Από το Αγόρι τρώει το φαγητό του πουλιού του Έκτορα Λυγίζου μέχρι το Ένας άλλος κόσμος του Χριστόφορου Παπακαλιάτη, οι ταινίες με θέμα την κρίση στην Ελλάδα που έχουν γυριστεί είναι αρκετές, διαγράφοντας μια ξεχωριστή πορεία στο εξωτερικό. Έτσι συμβαίνει και με το Lines (Γραμμές), την τελευταία ταινία του Βασίλη Μαζωμένου, ενός ιδιαίτερου σκηνοθέτη που μοιάζει εδώ και χρόνια, όχι τώρα δηλαδή, να μην τον ενδιαφέρει η λογική της ''αγοράς'', παρά μόνο να εκφράζει κάθε φορά το καλλιτεχνικό του όραμα. Δύσκολος δρόμος, μοναχικός και ενίοτε επώδυνος, αλλά γι' αυτό κιόλας χαρακτήρισα τον Μαζωμένο ''ιδιαίτερο σκηνοθέτη'' με δημιουργίες ιδιοσυγκρασιακές ή εγκεφαλικές ή ποιητικές ή ποιητικίζουσες ή βάλτε όποια ταμπέλα θέλετε.
Δεν αξιώθηκα να δω το Lines στο Τριανόν που παιζόταν, λόγω των πολλών επαγγελματικών μου υποχρεώσεων την περασμένη εβδομάδα. Είχα την ευκαιρία, όμως, να το δω και να το ξαναδώ στο διαδίκτυο, προσέχοντας κάθε λεπτομέρεια στην αφήγηση, στο πλανάρισμα και στις ερμηνείες του πολυπρόσωπου cast. Ας ξεκινήσω από τη αφήγηση: Η φωνή ενός υπαλλήλου στις Γραμμές Βοηθείας είναι ο συνδετικός κρίκος σε εφτά μικρού μήκους ιστορίες που συνθέτουν το παζλ της ζοφερής, καφκικής σχεδόν, κατάστασης στη σύγχρονη Ελλάδα. Φωνή αποστασιοποιημένη που δεν σκορπίζει τη ζεστασιά στις καρδιές των τσακισμένων ηρώων των ιστοριών, αλλά εντείνει το δράμα τους και ταιριάζει στην εντέλεια με όσα παρακολουθούμε. Ένας άντρας φροντίζει την καρκινοπαθή σύντροφο του στην ταράτσα ενός κτιρίου, αφού έχουν καταντήσει ανέστιοι. Μία γιάπισσα γνωρίζει το πιο σκληρό πρόσωπο των εργοδοτών της, αλλά πληρώνεται στην ουσία με το ίδιο νόμισμα, θύμα κι αυτή ενός βάρβαρου καπιταλιστικού συστήματος. Ένας επιχειρηματίας, που εμπορεύεται αντίγραφα αρχαιοελληνικών αγαλμάτων συνειδητοποιεί απεγνωσμένα πως η κατάσταση που βιώνει στη σημερινή Ελλάδα δεν έχει καμία σχέση με τα ένδοξα αρχαία χρόνια της. Ένας ΜΑΤατζής βιώνει την προσωπική υπαρξιακή του κρίση εν ώρα καθήκοντος, δοκιμάζοντας τις αντοχές του σε μία οριακή κατάσταση. Ένας παππούς δεν λέει παραμύθια στον μικρό εγγονό του, ούτε παίζουν σε μια βουνοπλαγιά της ελληνικής επαρχίας, αντιθέτως μαζεύουν σιδερικά από τους δρόμους εκφράζοντας το θλιβερό παρόν και μέλλον του τόπου. Ένας αγρότης γυρίζει την πλάτη στις κοινοτικές οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανυπότακτος και δεμένος με τη γη του, στην ουσία μόνος και απελπισμένος. Τέλος, το διάγγελμα του Έλληνα Πρωθυπουργού προς τον ελληνικό λαό δεν είναι τίποτα άλλο από τη συνειδητοποίηση πως όλα έχουν πάρει το δρόμο της καταστροφής χωρίς κανένα έλεος και καμία θεϊκή ευσπλαχνία.
Στο Lines τίποτα δεν είναι τυχαία τοποθετημένο και ο Μαζωμένος μας λέει στα ίσα, πάντα με τον δικό του τρόπο, πως πρόκειται για ένα έργο - project ζωής. Από τα πρώτα λεπτά πετυχαίνει να δημιουργήσει ατμόσφαιρα και να καθηλώσει τον θεατή σε έναν κόσμο μηδενιστικό, αλλόκοτο ενίοτε, σαν να ''βράζει'' από κάτω ένας μεγάλος σεισμός που θα διαλύσει τα πάντα και για πάντα. Με μια άρτια γεωμετρία των πλάνων και μία εξίσου άρτια καλλιτεχνική διεύθυνση, με τους διαστημικούς ήχους - υπόκωφους κρότους των DNA και μια άρια του Purcell, με μία ηθελημένα ψυχρή φωτογραφία και φυσικά με ορισμένες εξαιρετικές ερμηνείες από τους ηθοποιούς του, ο Μαζωμένος δεν κάνει ένα μονοδιάστατο σχόλιο για την κρίση, σπονδυλωτό έστω, αλλά φτιάχνει ένα ψυχογράφημα των ''ηρώων'' του, των βουτηγμένων στην προσωπική τους Κόλαση. Πόσο αδόκιμη είναι η λέξη ''ήρωες'' για τα πρόσωπα των ιστοριών του! Πόσο ''ήρωες'' να είναι δηλαδή άνθρωποι που καθ'όλη τη διάρκεια της ταινίας αποφαίνονται θύματα των αριθμών, των ομολόγων, των τραπεζών δίχως σπίτι, δουλειά, ασφάλεια, αξιοπρέπεια και συμπόνια; Τα αργά πλάνα με τις κινήσεις του φακού απόλυτα μελετημένες αποκαλύπτουν κάθε φορά ένα στοιχείο των σύντομων σύγχρονων τραγωδιών και συντελούν στην απόλυτη απαισιοδοξία για όσους γνωρίζουν, αλλά και για όσους δεν γνωρίζουν και θα μάθουν, στο εξωτερικό κυρίως. Υπό αυτή την έννοια το Lines, πραγματικά, μοιάζει σαν το πιο έγκυρο αστυνομικό δελτίο ή, για να είμαι ακριβής, το δελτίο αυτοκτονιών που βιώσαμε και βιώνουμε στην Ελλάδα των τελευταίων ετών, απαθείς και ανήμποροι όλοι μας, βουτηγμένοι κι εμείς στους μικρόκοσμους μας.
Υπάρχουν ευρήματα που συνδέουν τις ιστορίες μεταξύ τους: Στην πρώτη ιστορία, λόγου χάριν, ακούμε από την εκφωνήτρια πως επίκειται πρωθυπουργικό διάγγελμα, κάτι που μας πηγαίνει αυτομάτως στην τελευταία ιστορία. Υπάρχει επίσης μια πρόταξη της σεξουαλικής μηχανικής πράξης που εκφράζει απλά και μόνο την εκτόνωση μέσα από τακτικές μάλλον ανορθόδοξες γι' αυτή τη ζωτική ανθρώπινη λειτουργία. Υπάρχει κι ένας διάχυτος σουρεαλισμός που συγχέει τα όρια φαντασίας και πραγματικότητας, μυθοπλασίας και ντοκιμαντέρ, ονείρου και εφιάλτη σε ένα ήρεμο κοκτέιλ λίγο πριν την έκρηξη. Το Lines είναι γροθιά στο στομάχι και ο δημιουργός δεν κάνει ''παραδοξότητα για την παραδοξότητα'', δεν είναι εστέτ, δεν αυτοβαυκαλίζεται. Αντλεί και πάλι έμπνευση από τη ζώσα πραγματικότητα και ανασυνθέτει ένα κλίμα σήψης με μία πρωτόγνωρη αίσθηση που αγγίζει τον μεταφυσικό νατουραλισμό. Το Lines είναι η καλύτερη ταινία του Βασίλη Μαζωμένου που δεν κάνει τον θεατή να περάσει καλά - αυτό είναι το μόνο σίγουρο! Βλέπεται, όμως, όπως διαβάζεται και το Πεθαίνω σαν χώρα του Δημήτρη Δημητριάδη, έργα δηλαδή συγκλονιστικά μιας βίαιης κινηματογραφικής και λογοτεχνικής γραφής αντιστοίχως. Στην Ελλάδα του Καζαντζάκη - καρτούν, όπως έγραψε ο Άκης Καπράνος, της μπαλαφάρας και του pr, όπως λέω εγώ τώρα, ταινίες σαν το Lines τιμούν την εγχώρια κινηματογραφία και δεν υποτιμούν τη νοημοσύνη των θεατών. Διότι κι οι θεατές ενδέχεται να είναι ακριβώς σαν τα πρόσωπα των ιστοριών. Μόνοι και απελπισμένοι.