φωτογραφία: Πάρις Ταβιτιάν (2014 για το LIFO.gr) |
φωτογραφία: Πάρις Ταβιτιάν (2014 για το LIFO.gr) |
Όχι, και με τη θρησκεία, και με το παρελθόν. Τους δίσκους τους έχω από δύο κομμάτια τον καθένα σε μία κασελίτσα και θέλω να μείνουν για τα παιδιά μου. Ξέρεις τι; Μπορεί να μπει ο άλλος στο σπίτι και να σου πει ''Μου χαρίζεις αυτό το δίσκο;'' κι αυτά δε βρίσκονται εύκολα. Είμαι άνθρωπος των αναμνήσεων, αλλά δε θέλω να κάνω φιγούρα στον κόσμο. Καλή σχέση έχω με τη θρησκεία χωρίς να είμαι φανατικός. Όσο γι'αυτό το θέμα στο σαλόνι – δείτε το σαν θέμα, σαν σύνθεση – αρέσει και σε μένα, αλλά και στη γυναίκα μου πάρα πολύ!
Κύριε Καρουσάκη, είστε νησιώτης στην καταγωγή...
Ναι, από τη Χίο, από τον Άγιο Γεώργιο Συκούσης Χίου! Ξεκίνησα να τραγουδάω 14 ετών!
Φαντάζομαι, με ρεμπέτικα ακούσματα, έτσι;
Όχι. Αν και τα ξέρω, δεν μου άρεσαν τα ρεμπέτικα.
Ενδιαφέρον. Για ποιο λόγο;
Να σου πω την αλήθεια; Οι ρυθμοί τους μοιάζουν, όλα απτάλικα είναι. Δεν έχουν μουσική ποικιλία.
Οι στίχοι τους;
Μου άρεσαν οι στίχοι του Μάρκου Βαμβακάρη, γιατί έγραφε μόνος του στίχους. Τα δικά μου ακούσματα εμένα ήταν Καζαντζίδης, Γαβαλάς, Αγγελόπουλος, Μπιθικώτσης, το καθαρό λαϊκό τραγούδι.
Ποια η διαφορά του από το ρεμπέτικο;
Είχε πιο στολισμένο στίχο. Και πως να μην είχε, αφού μπήκαν μέσα όλοι οι μεγάλοι, η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, ο Πυθαγόρας, ο ''Τσάντας'', ο Βίρβος, ο Χρήστος Κολοκοτρώνης που ήταν και πολύ φίλος μου ή η Μάρω Μπιζάνη που της είπα πολλά τραγούδια. Στίχους μου έδωσαν επίσης ο Τάσος Οικονόμου σε μουσική Σπύρου Παπαβασιλείου, και ο Κουφιανάκης.
Στο ξεκίνημα σας παίζατε και κάποιο όργανο;
Ασφαλώς. Δεν σε παίρναν τότε αν τραγουδούσες μόνο και δεν έπαιζες κι ένα όργανο. Εγώ στα 17 μου ξεκίνησα σαν μουσικός, μπουζουξής. Μετά άλλαξε η μόδα με τον τραγουδιστή νά'ναι όρθιος ή να τραγουδάει πλάτη και όλα αυτά.
Ήταν δική σας η απόφαση να έρθετε από τη Χίο στην Αθήνα;
Ολόδική μου! Οι γονείς μου δεν ήξεραν τίποτα. ''Πάω να βρω την τύχη μου, το παραμυθάκι μου'' τους είπα. Και μ' άφησαν. Τι να'καναν; Αφού δεν υπήρχαν και δουλειές. Τα αδέρφια μου δεν είχαν καμία σχέση με καλλιτεχνία. Ο ένας αδερφός μου – έχει πεθάνει – τραγουδούσε πολύ ωραία, αλλά ερασιτεχνικά, δεν ήθελε ν' ανακατευτεί. Ενώ εμένα δε μου έφτανε η καλή μου φωνή, το αγαπούσα το τραγούδι.
Ήταν κληρονομικό, λέτε, το χάρισμα;
Από τη μάνα μου, τραγουδούσε υπέροχα!
Δημοτικά, οπερέτες;
Όχι, όχι, κάνα λαϊκό έλεγε, τέτοια, της εποχής μας. Ο πατέρας μου, αντίθετα, δεν τραγούδαγε. Του άρεσε ν'ακούει τραγούδια γιατί έπινε και τα ουζάκια του μαζί.
Πόσο δύσκολο ήταν για ένα παιδί να έρχεται από το νησί στην Αθήνα για να ζήσει το ''παραμυθάκι'' του;
Υπήρξα τυχερός. Πρωτοπήγα στο ''Μπαράκι'', έτσι το λέγανε, Σατωβριάνδου 15, και είδα όλους όσους έβλεπα στις σελίδες του ΝΤΟΜΙΝΟ: τον Καζαντζίδη, τον Μπιθικώτση, τον Χιώτη, τον Ζαμπέτα! Πήγαιναν κάθε πρωί εκεί κι έπιναν καφεδάκι και τα λέγανε. Κάποια στιγμή βλέπω έναν κύριο που δεν έβλεπε. ''Ποιος ειν' αυτός;'' ρωτάω. ''Α, κατάλαβα, είσαι χωριατάκι, ε;'' μου λένε. Και μετά: ''Είναι ο Στέλιος Χρυσίνης, υπεύθυνος της COLUMBIA ν' ακούει τα τραγούδια όλων των συνθετών''.
Μα έτσι δεν ανακάλυψε και τον Καζαντζίδη ο Χρυσίνης;
Ναι κι όχι μόνο! Την Καίτη Γκρέυ, τη Γιώτα Λύδια – το όνομα Γιώτα Λύδια αυτός της τό'δωσε! Πάω λοιπόν του λέω ''καλημέρα''. ''Καλημέρα'' μου κάνει ''ποιος είσαι;'' ''Ένα παιδί απ' τη Χίο'' του κάνω. Κι αμέσως ''Επειδή έφυγε φαντάρος το παιδί που με συνόδευε'', τον Ταλιούρη τον τραγουδιστή εννοούσε, ''θες να με συνοδεύεις εσύ;'' ''Έρχομαι'' του λέω! Πράγματι, τον συνόδευσα μέχρι το σπίτι, με κρατούσε ο καημένος, γνώρισα τη γυναίκα του και την κόρη του, μάλλον ψυχοκόρη ήτανε. ''Ξέρεις, ο γαμπρός μου'' μου είπε εκεί ''είναι από τη Χίο''. Δέσαμε από κει και πέρα. Μου έβαλαν κι ένα ντιβανάκι σ' ένα δωμάτιο κι έμενα σπίτι τους. Από κει έμαθα πάρα πολλά! Για το τραγούδι, για τα όργανα, για τους τραγουδιστές! Έβλεπα κάθε μέρα σε μικρή ηλικία τη Γιώτα Λύδια, την Καίτη Γκρέυ, κι έλεγα ''Αλήθεια ειν' αυτό τώρα ή όνειρο;''
Έχει πλάκα, διότι νόμιζα πως θα συνοδεύατε τον τυφλό Χρυσίνη στο πάλκο, όχι στην καθημερινότητα του.
Τον πήγαινα στο στούντιο, στην COLUMBIA, στο σπίτι, στις εξόδους, ήμουν το παιδί που τον συνόδευε παντού μέχρι που πήγα ναύτης, φαντάρος. Μιλάμε για το ΄64.
Στο παλκο δε σας έβγαλε ο Χρυσίνης;
Μα δεν έπαιζε σε πάλκα. Δουλειά του ήταν αυτή που σας είπα, να ακούει άλλους. Μόνο κιθάρα έπαιζε σε ηχογραφήσεις. Άκουγα συνέχεια μουσικές στο σπίτι του και γνώρισα όλο αυτόν τον κόσμο. Πόσο καλό μού'κανε! Ο Χρυσίνης ωστόσο πριν φύγω φαντάρος με έβαλε και είπα σε δισκάκι δυο τραγούδια δικά του.
Ποια ήταν, τα έχετε στη μνήμη σας;
(σκέφτεται) Το ένα ήταν το ''Δε λογαριάζω εγώ λεφτά''. Θυμάμαι ότι ήμουν τρακαρισμένος πρώτη φορά σε στούντιο. Δεν το έχω πια αυτό το δισκάκι, αλλά υπάρχει ανεβασμένο στο internet από συλλέκτη!
Κι όταν τ' ακούτε;
Διαφορετική η φωνή μου! Άλλο στυλ τραγουδίσματος. Ήμουν πιο κοντά στο ύφος των παλιών.
Άρα πριν πάτε φαντάρος είχατε κάνει κι ένα μικρό δίσκο.
Το σημαντικότερο ήταν που είχα γράψει τραγούδια για άλλους. Σε πολλούς! Έδωσα στη Γιώτα Λύδια, στη Τζένη Βάνου, στη Μοσχολιού, στον Μενιδιάτη! Κανένας δεν τα ξέρει αυτά!
Εντυπωσιακό. Σα να ξεκινήσατε ως συνθέτης και όχι ως τραγουδιστής.
Ναι, και γίναν και μεγάλες επιτυχίες τα τραγούδια αυτά! Στον Αγγελόπουλο έδωσα το ''Θέλουν – δε θέλουν εμείς θα παντρευτούμε'' που πούλησε 60.000 δίσκους! Απ' την πίσω πλευρά ήταν το ''Που θα βρω κι εγώ γαλήνη'', δύο σουξέ μαζί! Με φώναξε μάλιστα πιτσιρίκο ο Λαμπρόπουλος και μου είπε ''Θέλω να σου δώσω συγχαρητήρια για την ηλικία σου και τα τραγούδια που γράφεις''!
Είχατε συνείδηση του ταλέντου σας, της ευχέρειας σας;
Όχι, τίποτα, Χαιρόμουν τη φάση. Χαιρόμουν τα τραγούδια μου, τους ανθρώπους που γνώριζα, τα νιάτα μου.
Έτσι δεν πρέπει να είναι και ο καλλιτέχνης; Ανέμελος, να μη βάζει στόχους.
Ακριβώς. Χρήμα ούτως ή άλλως δεν υπήρχε. Αυτό άλλαξε για μένα μετά το στρατό, να βάζω δηλαδή στόχους. Μέχρι τότε ήμουν κάτι μεταξύ συνθέτη, τραγουδιστή και μπουζουξή.
Και ποια ιδιότητα επικράτησε τότε;
Διάλεξα το τραγούδι. Έλεγα ''Εντάξει, μπορεί νά'γινε ο Καζαντζίδης, ο Αγγελόπουλος, να γίναν όλοι, γιατί να μη γίνω κι εγώ;'' Δεν περίμενα φυσικά να φτάσω τη φήμη αυτωνών, αλλά είπα να το προσπαθήσω, να βάλω δύναμη, να τρέξω. Άρχισα να πηγαίνω στις εταιρείες.
Παρ' όλο που είχατε τα εύσημα του Λαμπρόπουλου της COLUMBIA;
Ναι, παρ' όλο. Εγώ είχα κατά νου καριέρα τραγουδιστή. Και με τη Βούλα Πάλλα έκανα μεγάλη επιτυχία τότε! Πέρασα πολλά όμως μέχρι να γίνω ο κάποιος. Η ζωή μου δεν ήταν σελίδα που τη γυρίζεις και πας στην επόμενη. Είχα δύσκολη ζωή, πώς να ζήσω, να βιοποριστώ.
Πότε γνωρίζετε την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου;
Με έστειλε ο Χρυσίνης για κάποιο στίχο της. Γινήκαμε πολύ φίλοι. Κάθε πρωί ήμουν στο σπίτι της. Όπως ξέρω εγώ τη ζωή της, δεν την ξέρει κανένας!
Το θεατρικό με τη ζωή της το είδατε;
Εγώ όχι, με κάλεσαν, αλλά δε μπόρεσα να πάω. Πήγε όμως η γυναίκα μου και της άρεσε. Το βρήκε καταπληκτικό.
Τι άνθρωπος ήταν η Παπαγιαννοπούλου; Υπάρχει ένας μύθος που την περιβάλλει.
Ήταν απλή, μα πάρα πολύ απλή. Πονούσε τους φτωχούς. Να της χτυπούσε κάποιος την πόρτα, να της έλεγε ''Πεινάω'' και να τού'δινε το φαΐ της. Αντράκι ήτανε στο λόγο της, πώς το λένε...Στο σπίτι της γνώρισα μετά τον Καλδάρα, τον Μπάμπη Μπακάλη, που της έπαιρναν στίχους.
Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου πεθαίνει στα χέρια του Κώστα Καρουσάκη στο νοσοκομείο (φωτογραφικό ντοκουμέντο που τράβηξε φωτογράφος απ' αυτούς που γυρνούσαν στα νοσοκομεία της εποχής) |
Πολλά, μέχρι που πέθανε. Στα χέρια μου...
Θα ήθελα να σας πάω σε εκείνη τη στιγμή.
Με ειδοποίησαν ότι ήταν άσχημα και πήγα στο Λαϊκό Νοσοκομείο. Την είδα πολύ χάλια, είπα ''Η Ευτυχία δεν τη βγάζει''...Μόλις με είδε, όμως, ''ζωντάνεψε'' και μου λέει: Ξέρεις τι θέλω να μου πεις; ''Σαν βγαίνει ο χότζας στο τζαμί...αργά σαν σουρουπώνει''...Τραγουδάω τους δύο στίχους, υπήρχε κι ένας τρίτος που δεν τον θυμόμουν και μου τον είπε εκείνη. Της κρατούσα το χέρι και της τραγουδούσα. Μετά από λίγο ξεψύχισε...
Συγκινητικό, έφυγε με το τραγούδι σας.
Την είχα σα μάνα μου αυτή τη γυναίκα, κάθε μέρα ήμασταν μαζί. Όσο είχε εμένα, ούτε συγγενείς της δεν είχε. Έκλαιγα μέρες για να την ξεχάσω! Και δεν ξεχνιέται αυτός ο άνθρωπος! Πολλοί στιχουργοί πάτησαν πάνω στα χνάρια της και γράψανε τραγούδια!
Αυτή ειν' η αλήθεια. Και μόνο το ''Δυο πόρτες έχει η ζωή'' να θυμηθούμε...
Έτσι!
Πότε αρχίζετε να εμφανίζεστε στα μαγαζιά ως τραγουδιστής;
Μετά το στρατό. Είχα την τύχη βέβαια στο στρατό να με πάρουν σε σχολή μουσικών, να μάθω τύμπανο. Όταν απολύθηκα, ξεκίνησα σε μια ταβερνούλα στο Αιγάλεω, η ''Φωλιά της Επτανήσου'' λεγότανε. Τραγούδαγα κι έπαιζα μπουζουκάκι για χαρτζιλίκι. Μετά, και σε άλλα μαγαζιά, είχα φτιάξει κατάσταση, μ' ακολουθούσαν δηλαδή κάποιες παρέες που τους άρεσα. Έτσι με πήρε ο Γαβαλάς και κάθισα μαζί του ένα χρόνο. Ήμασταν Γαβαλάς – Ρία Κούρτη – εγώ και ο Κοινούσης έπαιζε όργανο, πλήκτρα. Στο διάλειμμα ήθελε να παίρνει το μικρόφωνο και να τραγουδάει.
Φημολογείται ότι όσο μπελκάντο ήταν ο Γαβαλάς, άλλο τόσο δύσκολος ως χαρακτήρας ήτανε. Αληθεύει;
Μ' αγαπούσε πάρα πολύ ο Γαβαλάς. Ήταν δύσκολος, ναι, στο να αγαπήσει τραγουδιστή, γιατί κι εγώ τραγουδιστής ήμουν. Ενώ είχε ανταγωνισμούς, με μένα χαιρόταν να μ' ακούει ο κόσμος και να φχαριστιέται. Και η Ρία μ' αγάπησε πολύ. Ήταν μαζί αυτοί οι δύο τότε.
Παντρεμένοι.
Όχι.
Συζούσαν;
Ούτε. Παντρεμένοι, αλλά με άλλους. Καλά, αυτά δεν τα λέμε.
Ας τα πούμε, τόσα χρόνια έχουν περάσει.
Ε, ας πούμε ότι ήταν καλλιτεχνικό ντουέτο. Λοιπόν, με ήθελε και την επόμενη χρονιά ο Γαβαλάς στο σχήμα του, αλλά με φώναξαν Τσιτσάνης – Παπαϊωάννου – Μπέλλου στις Τζιτζιφιές, στην παραλία.
Εκεί πως ήταν;
Άλλο χρώμα! Έφυγα απ' το μπελκάντο του Γαβαλά και πήγα στο πιο λαϊκό.
Στο πιο ρεμπέτικο.
Όχι, μωρέ, λαϊκά ήταν αυτά. Κακώς τους λένε ρεμπέτες αυτούς.
Ε, πως, η Μπέλλου τραγουδούσε ρεμπέτικα στο ξεκίνημα της.
Εντάξει, λαϊκή τραγουδίστρια ήταν κι αυτή για μένα. Πέρασα καλά μαζί τους, αφού περνούσε καλά κι ο κόσμος. Άμα δεν άρεσα στον κόσμο, δεν θα άρεσα και στον Τσιτσάνη. Κι όμως ο Τσιτσάνης μού έδωσε χρόνο στο πρόγραμμα. Αυτοί παίζαν και τραγουδούσαν καθιστοί κι εγώ ήμουν ο μόνος όρθιος. Μάλιστα, μου έκανε και κάνα σιγοντάκι η Κία Μπόζου η ηθοποιός. Όταν σχολάγαμε, ο Τσιτσάνης ψώνιζε την εφημερίδα του Παναθηναϊκού κι έπινε κάνα γαλατάκι στην Ομόνοια. Με ανέβαζε Αθήνα, γιατί εγώ δεν είχα μέσο, ούτε λεφτά για ταξί. Συνέχιζα στη Λιοσίων με τα πόδια. Τελικά, έκατσα δύο σαιζόν με τον Τσιτσάνη.
Πρώτο όνομα πότε γίνεστε;
Το ΄73 - ΄74 έρχεται και με βρίσκει ο Νίκος Γιγουρτάκης πού'χε το ''Καν - Καν'' στην παραλία. Μου λέει: ''Έρχεσαι; Θά'χω μαζί μου τον Πουλόπουλο και τη Μοσχολιού''. Γυρνάω και του λέω εγώ: ''Με συγχωρείς, κύριε Νίκο. Έχεις κάνα μαγαζί να με βάλεις πρώτο όνομα;''
(γέλια) Ε, τι νά'κανα; Αφού το έργο τό'χα δει. Ήθελα να ανέβω, να πετάξω. ''Όχι'' μου απαντάει και μετά ''γιατί δεν έρχεσαι, βρε, μαζί μας;'' ''Εγώ την ψάχνω αλλιώς'' του απαντάω. Τελικά, όμως, με έβαλε πρώτο όνομα στον ''Ποσειδώνα'' στις Τζιτζιφιές ο κύριος Αντρέας, ένας άλλος επιχειρηματίας. Κάθε βράδυ γεμάτο το μαγαζί! Καλό μεροκάματο! Μαζί μου είχα και την Άντζελα Δημητρίου που τότε δε λεγόταν έτσι, αλλά μαζί με μια άλλη κοπέλα, την Κατερίνα, λεγόντουσαν αδερφές Έδεμ! Ενώ ήταν φίλες, τις λέγαν αδερφές.
Έχετε επαφές σήμερα με την Άντζελα Δημητρίου;
Όχι, από που να τις έχω; Αργότερα την πήρα και της έδωσα δουλειά στο δικό μου μαγαζί.
Ξεκόβουν οι καλλιτέχνες μεταξύ τους;
Σίγουρα! Εδώ ξέκοψαν αυτοί που τους βοήθησα. Έκανα τόσες εγχειρήσεις και δεν πήρε ούτε ένας τηλέφωνο, απ' αυτούς που έδωσα ψωμί και φάγανε.
Σκληρό, αλλά αληθινό.
Ξέρεις τι είπα μέσα μου; Γιατί, όταν έγινε η δικονομία, ο νομοθέτης δεν έβαλε την αχαριστία μέσα; Έπρεπε να δικάζονται οι αχάριστοι, ισόβια να πηγαίνουν. Εγώ γιατί τιμώ ακόμη όσους με βοήθησαν; Ξεχνώ την Πόλυ Πάνου που είχε δική της εταιρεία και με έβαλε κι είπα δυο τραγούδια; Της έκανα πρόβα δυο τραγούδια μου, να τα πει αυτή, και λέει ''Όχι, εσύ θα τα πεις''! Δύο τραγούδια είπα, λοιπόν, στη Βεντέτα, την εταιρεία της Πόλυς Πάνου. Ξεχνιούνται αυτά; Κι όμως άλλοι τα ξεχνάνε...
Τόσα χρόνια που δίνετε συνεντεύξεις, σας ενοχλεί που ασχολούνται μόνο με την υπόθεση Κοεμτζή και παρακάμπτουν την πορεία σας;
Ε, είναι ενοχλητικό (χαμογελάει). Να δίνεις μια ώρα συνέντευξη και να βάζουν μόνο το κομμάτι με τον Κοεμτζή...Πάντως, είδα το Χάρο με τα μάτια μου!
Ωραία, πάμε τώρα να μου τα πείτε και μένα.
Είμαι στην πίστα και τραγουδάω. Βλέπω τρεις ανθρώπους να έρχονται και με δυσκολία να βρίσκουν ένα τραπέζι μπροστά για να στριμωχτούν. Σάββατο, πήχτρα το μαγαζί! Τότε δεν είχαμε καμαρίνια και ανεβαίναμε στην πίστα από το πλάι. Πάω να περάσω, με πιάνει ο Νίκος ο Κοεμτζής, που δεν ήθελε αυτός να χορέψει, αλλά ο αδερφός του: ''Όταν ξανανέβεις, θέλω μια παραγγελιά''. ''Δηλαδή;'' ''Θέλω να μου πεις τις Βεργούλες''. Δύσκολο, γιατί εγώ έλεγα πιο πολύ σημερινά τραγούδια. Λέω ''Δε μπορώ να στο πω, χορεύει τόσος κόσμος''. Πρώτο όνομα κι εκεί εγώ τότε, ''Νεράιδα της Αθήνας'' λεγόταν το μαγαζί. Αρχίζει και μ' αγριεύει. Μου κάνει νόημα ''Άμα κατέβεις θα τα πούμε''! Λέω ''Ρε μπελά που βρήκαμε ξαφνικά''...Βάζω τον Αθανασιάδη, το δεύτερο όνομα, που έλεγε πιο παλιά τραγούδια: ''Κοίτα να πεις τις Βεργούλες μη μας κάνει καμιά φασαρία αυτός. Ξέρω γω τι γίνεται;'' Ανεβαίνει στην πίστα ο Αθανασιάδης, φωνάζει ο Κοεμτζής: ''Θα πεις εσύ την παραγγελιά''! ''Μα, χορεύει τόσος κόσμος'' του λέει αυτός ''πως να τους κατεβάσω που το θες και παραγγελιά;'' Αρχίζει να λέει τις Βεργούλες, ανεβαίνει ο αδερφός του Κοεμτζή να χορέψει, αλλά συγχρόνως ανέβηκαν κι άλλοι. ''Παραγγελιά πες τους'' φωνάζει ο Δημοσθένης που πήρε το μικρόφωνο απ' τον τραγουδιστή, ''κατεβείτε όλοι κάτω ρε!'' ''Πες το εσύ'' του κάνει αυτός. ''Παραγγελιά ρε'' ξαναφωνάζει τότε ο Κοεμτζής κι ορμάει στην πίστα, αλλά μεσ' στη βαβούρα ποιος να τον άκουγε; Τρία άτομα ήταν ανάμεσα σ' αυτούς που χόρευαν, ο ένας είχε φανοποιείο κι οι άλλοι δύο ήταν αστυνομικοί με πολιτικά.
ης χούντας αστυνομικοί;
Όχι, αυτά είναι ψέματα. Πήγα μάρτυρας στο δικαστήριο. Που να τους γνωριζε αφού ήταν με πολιτικά αυτοί κι αυτός πιωμένος; Για να τους σκοτώσει, να τους πεθάνει, τον γύρισε το σουγιά μέσα τους. Διότι, απ' ότι άκουσα να λένε στο δικαστήριο, αν σε μαχαιρώσουν με σουγιά απλά δεν πεθαίνεις. Ενώ αν τον στρίψουν το σουγιά μέσα σου, σου κόβουν τα άντερα και σε στέλνουν. Εγώ εκείνη την ώρα δεν πήρα χαμπάρι. Ήμουν κάτω και κατευθύνθηκα στην έξοδο, όπου ο φίλος μου ο συχωρεμένος ο Γιαλούρης μού λέει ''Τι γίνεται, ρε, μέσα;'' Μετά μου είπε ο Αθανασιάδης ότι φώναζε ο Κοεμτζής: ''Πού'ναι ο Καρουσάκης; Θέλω να τον σφάξω!'' Και όπως έβγαινε έξω με το μαχαίρι στο χέρι, όποιον έβλεπε μπροστά του τον κάρφωνε. Τρεις σκότωσε και άλλους εφτά τραυμάτισε βαριά! Καθώς τον βλέπει λοιπόν ο Γιαλούρης να έρχεται κατά πάνω μου, μου δίνει μια και με πετάει στον τοίχο, για να βγω απ' το πεδίο όρασης του! ''Τι σπρώχνεις, ρε;'' κάνω εγώ. Μου λέει: ''Δεν τον είδες με το μαχαίρι; Σ' έψαχνε''...Μ' έψαχνε για να με σφάξει!
Ήταν κι η Άντζελα Δημητρίου παρούσα; Η ίδια είχε πει σε συνέντευξη ότι κρύφτηκε πίσω από'να ηχείο την ώρα του φονικού.
Όχι, δεν ήταν στο σχήμα μου τότε. Ψέματα είναι αυτά. Μαζί μου ήταν η Ρέα Κουκά.
Ποια είναι η δική σας εκτίμηση για ότι έγινε;
Κατ' αρχάς ήταν το πρώτο έγκλημα που έγινε σε μπουζούκια. Πήρε όμως μεγάλη έκταση από μικρό πράγμα που ήτανε. Σαν ιστορία μιλάω, γιατί σαν πράξη ήταν η μεγαλύτερη που συνέβη στη νύχτα.
Το ότι ήταν χούντα δεν έπαιξε ρόλο;Δε νομίζω. Μετά την προώθησαν αυτή την άποψη.
Αυτό που λέγαν ότι ο Κοεμτζής είχε αριστερό παρελθόν;
Όποιος ήταν αριστερός έπρεπε να σφάζει; Δεν κατάλαβα. Αυτά είναι παραμύθια.
Το ''Μακρύ ζεϊμπέκικο για τον Νίκο'' του Σαββόπουλου το ακούσατε;
Αυτό ήταν εμπορικό, τό'κανε για εμπόριο. Εκμετάλλευση του θανάτου για να πουλήσει. Δεν έχω εγώ τίποτα με τον Σαββόπουλο, αλλά αυτό είναι.
Δεν έχει δικαίωμα ένας δημιουργός να καταθέσει την άποψη του πάνω σε κάτι δραματικό που συνέβη;
Ε, πες το κι έτσι (παύση)...Αλλά πιο πολύ εμπορικό ήτανε (γέλια) Τι να κάνουμε, έτσι το βλέπω εγώ.
Πολιτική συνείδηση είχατε εν μέσω χούντας;
Δεν ασχολιόμουν. Μόνο την καριέρα μου κοίταγα. Το τραγούδι, το μεγαλύτερο έρωτα της ζωής μου! Μετά τη γυναίκα μου και τα τέσσερα παιδιά μου φυσικά!
Η ''Παραγγελιά'' του Τάσιου πως σας φάνηκε;
Με φωνάξαν να τραγουδήσω μέσα και δεν πήγα. Θα μπορούσα να το εκμεταλλευθώ αυτό, αλλά δε μ' άρεσε να πάρω δόξα πάνω στο αίμα των παιδιών που χύθηκε. Δεν το ήθελα αυτό!
Την είδατε ωστόσο την ταινία;
Όχι, ποτέ. Δεν είναι αληθινή ταινία. Η γυναίκα μου την είδε και μου είπε πως δείχνει καυγά στην πόρτα του μαγαζιού λίγο πριν μπουν μέσα. Που τα βρήκαν αυτά; Σε ποιο μαγαζί σ'΄άφηναν να μπεις άμα έκανες τσαμπουκάδες στην είσοδο με τους πορτιέρηδες; Λάθος του σκηνοθέτη ήτανε αυτό!
Η αξία της ταινίας ήταν η παρουσία της Κατερίνας Γώγου. Την γνωρίζατε;
Ναι, αλλά όχι προσωπικά. Μια κοντούλα δεν ήτανε;
Οι γυναίκες τι θέση είχαν στη ζωή σας;
Μετά το τραγούδι μόνο αυτές υπήρχαν (γέλια). Μας κυνηγούσαν οι γυναίκες τους καλλιτέχνες, τι κόρες εφοπλιστών, τι κόρες εργοστασιαρχών!
Ενδίδατε;
Ε, πως, αμέ; (γέλια) Είχα πολλούς δεσμούς, αμέτρητους.
Όχι one night stand, που λένε.
Πήγα κι απ' αυτό, κάνα δυο φορές, αλλά εγώ κρατούσα δεσμούς. Εξάμηνους, τρίμηνους, ένα χρόνο, συνέχεια ήμουν με κάποια. Μετά γνώρισα τη γυναίκα μου που δούλευε συμβασιούχος στο ΥΠΕΧΩΔΕ κι είχα πάει για μια δουλειά μου. Μικρός ήμουν, τά'κανα όλα τάκα - τάκα. Παντρευτήκαμε, κάναμε δυο κόρες. Πρώτα γεννήθηκε η Καλλιόπη και μετά η Ελένη, η γνωστή τραγουδίστρια. Από μικρή της άρεσε να τραγουδάει χωρίς εγώ να την παροτρύνω. Μάλιστα, πολύ μικρή είπε ένα τραγούδι με τον Ζαμπέτα, πρίμο-σιγόντο απ' την αρχή ως το τέλος, τα ''Χίλια περιστέρια''. Της λέω ''γιατί δεν το λες σε κάνα CD αυτό που τό'πες πρώτη;'' Δεν θέλει...
Έχετε καλές σχέσεις με τις κόρες σας.
Έχω, γιατί εγώ μπορεί να έφυγα απ' το σπίτι, να χώρισα, να είχα διενέξεις με τη μάνα τους, αλλά τις προίκισα! Από τρία διαμερίσματα έχουν η καθεμία τους! Όλη η δούλεψη μου τότε πήγε σ' αυτές, εγώ έφυγα με το παντελόνι μου μόνο!
Σας τιμάει αυτό σαν πατέρας. Τώρα έχετε τη Γιούλη, όμως, και ακόμη δύο παιδιά.Τη Γιούλη τη γνωρίζω το 1982, στα χωρίσματα με την πρώτη γυναίκα μου. Ερχόταν ο αδερφός της σαν πελάτης στο μαγαζί, εκείνη σπούδαζε στο Λονδίνο δημόσιες σχέσεις και διαφήμιση. Μια μέρα ήρθε κι αυτή. Ήταν πολύ όμορφο κορίτσι, αστέρι, ε και δε σου κρύβω, έπαθα! Παράτησα την πρόβα που έκανα εκείνη την ώρα και πήγα κοντά της. Ήμουν κυνηγιάρης (γέλια). Τα φτιάξαμε, δε μπορούσαμε όμως να παντρευτούμε, γιατί ήμουν στα δικαστήρια με την πρώτη! Εφτά χρόνια με τράβηξε! Εν τω μεταξύ, κάνουμε παιδί με τη Γιούλη, αστεφάνωτοι. Ήταν σκληρό αυτό τότε. Κάνουμε και το δεύτερο παιδί, πάλι αστεφάνωτοι. Να σου δείξω τι έκανε ο γιος μου, ο πρώτος, στο Πάντειο Πανεπιστήμιο;
Μετά, μετά. Ας μιλήσουμε τώρα.
Ναι, τραγουδάει κιόλας! Αλλά δε θέλει, έχει έφεση στα γράμματα. Άσ'τον, καλύτερα. Δε βλέπεις ότι και το τραγούδι γύρισε τούμπα; Λοιπόν, η πρώτη μου γυναίκα με κυνήγησε ανελέητα, κάθε μέρα είχα εξώδικα στην πόρτα μου. Θυμάμαι μια δικηγόρο, στη γιορτή μου πρέπει να ήτανε, που με παίρνει και μου λέει: ''Σας στέλνω το διαζύγιο με fax''! Σημειωτέον, αυτή είχε στα χέρια της συμβόλαια μου με μαγαζιά, τα πήγε στα δικαστήρια και μου έκοψαν μια διατροφή, ο θεός να σε φυλάει! Σκέψου ότι στην αρχή οι κόρες μου δε μου μιλάγανε, μετά τα φτιάξαμε...
Πάνε αυτά. Σήμερα σας βλέπω ευτυχισμένο σ' ένα ζεστό σπίτι.
Ναι, όντως. Ο γιος μου μπήκε στα 27, τελείωσε δύο μεταπτυχιακά, κοινωνιολογία στο Πάντειο και ψυχολογία στο Mediterranean College, κι ετοιμάζεται να φύγει για Αμερική. Κάτσε να σου δείξω! (πηγαίνει και φέρνει το αριστείο του γιου του, Κωνσταντίνου, από το Πάντειο Πανεπιστήμιο). Κι η κόρη μου το ίδιο, ψυχολογία σπουδάζει κι αυτή.
Η κυρία Γιούλη έχει γράψει και τη βιογραφία σας, ένα πραγματικά καλό βιβλίο.
Κι όχι μόνο. Έχει γράψει κι άλλα βιβλία καλά! Το ''Πορτραίτο της Καβουρίνας'' στα Ελληνικά Γράμματα είναι το καλύτερο της! Τη δε βιογραφία μου την έγραψε σωστά, πέντε χρόνια τη δούλευε. Δεν είναι εύκολο να γράψεις τη βιογραφία του άλλου. Κι η Γιούλη έβαλε πολλές ιστορικές πληροφορίες μέσα, μουσικολογικές, τόσες που της έλεγα ''Δε θα τα διαβάζει αυτά ο κόσμος, θέλουν κουτσομπολιά οι Έλληνες μόνο''.
Πότε θα λέγατε ότι πέσατε σε κάμψη καλλιτεχνική;
Όταν άρχισαν τα προβλήματα με την υγεία μου. Το ΄95 έκανα δύο εγχειρήσεις στο στομάχι με ινομύωμα, ευτυχώς καλοήθες. Κάνω την πρώτη επέμβαση, δεν πέτυχε, κάνω τη δεύτερη και μου αφαιρούν τα 3/4 του στομάχου. Που νά'χα όρεξη για δίσκους και για μαγαζιά; Δεν με ενδιέφεραν πια...
Τρομάξατε τότε;
Πολύ...Έμεινα τρεις μήνες στην εντατική, διότι μετά τη δεύτερη εγχείρηση κόλλησα ενδονοσοκομειακή λοίμωξη, πνευμονία. Μετά τι έπαθα λες; Βγαίνω απ' το νοσοκομείο, κάθομαι σπίτι μη μπορώντας να φάω παρά μόνο με ορούς και παθαίνω ειλεό! Μου βγάλαν τα άντερα έξω, τα πλύνανε και μου τα ξαναβάλανε!
Γλιτώσατε απ'τον Κοεμτζή και θα το βρίσκατε απ' τους γιατρούς.
(γέλια) Επανήλθα σιγά - σιγά. Η Γιούλη μου κάθε μέρα εκεί ήταν. Τράβηξε πάρα πολλά μαζί μου. Πως να μην την αγαπάω; Πέρα από σωστή μάνα ήταν στο πλευρό μου πάντα, με πρόσεξε.
Μπράβο.
Κάτσε, έχω κι άλλα! Μετά τον ειλεό έρχεται το έμφραγμα! Ήμουν έτοιμος να φύγω Αμερική, είχα κλείσει δουλειά και με βρίσκει το έμφραγμα στο σπίτι. Λέω στη Γιούλη ''Άσε με εδώ να πεθάνω, μη με τρέξεις άλλο''. Ήταν 3 η ώρα τη νύχτα, είχα ρεπό. Ευτυχώς με έτρεξε! Έλα όμως που από τα χάπια που μου δώσαν για να σταματήσει το έμφραγμα έπαθα αιμορραγία στομάχου. ''Ρε γαμώτο'' θυμάμαι να λέει ένας γιατρός ''τον γλιτώσαμε από το έμφραγμα και θα τον χάσουμε από αιμορραγία;''
Έχω ανατριχιάσει...
Τι έχω τραβήξει; Κινητό χειρουργείο είμαι! Μετά βγάζω και τη χολή μου.
Είπατε δε βγάζω και τη χολή τώρα που πήρα φόρα;
Ναι, ναι. Πρόσφατα έκανα και αφαίρεση βουβωνοκήλης, γιατί είμαι έτοιμος για τραγούδι πάλι και δεν κάνει. Όταν τραγουδάς, τινάζεται και βγαίνει έξω αυτή. Και τι να κάνεις μπροστά στον κόσμο, να τη βάζεις μέσα; (έχω σκάσει στο γέλιο)
Ας πάμε και στο τελευταίο CD σας. Υπήρξαν άνθρωποι που σας παρότρυναν για το comeback σας;
Εγώ το ήθελα. Είναι και λίγο επετειακό το θέμα, αφού ο πρώτος μεγάλος δίσκος μου βγήκε το ΄74, κλείνω δηλαδή 40 χρόνια στη δισκογραφία. Στο CD αυτό δεν έβαλα μπουζούκια μέσα άμα τ' ακούσετε, έγινε όλο κομπιουτεράιζ. Ηλεκτρικές κιθάρες έχει μέσα, ροκ, τα πάντα!
υτό για να έρθετε πιο κοντά στη νεολαία, φαντάζομαι.
Ακριβώς! Να με μάθει η νεολαία, να έρθω κοντά της. Θ' ακούσεις το κομμάτι ''Ο Τάρανδος'' και θα πεις ''τι δουλειά έχει τώρα αυτό δω μέσα;'' Λέει ''Μου βάζεις κέρατο σκόνη μέσα στο φαγητό μου/ το κάνεις μ' όλους τους γνωστούς και με τον κολλητό μου'' (γελάμε κι οι δύο)
Καταπληκτικό! Τό'χω ακούσει, έχει ωραίο γκαράζ ήχο και θα το ζήλευε κι ο Λάκης με τα Ψηλά Ρεβέρ!
Γιατί, το άλλο το κοινωνικό ''Ο Άστεγος''; Πήγαμε ένα βράδυ με τη Γιούλη να δώσουμε κουβερτούλες σε δυο άστεγους, τους είδα και μελαγχόλησα.
Θα ήθελα τώρα να μου πείτε πως ορίζετε εσείς την έννοια του σκυλάδικου.
Το σκυλάδικο για μένα είναι που παίρναν τότε τραγουδιστές τα μαγαζιά χωρίς να έχουν ταλέντο, απλώς γιατί είχαν πέντε πελάτες και βγαίναν και τρώγαν μαζί τους και τα ακουμπάγαν στο μαγαζί. Αυτοί φτιάξαν το σκυλάδικο που δεν είχαν κανένα φωνητικό ταλέντο.
Άρα το σκυλάδικο ξεκίνησε σα στάση ζωής και όχι σαν τραγουδιστικό είδος.
Έτσι είναι. Οι πιο πολλοί απ' τα σκυλάδικα ξεκινήσαμε, κι εμείς κι η Μαρινέλλα κι ο Μπιθικώτσης κι όλος ο κόσμος. Είπαμε όμως: Τα σκυλάδικα φτιάχτηκαν από ατάλαντους τραγουδιστές κι ατάλαντους, άμουσους καταστηματάρχες.
Αναρωτιέμαι με την τόση εμπειρία σας πως είδατε τη σύγχρονη τάση των τραγουδιστών να βγαίνουν και να κάνουν σόου;
Που δείχνουν κοιλιακούς λες; Πως να τη δω; Εγώ δε βλέπω πια, ακούω μόνο! Γιατί ξέρεις ότι έχω και στα μάτια μου ωχρά κηλίδα;
Έχετε και ωχρά κηλίδα; Jesus, δηλαδή!
Έχω κι απ' αυτό...90% έχω χάσει την όραση μου, αλλά ευτυχώς έχει σταθεροποιηθεί πλέον. Υπάρχει έξαρση, τό'χει πάθει πολύς κόσμος αυτό. Όσο για τους κοιλιακούς που λέγαμε, αυτοί φεύγουν με τα χρόνια. Εγώ στήνω αυτί ν' ακούσω αν έχει φωνή ή δεν έχει ο τραγουδιστής.
Ποιους τραγουδιστές θα ξεχωρίζατε σήμερα;
Την Πάολα που τη λένε σκυλού εγώ τη θεωρώ καλή τραγουδίστρια. Ξέρεις που παραδέχομαι εγώ τον τραγουδιστή; Όταν μπορεί και κάνει αμανέ! Ο καλύτερος απ' όλους είναι ο Θέμης Αδαμαντίδης αν και δεν τον λες νέο πια. Για πιο νέους, δεν ξέρω...Εσύ έχεις ακούσει κάποιον; Έτσι θα χαθεί και το τραγούδι.
Κινδυνεύει το λαϊκό τραγούδι;
Όχι μόνο το λαϊκό, γενικά το τραγούδι. Χώρια που δεν προωθούν πια το λαϊκό, βλέπεις τι βάζουν στα ραδιόφωνα: ντάπα-ντούπα, ντάπα-ντούπα.
Γι' αυτό κι εσείς μού κάνατε κομπιουτεράιζ δίσκο, έτσι; (γέλια) Πέστε μας τι προσδοκάτε με το CD αυτό.
Περιμένω να κάνει κάτι, να ακουστεί. Σας θυμίζω ότι περιέχει και πολλά κοινωνικά σύγχρονα τραγούδια. Τά'χει ανάγκη η Ελλάδα.
Σας λυπεί το κατάντημα της χώρας;
Με λυπεί γιατί φοβάμαι ότι θ'αργήσει και να λυθεί το πρόβλημα της. Την Ελλάδα δεν την πρόσεξε κανείς, αυτό ξέρω να πω. Εγώ ελπίζω μήπως κι ενωθούν όλα τα κόμματα μαζί και τη φτιάξουν την Ελλάδα, αλλιώς δε φτιάχνεται.
Είναι εφικτό κάτι τέτοιο;
Δεν το βλέπω. Ίσως τα δυο μεγάλα κόμματα...
Μα ήδη συγκυβερνούν ΠΑΣΟΚ και ΝΔ.
Το ΠΑΣΟΚ δεν είναι μεγάλο κόμμα. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι.
Σωστό κι αυτό.
Ναι, αν μπορούσε να γίνει! Δεν είδες τι πάθαμε προχθές με τις βροχές;
Σας άρεσε να ταξιδεύετε;
Πάρα πολύ! Πήγα Αμερική τριάντα φορές, Καναδά, Αυστραλία τρεις φορές, Γερμανία, Λονδίνο, Παρίσι! Χαμός γινότανε! Λατρεία απ' τον κόσμο! Μια φορά είχα πάρει μαζί μου τη Γιούλη και μας κάναν τραπέζι καμιά σαρανταριά άτομα, μας βάλαν στη μέση και μας κοιτάγανε σαν αξιοθέατα!
Θα μπορούσατε να ζήσετε έξω;
Γιατί δε μπορώ; Ξέρεις; Γιατί αγαπάω την Ελλάδα! Εδώ γεννήθηκα, μεγάλωσα, πόνεσα, έκλαψα, έκανα δυο φορές οικογένεια...
Βγάζετε μια φυσική πραότητα.
Είμαι ήρεμος άνθρωπος αρκεί να μη με πειράξεις.
Τι κάνετε δηλαδή άμα σας πειράξουν;
Την κάνω και φεύγω (γέλια)
Θα ήταν παράλειψη, κλείνοντας, να μην πούμε και για το μαγαζί που είχατε.
14 χρόνια είχα μαγαζί, Καρουσάκης λεγότανε. Είχα 10 χρόνια μαζί μου τον Αντύπα και 7 χρόνια την Πίτσα Παπαδοπούλου. Οι πάντες πέρασαν: Η Κατερίνα Κούκα, η Στανίση, η Γλυκερία στο ξεκίνημα της. Έβγαλα χρήματα, αλλά καλύτερα να ήμουν στο μεροκάματο, γιατί είχα πολλά έξοδα. Καλοπλήρωνα τον κόσμο, κανείς δεν έχει παράπονο από μένα.
Μήπως τελικά το επιχειρηματικό ξάνοιγμα έφερε την κάμψη στην καριέρα σας και όχι οι αρρώστιες που λέγαμε πριν;
Πολύ πιθανό. Ξέρεις ότι μού'γινε πρόταση να με πάρει ο Μενιδιάτης στη ΦΑΝΤΑΣΙΑ και δεν πήγα; ''Βρε, ασ' το μαγαζί σου'' μού'λεγε ''κι έλα σε μένα''. Το μετάνιωσα, γιατί όταν βγαίνεις 14 χρόνια απ' την ίδια πόρτα, σου κάνει κακό.
Μεταξύ τραγουδιού, τέχνης και οικογένειας τι θα διαλέγατε;
Οικογένεια ασυζητητί!
Αν σας ρωτούσα, ποιο ήταν το στίγμα που αφήσατε ως τραγουδιστής;
Η χροιά μου φυσικά και κυρίως το ότι ψυχανεμιζόμουν τον κόσμο. Γύριζα ανάμεσα στον κόσμο και ήξερα τι ήθελε, ήξερα πως να αρέσω!
Κύριε Καρουσάκη, εύχομαι πάνω απ' όλα να έχετε την υγεία σας. Καλοτάξιδο το νέο CD σας!
Ευχαριστώ πάρα πολύ, καλά περάσαμε στη συνέντευξη αυτή!
* Η συνέντευξη με τον Κώστα Καρουσάκη πραγματοποιήθηκε τον Νοέμβριο του 2014 στο σπίτι του στο Παλαιό Φάληρο για το LIFO.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου