Ήταν μία παράσταση σαν όλες τις άλλες που έπαιζε δύο φορές την εβδομάδα εδώ κι ένα τρίμηνο. Είχε τον πατέρα του στο νοσοκομείο. Όχι ''σπουδαία'' πράγματα, το θάνατο του περίμενε που τον έβλεπε να πλησιάζει και κανείς - ούτε οι γιατροί - δε μπορούσε να κάνει τίποτα. Την ώρα του μονολόγου ενός συναδέλφου του, εκεί, με τους θεατές στις θέσεις τους, ένιωσε μία απίστευτη ζεστασιά. Είδε τον θίασο ολόκληρο ως οικογένεια του και δεν μπορούσε να καταλάβει πού οφειλόταν τόση ξαφνική γαλήνη. Κοίταξε όλο περιέργεια γύρω του, καθώς νόμισε πως κάποιος τον αγκαλιάζει εγκάρδια, μα δεν υπήρχε κανείς που να έκανε τέτοια κίνηση. Έπειτα κοίταξε το ρολόι από το κινητό του τηλέφωνο: 22.50 το βράδυ, ένα 10λεπτο πριν τη λήξη της παράστασης. Άλλαξε ρούχα γρήγορα, χαιρέτισε τους συναδέλφους, μίλησε φευγαλέα με τον κόσμο για τα καθιερωμένα συγχαρητήρια και κάλεσε ταξί με προορισμό το νοσοκομείο, να ξεκουράσει λίγο τη θεία και τη μάνα του που είχαν πιάσει στασίδι στο πλευρό του πατέρα του. Το κινητό του χτύπησε κι άκουσε τη μάνα του να του λέει ότι πέθανε ο μπαμπάς. ''Και τι ώρα έγινε;'' ήταν το μόνο που ρώτησε, ομολογουμένως με έκπληξη, αφού ο ίδιος έδινε του πατέρα του τρεις μέχρι τέσσερις εβδομάδες ζωή ακόμη. ''Πριν από ένα 20λεπτο, στις έντεκα παρά δέκα ακριβώς'' του απάντησε η μάνα του. Έσκυψε το κεφάλι, μπήκε στο ταξί και τράβηξε για το νοσοκομείο. Πρόλαβε όμως να δει στο νυχτερινό ουρανό ένα άστρο περίεργο, όχι από τα συνηθισμένα, σε ευθεία εκατομμυρίων χιλιομέτρων πάνω απ' το κεφάλι του, να τρεμοπαίζει μέχρι που έσβησε σαν τη φλόγα σε κερί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου