Είναι η πρώτη φορά που σας παίρνω συνέντευξη, κυρία Φιλιππίδου, οπότε θα ήθελα να ξεκινήσουμε από το οικογενειακό σας background. Περισσότερο για μένα, όχι τόσο για τους αναγνώστες μας.
Προέρχομαι από πολυμελή οικογένεια, τέσσερα αδέρφια και μπαμπάς - μαμά. Η μαμά μου φιλότεχνη μ' ένα τρόπο απλοϊκό, λαϊκό, ναΐφ. Πρόσφυγες με αριστερές καταβολές, ο μπαμπάς μου απ' τη Μικρά Ασία, η γιαγιά μου απ' την Ανατολική Ρωμυλία και η μαμά από μπαμπά Κρητικό γεννήθηκε στην Κρήτη και επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη. Όλος ο αγώνας στο σπίτι ήταν να επιβιώσουμε κι έτσι απ' τη μια μαθαίναμε να ζούμε σε εμπόλεμη κατάσταση, απ' την άλλη ο μπαμπάς μου έφερνε βιβλία στο σπίτι. Ήταν της άποψης να αποκτήσουμε γνώση και κατόπιν την ανεξαρτησία μας μέσω της εργασίας.
Βιώσατε τη φτώχεια ως παιδί;
Ναι, εγώ την πρόλαβα. Βίωσα αυτό που λένε να μην έχεις παπούτσια ή παλτό.
Η φτώχεια είναι ένα βίωμα άσχημο, αλλά λέγεται πως βοηθά τον άνθρωπο στη μετέπειτα ζωή του.
Νομίζω πως η ταπεινή καταγωγή είναι ένα μεγάλο θέμα και θέλει να το ψάξει πολύ κανείς ή να ψυχαναλυθεί. Είναι μια αναστολή μπροστά στην άλλη τάξη, αλλά και μια δύναμη που σε ωθεί ν' αγωνιστείς για να ανέβεις ακριβώς ταξικά. Να μπορείς να συνομιλήσεις δηλαδή με την ανώτερη τάξη, η οποία κρατά τα κεκτημένα της και πάντοτε σε έχει σε μία απόσταση. Αυτό για μένα ήταν πάντοτε ανάχωμα σε όλη μου τη διαδρομή, το να προσεγγίσω με ευγένεια και σεμνότητα χωρίς αρπακτική διάθεση την άλλη τάξη των μορφωμένων που ήταν πάντα πιο κοντά στα γεγονότα. Είναι μεγάλη διαδρομή να καλυφτεί το έλλειμμα αυτό από εμάς της κατώτερης τάξης που βγάζαμε τα παπούτσια μας όποτε βλέπαμε χαλί. Αυτό ήταν το δικό μου κάρο με τις πέτρες που κουβαλούσα.
Αυτό το κάρο άδειασε κάποια στιγμή απ' τις πέτρες του;
Τώρα έφτασα στο σημείο να συνομιλώ με τους ανθρώπους επί ίσοις όροις.
Εγώ πάλι πιστεύω ότι η κατώτερη τάξη σας είναι υπεύθυνη για το ότι σήμερα είστε εξαιρετικά προσηνής, ένας κατά βάθος λαϊκός άνθρωπος.
Αυτό δεν θα μπορούσα να το αποδεχτώ, γιατί όσοι ξέρουν τη γειτονιά μου, τα Εβραίικα της Θεσσαλονίκης με τα χώματα και τα εγκατελειμμένα σπίτια των Εβραίων που επινοικιάστηκαν στους πρόσφυγες, ξέρουν και ότι ήμασταν προλετάριοι. Δεν ήμασταν στα σπιτάκια με τις αυλές και τα ουζάκια και τα τραγούδια, δεν είχαμε σχέση με τις άσπρες φανελίτσες και τις εικόνες του ελληνικού κινηματογράφου - πως να το πω - ήμασταν πιο ''κάτω'', πιο λούμπεν, πιο προλετάριοι, πιο καταραμένοι.
Γι' αυτό αγαπάτε και τους καταραμένους ήρωες στην Τέχνη.
Ναι, και στα θεατρικά έργα και στα ποιήματα. Με ελκύει το βάσανο των ανθρώπων αυτών. Θυμηθείτε το υπόγειο που ζούσε ο Καρούζος.
Είχε αλλάξει πολλά υπόγεια ο Καρούζος.
Δυστυχώς τον Καρούζο τον γνώρισα μόνο μέσα απ' την ποίηση του. Έλεγα, όμως, για σκεφτείτε τον να βλέπει μόνο πόδια και παπούτσια να περνάνε έξω από την κάμαρα του! Είναι σπαρακτικό να σκέφτεσαι ότι ένας τόσο μεγάλος ποιητής έζησε σ' αυτά τα υπόγεια. Απ' την άλλη, αυτό με ελκύει, χωρίς να σημαίνει ότι δεν αγαπώ τους αστούς ποιητές. Το μεγαλείο έρχεται από παντού, απλά το άλλο έχει ένα βάσανο ερωτικό σχεδόν.
Την ηρωίδα που ενσαρκώνετε αυτόν τον καιρό θα τη λέγατε καταραμένη; Είναι ανορθόδοξο, πέραν του μύθου που συνέλαβε ο Φώκνερ, μία γυναίκα να προετοιμάζει τα της κηδείας της για να ταφεί στην πατρική γη της.
Το ανορθόδοξο το δέχομαι πιο πολύ από το καταραμένο στην ηρωίδα αυτή. Έχει κάτι το επαναστατικό συν μία αίσθηση πρώιμης φεμινιστικής κίνησης. Η γυναίκα αυτή δεν αγαπάει τον άντρα της και παρόλα αυτά κάνει τέσσερα παιδιά μαζί του - το ένα μάλιστα τό'χει κάνει με τον εραστή της, τον ιερωμένο. Αυτή είναι μια μικρή επανάσταση.
Μόνο μικρή; Τεράστια θα έλεγα για το κοινωνικό χωροχρονικό πλαίσιο.
Έχετε δίκιο. Μεγάλη επανάσταση είναι αυτή. Μπορείτε να φανταστείτε ότι η γυναίκα αυτή λέει στον άντρα της να πάει να τη θάψει στη γεννέτειρα της μόνο και μόνο επειδή δεν τον αγαπάει; Με απλά λόγια, αντί να πιάσουν την κουβέντα, μια και πέραν του κρεβατιού δεν έχουν καμία άλλη επικοινωνία, αντί να του πει ''Δε σ' αγαπώ'', ζητάει να τη θάψουν κοντά στον πατέρα της.
Πράγματι, ένα στοιχείο που αναδύεται στην εντέλεια από το έργο είναι η έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων.
Το μεγάλο στοιχείο είναι ότι ο Φώκνερ, που δεν έγινε τυχαία Νομπελίστας, βάζει όλους τους ήρωες να μιλάνε για τους εαυτούς τους και να ψυχαναλύονται μετά το θάνατο και το σκοτάδι. Η μητέρα γίνεται εξομολογητική μετά θάνατον και θέλει να τα πει όλα και οι ήρωες συγκρούονται μεταξύ τους, σα να ξαναρχίζει η ζωή και οι άνθρωποι να ανθίζουν μετά το θάνατο.
Πόσο σας δυσκόλεψε η θεατροποίηση ενός μη θεατρικού έργου;
Πάρα πολύ! Το έργο ξεκίνησε να γίνει μονόλογος από τη Χλόη Κολύρη που είναι ψυχαναλύτρια, μεταφράστρια και φίλη του φίλου μου, Μένη Κουμανταρέα. Ήταν ελκυστική η ιδέα ενός μονολόγου, αλλά μόλις είχα βγει απ' τις ''Ευτυχισμένες μέρες'' και δεν ήθελα πάλι μονόλογο. Ζήτησα και ευτυχώς η κυρία Λεβίδη δέχτηκε να μας δώσει το θέατρο του Βογιατζή και μου ανάθεσε και τη σκηνοθεσία ώστε να κάνουμε το έργο με όλους τους χαρακτήρες του. Δουλέψαμε με το κείμενο της Κολύρη, καθώς είναι πολύ δύσκολο να κάνεις θεατρικό έργο ένα μυθιστόρημα. Πέτυχε, καθώς ρίξαμε πολλή δουλειά!
Δεν θέλατε επίσης να αναθέσετε σε κάποιον τρίτο τη σκηνοθεσία.
Θεωρώ πολύ υγιές το ότι τώρα τελευταία ξεκίνησα νά'χω επιθυμίες, γιατί όλοι κάποια στιγμή πρέπει να ξέρουμε τι θέλουμε. Απ' την επιθυμία ξεκινάμε κι ακολουθεί ο αγώνας μας για να την κάνουμε πράξη. Ο δρόμος αυτός είναι.
Τώρα τελευταία, ε; Η απουσία επιθυμιών δεν είναι ταυτόσημη με μιαν ανηδονία;
Το πέρασα εγώ αυτό. Είχα επιθυμίες και πολλές, αλλά νομίζω πως τις κρατούσα καταπιεσμένες. Μέσα από πολλά προβλήματα, την καταγωγή που λέγαμε, τη συστολή και την ευγένεια μου, δεν είχα τη δύναμη να θέλω πράγματα. Έπειτα είχα και μιαν άποψη εσφαλμένη για το θέατρο. Πίστευα ότι έπρεπε να δουλεύω συλλογικά και δεν έπαιρνα τα πράγματα στα χέρια μου, είτε γιατί δεν είχα την πληροφορία, είτε γιατί δεν είχα σπουδάσει στο εξωτερικό. Δούλευα, έκανα επιτυχίες, τις οποίες δε μπορούσα να εκμεταλλευθώ για μένα κι εκεί κατάλαβα ότι δεν τα πάω καλά με τον εαυτό μου. Ήξερα ότι θέλω να σκηνοθετώ και να δημιουργώ πράγματα, αλλά δεν ήμουν σε θέση να δημιουργήσω τις προϋποθέσεις. Έχω ελλείμματα και αδυναμίες σαν άνθρωπος.
Μήπως, λέω εγώ τώρα, εγκλωβιστήκατε στην εικόνα της κωμικής ηθοποιού; Θα τό'χετε ακούσει άπειρες φορές αυτό.
Όχι, δεν ήμουν εγκλωβισμένη σε καμία εικόνα. Ήμουν εγκλωβισμένη στον εαυτό μου. Στα προσωπικά μου προβλήματα, στο ποια είμαι εγώ, από που έρχομαι, στο πως να διατυπώσω ευθαρσώς τι θέλω ακριβώς να κάνω. Είμαι γύρω - γύρω από ένα πράγμα χωρίς να είμαι μέσα στο πράγμα.
Θεωρείτε ότι τώρα διανύετε ίσως την πιο δημιουργική σας φάση;
Ναι και ευτυχώς, γιατί θά'χα πέσει σε κατάθλιψη. Βρήκα το δρόμο να κάνω πραγματικότητα την επιθυμία μου επιτέλους. Μέσα μου είχα δύο Σοφίες: Τη μία που δούλευε και την αγαπούσε πολύ ο κόσμος...Δεν ήμουν εγκλωβισμένη, λοιπόν, μόνο στην κωμική εικόνα. Ήμουν εγκλωβισμένη στην ταπεινή μου καταγωγή, στο ''καλό παιδί'', στο ότι πρέπει να μην αντιμιλάμε, να ακολουθούμε την ιεραρχία, στο ότι υπάρχουν οι μεγάλοι σκηνοθέτες και πρέπει να τους περιμένω να σκηνοθετήσουν. Κι ακόμη ήμουν εγκλωβισμένη μέσα στις μεγάλες πρωταγωνίστριες, στους κριτικούς, στο λεωφορείο που περνάνε οι άλλοι και σε σπρώχνουν. Λάθος να λέμε ότι εγκλωβίστηκα στην κωμωδία! Είμαι εγκλωβισμένη μέσα σ' έναν εαυτό με επικοινωνιακά προβλήματα, να λέω ή εγώ δεν καταλαβαίνω ή αυτοί που τους μιλάω δεν καταλαβαίνουν. Και πολλές φορές στις συνεντεύξεις μου λέω τι θέλω, αλλά αυτά τα πράγματα αφαιρούνται όταν εγώ εδώ και χρόνια δηλώνω ότι προσπαθώ να βρω το δρόμο μου με ένα τρόπο ευγενικό και αξιοκρατικό. Πλέον μπόρεσα και τό'κανα μόνη μου, κάτι που είναι επίπονο και δε μπορώ να το συστήσω στα νέα παιδιά, ''Περιμένετε να γεράσετε''...
Έχετε ανθρώπους - φάρους στη ζωή σας;
Εμένα οι φάροι της ζωής μου είναι όλοι οι πεθαμένοι συγγραφείς και ποιητές με τα βιβλία τους. Εκεί θα βρείτε τα πάντα και κανείς δεν είναι θύτης ή θύμα. Δε με ενδιαφέρει να γκρινιάξω και τα παίρνω όλα πάνω μου. Φάροι μου είναι και οι απλοί άνθρωποι, η μάνα μου και ο πατέρας μου, όπως και κάποιοι με σκαμμένα πρόσωπα. Οι άνθρωποι είμαστε ωραίοι. Οι άνθρωποι είναι ωραίοι. Κι απ' την άλλη υπάρχουν κι αυτοί που με στενοχωρούν και τους αποφεύγω. Στερημένους να τους πω; Αχόρταγους, βουλιμικούς, αγενείς;
Πείτε μου κάτι τώρα, έχω απέναντι μου μια γυναίκα...
Εμένα εννοείτε (γέλια)
Ναι, που αναρωτιέμαι αν έχει συμφιλιωθεί με το χρόνο.
Τώρα μπαίνω στη διαδικασία, μετά το θάνατο της μητέρας μου, να προετοιμάζομαι κι εγώ σιγά - σιγά για θάνατο. Αυτό μπορεί νά'ναι επώδυνο, αλλά και απελευθερωτικό. Δε γίνεται να νιώθουμε μονίμως αθάνατοι. Το σκέφτομαι καθημερινά, δεν έχω και παιδιά κιόλας. Σκέφτομαι και το μετά θάνατον, κάνω αγώνα να συμφιλιωθώ με το άγνωστο, το μαύρο, το σκοτάδι, το χώμα, το τίποτα και δε θέλω να το βλέπω έτσι. Δημιούργησα λοιπόν ένα κόσμο που πεθαίνει το ''Εγώ'' μου κι εκεί θα υπάρχει μόνο ένα ''Εμείς'' και θά'ναι όλα πολύ ωραία!
Στη διαδικασία της σκέψης αυτής σίγουρα δε μπήκατε μόνο με το θάνατο της μάνας σας, αλλά και με το έργο του Φώκνερ.
Όταν διαβάζαμε το έργο, η μάνα μου αργοπέθαινε. Μεγάλη σε ηλικία, αλλά δεν έχει να κάνει...Όταν χάνεις τη μαμά σου, δεν είσαι κανενός πια. Είμαι δηλαδή της μαμάς μου με ένα τρόπο μεταφυσικό, γιατί έρχεται ευτυχώς στα όνειρα μου και πάντοτε παίρνω δύναμη. Αισθάνομαι ότι πέθανε και με αναγνώρισε μετά θάνατον. Σίγουρα αν δεν πέθαινε τη στιγμή που πέθανε, δε θα μπορούσα να κάνω την παράσταση.
Άρα έπεσα τελείως μέσα!
Ναι...Θυμάμαι ότι ήμουν στην πρόβα κι έλεγα ένα μονόλογο, όταν χτύπησε το τηλέφωνο και μού'πε ο αδερφός μου ότι πεθαίνει η μαμά. Δεν την πρόλαβα. Ήταν ακόμα ζεστή, όμως. Ζούσα το θάνατο της μάνας μου και το δικό μου θάνατο στην πρόβα για την παράσταση. Πεθαίναμε μαζί με τη μάνα μου, ταυτόχρονα. Εκείνη ως μάνα κι εγώ ως ηθοποιός...
Είναι απίστευτο το πως μεταφέρετε επί σκηνής την αίσθηση της απώλειας. Ξεχνά κανείς το έργο ολόκληρο του Φώκνερ κι εστιάζει πάνω σας, έτσι όπως είστε ντυμένη νύφη, κι ερμηνεύετε λόγια ποιητικά.
Έχω φτάσει με τα χρόνια σε ένα απλό, αλλά και πιο δύσκολο τρόπο υποκριτικής. Κατέχω τα μέσα μου και αφήνω εκτός το κραύγασμα, είναι ένας δρόμος στην υποκριτική μου που τον βρήκα και με εκφράζει. Νιώθω πιο κατασταλαγμένη και αποζητώ το νόημα των λέξεων μέχρι να επικοινωνήσουν με τον κόσμο. Μέχρι εκεί.
Τό'χετε καταφέρει αυτό και το θέατρο είναι γεμάτο σε κάθε παράσταση.
Ευτυχώς, γιατί αλλιώς δεν υπάρχει θέατρο. Θέλω όσο πιο πολύ κόσμο γίνεται, όπως και τα μεγάλα θέατρα. Η παράσταση αυτή είναι για να τη δει πολύς κόσμος, δεν είναι δηλαδή για λίγους, ούτε για συλλέκτες. 150 θέσεις έχει το θέατρο και θέλω, αν είναι δυνατό αυτό, νά'ναι πάντα γεμάτο!
Κι αν ένα έργο δεν έχει εμπορική επιτυχία, σώνει και καλά είναι αποτυχημένο; Ο Πολάνσκι, ας πούμε, είχε πει ότι οι ταινίες του Αγγελόπουλου απευθύνονται σε συλλέκτες γραμματοσήμων. Αυτό τον ακυρώνει ως μεγάλο δημιουργό;
Όχι, ο Αγγελόπουλος είναι μεγάλος δημιουργός και τις ταινίες του μια χαρά μπορεί να τις δει και το μεγάλο κοινό, αρκεί να είναι εκπαιδευμένο. Υπάρχει, λοιπόν, το κοινό, υπάρχει κι η αγορά που πουλάει το προϊόν και λέει πως θά'ναι αυτό. Δε φταίει μόνο το κοινό ή ο δημιουργός. Φταίνε και οι νόμοι της αγοράς που αν δε βάλουν ένα προϊόν μέσα σ' ένα κουτί, δε μπορούν να το πουλήσουν. Οι κατηγοριοποιήσεις αυτές έχουν διαμορφώσει τα έργα για τους ''λίγους'' και τους ''πολλούς''. Ωστόσο, η δική μας παράσταση δεν είναι για λίγους.
Ακόμη και γι' αυτούς που δεν ξέρουν τι θα πει θέατρο;
Εντάξει, υπάρχουν κι αυτοί και θες πολλή δουλειά για να τους εκπαιδεύσεις. Δεν ξέρουν, δεν έχουν πάει ποτέ στο θέατρο κι εγώ τώρα δε μπορώ να πω ότι τους θέλω κι αυτούς. Τους αγαπάμε, αλλά αφού δεν ξέρουν από θέατρο... (γέλια)
Πόσο σημαντική είναι η συντροφικότητα; Δεν εννοώ τη συζυγική ζωή απαραιτήτως.
Πάντα είχα την ανάγκη ενός συντρόφου και ποτέ δεν με άφησαν μόνη μου. Δύο χρόνια μού έπαιρνε για να προσαρμοστώ σ' έναν άλλο άνθρωπο! Μετά από ένα χωρισμό, δεν ξέρω τι κάνουν οι άλλοι, εγώ όμως κλείνω σα γυναίκα, σα νά'ναι χειμώνας. Πρέπει έτσι να έρθει η προσωπική μου άνοιξη, που μπορεί στη φύση να κρατάει τέσσερις μήνες, σε μένα όμως κρατάει δυο χρόνια. Όταν όμως είμαι έτοιμη να ''ανοίξω'', τότε μόνη μου βγαίνω έξω. Ανοίγω την πόρτα μου για να πω ''Θέλω σύντροφο'', όπως κάνει κι η φύση.
Σαν τις γάτες τον Γενάρη ένα πράγμα!
(γέλια) Έτσι όπως βγαίνω έξω χαρούμενη σαν ένα λουλούδι που ανοίγει, αυτό φαίνεται και ο άλλος το εισπράττει. Έτσι ήρθε ο τωρινός μου σύντροφος που είμαστε μαζί από το '90.
Μιλάμε για 27 χρόνια σχέσης. Μπράβο! Πόσο εύκολα ή δύσκολα θα λέγατε το ''Σ' αγαπώ'' ή το ''Δε σ' αγαπώ'', όπως κι η ηρωίδα του έργου;
Στις αρχές των ερώτων μου και εγώ έκανα λίγους και μακροχρόνιους δεσμούς, είχα την ανάγκη να ανταλλάξω τα χαριτωμένα λόγια, όπως όλοι οι άνθρωποι, ''μ' αγαπάς'', ''σ'αγαπώ'' και ''για πόσο θα μ' αγαπάς'' κλπ. Ανασφάλεια ίσως είναι...Η αγάπη πρέπει να δείχνεται, όχι να λέγεται. Η αγάπη είναι κάτι πιο αδιόρατο, πιο λεπτό, ευαίσθητο, σα μεταξωτή κορδέλα, δεν είναι φλύαρη σαν ωριμάσει.
Είπατε πριν πως δεν έχετε παιδιά. Από επιλογή;
Απλά δεν αξιώθηκα να κάνω παιδί.
Αν είχατε κάνει, θα ήταν τροχοπέδη στην πορεία σας προς την αυτογνωσία που μου περιγράψατε;
Οπωσδήποτε. Πάντα ένα παιδί είναι μία τροχοπέδη όταν λες τα μικρά ή τα μεγάλα όχι σου. Υπάρχουν άνθρωποι που συνδυάζουν παιδιά και μεγάλες καριέρες, αλλά και άλλοι που κάνουν μεγάλες θυσίες και συμβιβασμούς. Έχω μία ψευδαίσθηση πως εάν είχα παιδί, θα τού'χα πει πράγματα για το πως θα τα βγάλουμε πέρα οι δυο μας. Θα του μιλούσα λίγο πιο άναρχα για τη συνομωσία της ζωής, να μην υποταχθούμε τελείως οι δυο μας, ασχέτως αν συμφωνούσε και ο μπαμπάς ή όχι. Να καταφέρουμε δηλαδή να ελιχθούμε μεσ' σ' αυτή τη ζωή με τους νόμους της αγοράς.
Κοινώς, θα βγάζατε ένα παιδί σαν τον μικρό σας γιο στην παράσταση που υποδύεται ο Κωνσταντίνος Γεωργόπουλος.
Ναι, ένα τέτοιο γιο θά'θελα. Πιστεύω ότι μπορείς να κάνεις με το ίδιο σου το παιδί μια μικρή συνομωσία για να του δείξεις πώς να τα βγάλετε πέρα.
Πως νιώθετε λοιπόν που έχετε στην παράσταση τέσσερα παιδιά, τρεις γιούς και μια κόρη;
Μπορεί να είναι ένας ρόλος, αλλά είναι αλήθεια πως μπορώ σιγά - σιγά να γίνω τρυφερή, να χαϊδέψω ένα παιδί χωρίς να γίνομαι ενοχλητική, να μπορώ να χτενίσω την κόρη μου με μια τρυφερότητα ή με μιαν ανάγκη να την προστατέψω. Δεν ξέρω, ίσως για πρώτη φορά έχω ταυτιστεί τόσο πολύ με αυτό που λέμε μητέρα και μητρότητα, που εγώ δεν τη γνωρίζω.
Μου έκανε μεγάλη εντύπωση το πόσο πείθετε ως μάνα στην παράσταση, ειδικά όταν έψαξα και έμαθα μετά πως δεν έχετε κάνει δικά σας παιδιά!
Ίσως οφείλεται στο ότι δεν είμαι ο τύπος που δεν ήθελε παιδιά, απλά έτυχε να μην κάνω. Υπάρχει αυτή η πίστη μου στο ότι μπορούμε να κάνουμε παιδιά και ταυτόχρονα να είμαστε οι εαυτοί μας.
Βασανίζεστε από νευρώσεις, κυρία Φιλιππίδου;
Δε μπορώ να μιλάω για τις νευρώσεις μου, καθώς όλος ο κόσμος είναι γεμάτος με νευρώσεις. Νομίζω πως τις έχω βάλει σε έναν γλυκό ύπνο και δε λέω ύπνωση, ώστε να ξυπνήσουν και να γίνουν άγρια θηρία. Τις νανούρισα και κοιμούνται κι εγώ τις ταΐζω και τις ποτίζω να είναι εκεί φρόνιμες. Τις έχω υπό έλεγχο και δεν τις αφήνω να εκδηλώνονται σε μια πρόβα ή σε μια ταβέρνα και να βγαίνει αυτό το άγριο ακραίο πράγμα επειδή εγώ είμαι η Φιλιππίδου, λόγου χάριν. Είμαι πάντα ευγενική και δε θέλω να ενοχλώ τους ανθρώπους ή να είμαι το επίκεντρο της παρέας. Αφήνω τους άλλους να με βάζουν αυτοί εκεί που θέλουν.
Έχετε νιώσει ποτέ ενόχληση λόγω της αναγνωρισιμότητας σας;
Κάποιοι άνθρωποι δεν ξέρουν πως να αντιδράσουν και σ' αρπάζουν, σε φιλάνε, σου κάνουν ερωτήσεις. Μού'χει τύχει κι είναι κάτι που θέλει κατανόηση, αγάπη ή να μπεις λίγο στη θέση αυτού που το κάνει. Η ασφάλεια που δημιουργεί το γεγονός ότι ο κόσμος σ' αγαπάει, σ' εκτιμάει και σ' αποδέχεται, είναι τόσο μεγάλο δώρο που δεν πειράζει αν υπάρχουν και πέντε - έξι, οι οποίοι θέλουν να σ' αγκαλιάσουν. Πάντως, όποτε πάω στη γενέτειρα μου, στη Θεσσαλονίκη, μπορώ να προχωρώ σα χαμαιλέων ανάμεσα στους άλλους και να το λήγω το θέμα. Χαιρετιόμαστε σα νά'χουμε συνεννοηθεί ότι είμαι η Φιλιππίδου που έρχομαι να δω τη μαμά μου κι εσείς όλοι είστε οι καλοί γείτονες. Είμαι ανάμεσα τους, λέμε για τα ψώνια μας κι έτσι δεν υπάρχει ''Η Φιλιππίδου και οι άλλοι''. Κι αυτό ένας ρόλος μπορεί να είναι.
Με τον Κουμανταρέα είχατε προσωπική γνωριμία, έτσι δεν είναι;
Βέβαια. Πριν 10 χρόνια, πάνω που άρχιζε η κρίση, δημιουργήθηκε η πρώτη μεγάλη επιθυμία μου να φύγω από τα μεγάλα θέατρα, που υπηρετούσα καθημερινά το ίδιο πρόσωπο για τις ανάγκες της αγοράς. Χρειαζόταν μια απελευθερωτική κίνηση και βρήκα τη δύναμη να την κάνω. Ανακάλυψα λοιπόν έναν ήρωα του Μέλβιλ, απευθύνθηκα στον Κουμανταρέα και μου έδωσε την άδεια να χρησιμοποιήσω τη μετάφραση του. Πήγαινα σπίτι του, με δέχτηκε ως ένας ευγενής επίσης άνθρωπος. Μετά τον πληθυντικό της γνωριμίας του πρώτου χρόνου, περάσαμε στον ενικό, μου είπε ''Τώρα περνάμε στον ενικό αριθμό'', αγκαλιαστήκαμε, φιληθήκαμε στα μάγουλα και γίναμε φίλοι.
Σας κόστισε ο θάνατος του, φαντάζομαι.
Ναι, γιατί ήταν αναπάντεχος και κυρίως γιατί θα ήταν κοντά μου τώρα και θα μού'δινε δύναμη. Πάντως, με ένα μεταφυσικό τρόπο παίρνω και τώρα δύναμη από τον Μένη, αφού και η πνευματική κληρονόμος του μού δείχνει την ίδια αγάπη και εμπιστοσύνη. Φυσικά τίποτα δε μπορεί να αντικαταστήσει τη φυσική παρουσία, την ευφυΐα του κι εκείνες τις υπέροχες φράσεις του, την εξυπνάδα, το χιούμορ, τον τρόπο που με κοιτούσε, τον τρόπο που κάπνιζε το τσιγάρο του.
Και στην περίπτωση του Κουμανταρέα, όσο σημαντικό είναι το πρωτότυπο έργο ενός ξένου συγγραφέα, εξίσου σημαντική είναι και η ελληνική μετάφραση του.
Εννοείται, γιατί κάνει ένα έργο καινούργιο χωρίς να θέλει να προδώσει τον Φώκνερ, όπως σημειώνει στον πρόλογο του βιβλίου. Έχει να κάνει με ένα έργο στη διάλεκτο του Μισσισσιπή, μία ''χωριάτικη'' γλώσσα, αργκό, κάτι πολύ δύσκολο να αποδοθεί στα ελληνικά του στυλ ''Λάρισα'', ''Κρήτη'' ή ''Κύπρος''. Ήθελε να είναι κοντά στην αργκό του Φώκνερ του 1929, αλλά να μην είναι ελληνικό ιδίωμα. Εκεί ο Κουμανταρέας έκανε τεράστια προσπάθεια να δημιουργήσει μια νέα γλώσσα που δεν θα ήταν απαραιτήτως του χωριού της Ελλάδας ή της Αμερικής.
Εγώ πάντως αυτό που εισέπραξα είναι η έντονη ποιητικότητα στο λόγο των χαρακτήρων.
Έτσι είναι η μετάφραση, έτσι είναι όμως και ο λόγος στον Φώκνερ. Ο Φώκνερ βάζει έναν ημερολογιακό χρόνο εννέα ημερών, παίρνει μια οικογένεια, φτιάχνει μια υπόθεση, κατέχοντας καλά τη λογοτεχνία, φτιάχνει ήρωες - χαρακτήρες, πλοκή - σασπένς κι έπειτα σαν πρωτοπόρος της γραφής σπάει αυτή τη διαδρομή των εννέα ημερών από το μπαμπακόσπιτο μέχρι το Τζέφερσον. Μέσα στη ρεαλιστική αυτή γραφή το μυαλό φεύγει, πηγαίνει κάπου αλλού, ονειρικά, συνειρμικά, κάνοντας τελικά ποίηση. Έτσι όλοι οι ήρωες του γίνονται ποιητές. Ο ίδιος σαν ποιητής και σαν θεατρίνος μάς βγάζει τη γλώσσα, είναι τρομερό! Μεγάλος ποιητής, μεγάλος λογοτέχνης που προτείνει μια νέα αφηγηματική φόρμα.
Το έργο είναι μια τοιχογραφία του Νότου της Αμερικής, ενός τόπου βαθιά ρατσιστικού και ταξικού.
Σωστά. Εκεί υπάρχουν οι μαύροι οι δούλοι που δουλεύουν στα βαμβάκια, στις φυτείες, αλλά εμείς ''είμαστε'' οικογένεια λευκών. Το έργο υπό αυτή την έννοια μιλάει κάπως στο σήμερα και γενικά οι μεγάλοι λογοτέχνες, σαν τον Φώκνερ, μιλάνε για πάντα. Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, οι σπουδαίοι λογοτέχνες μιλάνε για πράγματα που απασχολούν την ανθρωπότητα.
Όνειρα κάνετε, κυρία Φιλιππίδου;
Ονειρεύομαι πάρα πολύ στον ύπνο μου!
Κάθε βράδυ;
Ναι, αν και δεν είναι όλα για να τα επεξεργάζομαι, μερικά είναι φευγαλέα. Υπάρχουν όμως κάποια πολύ σημαντικά και εδώ και μια 20ετία έχω καμιά εικοσαριά τετράδια για να τα γράφω και να τα ζωγραφίζω μετά. Είναι το χόμπι μου!
Να ζωγραφίζετε όνειρα; Πρωτότυπο!
Θέλει πολλή δουλειά, αλλά μου αρέσει, με ξεκουράζει!
Σαν story board για animation film, μου ακούγεται!
Έχω πολύ υλικό από τα όνειρα μου κι εκτός αυτού, κρατάω πολλά τετράδια και με σημειώσεις μου από βιβλία που διαβάζω και μελετάω. Κρατάω ιδέες που πρέπει να τους αφιερώσω χρόνο με σκοπό κάτι να κάνω κάποια στιγμή. Κι αν δε γίνει τίποτα, δεν πειράζει, αν και θα μπορούσα...
Ακόμα και τώρα το κάνετε; Βρίσκετε χρόνο να αναλύετε τα όνειρα σας;
Τώρα κάνω επιλογή μέχρι να ''σκάσει'' το μεγάλο το καλό το όνειρο. Έχω μάθει τα όνειρα να μου μιλάνε σε βάθος χρόνου, εκεί που καμιά φορά σού μιλάνε την επόμενη μέρα κιόλας. Το κάνω μόνη μου και το χαίρομαι, όπως ένας άλλος θα έκανε κολύμπι ή σκι που εγώ δεν κάνω. Παλιά μού άρεσε να λύνω εξισώσεις γεωμετρίας ή άλγεβρας, ήταν η αγαπημένη μου ασχολία στο Γυμνάσιο, αλλά τώρα είναι τα όνειρα!
Κι αν πιάσουμε τα πραγματικά όνειρα που αφορούν το επόμενο βήμα σας κάθε φορά;
Και τώρα μπαίνω στη διαδικασία τι θα γίνει άμα τελειώσω με τον Φώκνερ. Κάποια στιγμή θα τελειώσει μετά την επιτυχία και θα πρέπει να το τελειώσω. Όλα θέλουμε να τα κάνουμε κι έρχονται συνέχεια προτάσεις. Πρέπει όμως να ξανακούσω το μέσα μου, τον εαυτό μου για το τι θα θελήσει να κάνει. Κάθε πράγμα που κάνουμε είναι και μια φράση μας, πρέπει να συμβαδίζουμε με την εποχή μας, τη συντεχνία μας, τον κόσμο όλο. Ας μην είμαστε αυτιστικά μόνοι μας με τις επιθυμίες μας που μπορούν να καταντήσουν βουλιμικός αυτισμός. Πρέπει να κάτσω να δω τι γίνεται κι εκεί μέσα να ξαναϋπάρξω κι εγώ μ' ένα τρόπο ευγενικό ως καλλιτέχνις και ως άνθρωπος. Δεν το κάνω για μένα, ικανοποιώ και μια μανία για να επικοινωνώ.
Μιλάτε για ώρες στο τηλέφωνο;
Όχι, δεν το κάνω, προτιμώ από κοντά να μιλάω...
Στα social media όμως έχετε μεγάλη παρουσία.
Ναι, γιατί θεωρώ ότι είναι το κομμάτι της δουλειάς μου. Παλιά, όταν είχα την ομάδα μου, ταλαιπωριόμουν πάρα πολύ. Έπρεπε να τρέχουμε με τα ποδήλατα να αφήνουμε τους φακέλλους με τα δελτία Τύπου στις ρεσεψιόν των εφημερίδων και να παρακαλέσουμε να μας γράψουν κάτι. Ορισμένους μας βοήθησε πάρα πολύ! Κάθομαι τώρα στο γραφείο μου και κοινοποιώ τη δουλειά μου, στέλνω προσκλήσεις απ' το inbox, αλλά βλέπω ότι και οι εφημερίδες προσαρμόζονται στη νέα επικοινωνιακή πραγματικότητα. Βλέπω δηλαδή ότι δεν έκανα λάθος που στράφηκα προς τα κει που γράφει κι ο Ομπάμα! Δε γίνεται νά'χει ο Ομπάμα twitter και facebook και να μην έχω εγώ (γέλια), τη στιγμή που ολόκληρη Αμερική βγάζει Προέδρους μέσα από το twitter! Δε γίνεται εμείς νά'μαστε απ' έξω, είναι κουτό!
Ανέκαθεν ευθυγραμμιζόσασταν με την τεχνολογική εξέλιξη;
Ισχύει. Παρακολουθώ την επιστήμη και είναι λάθος νά'ρχεται κάτι καινούργιο και να στεκόμαστε επικριτικά απέναντι του, κολλημένοι στην ''παράδοση''. Σαν τις γιαγιάδες πού'χαν μάθει στα ξύλα και μετά στη γκαζιέρα, αρνούμενες να δεχτούν τον ηλεκτρισμό. Δε γίνεται, πρέπει να προχωράμε.
Αν ένας γιατρός σας έλεγε ''Ότι πει ο Θεός;'', πως θα το παίρνατε;
Επειδή το έζησα με τη μητέρα μου, υπάρχουν γιατροί που δεν τη λένε αυτή τη φράση. Ξέρουν δηλαδή μέσα τους ότι κάποιος πάει να καταλήξει και αφήνουν τον ίδιο και τους συγγενείς χωρίς την αγωνία του τέλους. Δεν βάζουν στο παιχνίδι στην αγωνία του θανάτου και σ' αφήνουν και λίγο στην πλάνη. Το βρίσκω ωραίο, δεν είναι ανάγκη να είμαστε με το μάτι γουρλωμένο όταν πεθαίνουμε. Εντάξει, φεύγουμε, ας γίνεται γαλήνια...
Όταν όμως υπάρχει μία ασθένεια που πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα, ακόμη και να κανονίσει τα κληρονομικά του ο ασθενής;
Βέβαια, υπάρχει κι αυτό. Σχιζοφρένειες και καρκίνοι...
Με τις σχιζοφρένειες δεν πεθαίνει κανείς...
Ναι, αλλά μπορεί να σε δέσουν, άμα έχεις μια σχιζοειδή παράνοια.
Με εισαγγελική εντολή, εννοείτε.
Ακριβώς. Άμα αρνείσαι τη θεραπεία. Έπειτα δε γίνεται να παίζεις με τον καρκίνο ενός ασθενούς. Απλά εγώ λέω ότι έναν γέρο που πεθαίνει, καλύτερα να τον αφήνεις να πεθαίνει ήσυχος...
Τι πιστεύετε ότι έχει ένας καλλιτέχνης και οι γιατροί, που αναφέραμε, σκίζονται να τον εξυπηρετήσουν; Τό'χω βιώσει αυτό που σας λέω.
Μα δεν ''υποκλίνονται'' μόνο στον καλλιτέχνη και σίγουρα όχι μόνο οι γιατροί. Εγώ, ας πούμε, υποκλίνομαι στους γιατρούς, στους αστροφυσικούς, στους μαθηματικούς, στους αγρότες, σε απλούς ανθρώπους που ζουν κοντά στη φύση και καλλιεργούν τη γη. Εκτιμώ τους ανθρώπους που παράγουν έργο και ζωή! Και φυσικά υπάρχουν και όλοι αυτοί που αντιπαθώ. Έχω μια αλλεργία! Δεν τους κάνω κακό, τους έχω σε απόσταση!
Αναφερθήκατε και πριν στους ''κακούς'' που ασχημαίνουν τη ζωή όλων μας με κάποια πικρία, αν μου επιτρέπετε.
Δεν είναι πικρία, είναι θέμα επιβίωσης. Γιατί να πάω σ' ένα χώρο μ' έναν τοξικό άνθρωπο; Είναι πολλοί άνθρωποι καλυμμένοι πίσω από μια μάσκα και θέλουν έτσι να κάνουν τη ζωή τους. Δε μπορώ ούτε να συνεργαστώ, ούτε να κάνω φιλίες μαζί τους...Ας έχουμε από μακριά μια ευγενική τουλάχιστον σχέση.
Φίλους έχετε πολλούς ή λίγους και καλούς; Φίλους - φίλους, όμως.
Δεν έχω πολλούς. Πολύς κόσμος μ' αγαπάει και εισπράττω πολλή αγάπη με το που εμφανίζομαι, σα να μου δείχνουν εμπιστοσύνη και να λένε ότι αυτή εδώ δε θα μας εξαπατήσει. Νομίζω ότι δε μπορούμε νά'χουμε πολλούς φίλους στη ζωή μας, γιατί η φιλία είναι πολύ δύσκολο πράγμα να την υποστηρίξεις. Εγώ έχω την αδερφή μου, έχω τον Κώστα, τον σύντροφο και φίλο μου ταυτόχρονα, έχω την οικογένεια μου και από κει και πέρα φίλους που είναι παρόντες χωρίς νά'ναι αναγκαστικά κοντά μου. Έχω επίσης πεθαμένους φίλους που μου λείπουν πολύ κι ακόμη ψάχνομαι για φίλους, δεν εγκαταλείπω. Έχω, ας πούμε, μια καλή φίλη που προέκυψε μέσω facebook, την Πόλυ Χατζημανωλάκη. Της είπα ''θέλω να βρεθούμε'', βγήκαμε μια, βγήκαμε δύο, γίναμε πολύ φίλες!
Οικογένεια.
Όχι, οικογένεια ειν' άλλο, γιατί καμιά φορά στην οικογένεια μέσα κάνεις πως δε βλέπεις - δεν ακούς. Υπάρχουν παιδιά, νύφες, ανίψια, κάτι που διαφοροποιείται απ' το νά'χεις ένα φίλο. Εγώ δεν τα βάζω όλα μαζί αυτά, είναι πολύπλοκες ''δουλειές''. Θέλουν άλλο χειρισμό.
Έχετε μετανιώσει ποτέ στη ζωή σας; Να γυρίζατε πίσω το χρόνο, που λένε.
Επειδή οι δρόμοι της ζωής μου συνδέονται με γεγονότα και κακούς χειρισμούς κι επειδή έχω τιμωρήσει πολύ τον εαυτό μου, παίρνοντας όλα τα λάθη πάνω μου, σήμερα έχω ηρεμήσει. Μπόρεσα να πω δηλαδή ''έπαθες αυτό ή εκείνο το κακό, γιατί αντίστοιχα έκανες αυτό ή εκείνο το λάθος''.
Nobody's fault but mine...
Ακριβώς. Επομένως για ποιο πράγμα να μετανιώσω; Αφού έκανα λάθη και τα αναγνώρισα και τα κατανόησα και τα πλήρωσα. Τώρα είμαι στη διαδικασία να αγαπήσω τον εαυτό μου, δε μπορώ άλλο να μετανιώνω και να ταλαιπωρούμαι. Θέλω να κατανοήσω το παιδί, την έφηβη, το ότι υπήρξα κι εγώ 16 και 17 ετών, ακόμα και όλες τις γυναίκες που με κυνηγάνε. Οι γυναίκες που ήμουν εγώ και που θέλουν την αγάπη μου. Δε μπορώ νά'μαι σκληρή μαζί τους. Έχω τιμωρήσει πολύ τον εαυτό μου, το ξανάπα! Τώρα θέλω να συμφιλιωθώ με μένα! Ξέρετε μόνο για ποιο πράγμα έχω μετανιώσει; Που δεν πήγα έξω να σπουδάσω θέατρο και να εξελίξω την τέχνη μου. Θα ήταν ένας καλός δρόμος στη ζωή μου.
Δεν πειράζει, έχετε καταφέρει πολλά για τους άλλους, αν και πάλι εσείς αναφέρεστε στον εαυτό σας και το κατανοώ.
Δεν είχα την οικονομική άνεση και την κατάρτιση, πάντως έκανα ότι λένε τα βιβλία και τα σχολεία και οι δάσκαλοι. Γι' αυτό άργησα, γιατί τά'κανα όλα στη σειρά τους, σαν αυτό που λέμε ''το καλό παιδί και λίγο βλαξ'' (γέλια)
Τελειώσαμε. Σας ευχαριστώ πολύ και να συνεχίσετε τις παραστάσεις με την ίδια επιτυχία!
Εγώ ευχαριστώ. Ο Θεός να σας βοηθήσει με τόσα που είπαμε (γέλια).
* Το έργο ''Καθώς ψυχορραγώ'' του Ουίλιαμ Φώκνερ στη μετάφραση του Μένη Κουμανταρέα και σε σκηνοθεσία Σοφίας Φιλιππίδου παίζεται στο θέατρο της οδού Κυκλάδων στην Κυψέλη κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21.00