, ο μεγάλος καλλιτέχνης, ο πολύ μεγάλος, ο μικρότερος…Κάποτε είδα μια πολύ μεγάλη ηθοποιό να παίζει one woman show.

Ποια λέτε;

Καλύτερα να μην πω το όνομα της. Την αγαπούσε ο άνδρας μου και δούλεψε πολύ μαζί της. Αυτή, λοιπόν, όποτε με έβλεπε, δεν παρέλειπε να μου λέει το εξής: «Εσένα όταν σε συναντά κανείς δεν σημειώνει μόνο πόσο κακή ηθοποιός είσαι, αλλά και το πόσο χαζή γυναίκα» (σ.σ. έχει ξεκαρδιστεί)

Σοβαρολογείτε; Και δεν απαντούσατε στις προσβολές της;

Όχι, την άφηνα στο μεγαλείο της. Μπορεί να της έλεγα «Α, τι καλά»…Σκεφτόμουν τον άνθρωπο που θαύμαζε στην πραγματικότητα, ο οποίος ήταν τρομερός και απαίσιος, επομένως δεν με χάλαγαν τα σχόλια της. Μιλάω για μια «ντάμα» αυτή τη στιγμή, μια πολύ σπουδαία Αγγλίδα ηθοποιό.

Γιατί δεν θέλετε να σας αποκαλούν «Λαίδη»; Ένας τίτλος τιμής είναι.

Γιατί μετά τα 80 σου δεν γίνεται να υπάρχουν τίτλοι τιμής. Το μόνο που έχει σημασία είναι ο χρόνος που μετράει αντίστροφα. Κι εγώ είμαι πια 85 ετών.

Μπόσκο - Susan Hampshire (Οκτώβριος 2022, Λονδίνο/ φωτογραφία: Demetra Stathis)

* Η συνέντευξη με τη Susan Hampshire πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 2022 σε ένα απλό συνοικιακό καφέ έξω ακριβώς από το Carlton Tower Hotel

** Πρώτη δημοσίευση: OLAFAQ

Δεν υπάρχουν σχόλια: