Τετάρτη 16 Ιουνίου 2010

ΑΛΛΟ ΦΕΓΓΟΣ ΚΙ ΑΛΛΟ ΒΕΓΓΟΣ Ή Ο Κ. ΠΕΡΙΚΛΗΣ

ΜΕΡΟΣ Ι
Ήταν σεμνός άνθρωπος που του περίσσευε το τελευταίο δαχτυλάκι, όση ώρα καβάλαγε την πλάτη της ομπρέλας. Περπατούσε πάντα μεσ' στα τετράγωνα και δεν πατούσε ποτέ τις χαραμάδες του πεζοδρομίου. Στα γενέθλια του ανάψαμε μία τούρτα από καρδερίνες. Φουσκωτές και χαμηλοβλεπούσες έστεκαν στο περβάζι και κουτσομπόλευαν τη Φιλική Εταιρεία. Αυτός κοιτούσε πάντα τα παπούτσια του, δεν ήθελε να λερωθούν γιατί τον μάλωνε. Βεβαίως τον μάλωνε, μια Περσίδα πριγκίπισσα που ήταν πλοιοκτήτρια του Αβέρωφ. Παρακάτω η ιστορία γίνεται δράμα και θα σας το διηγηθεί ο Νικολόπουλος. Έζεψε την κατσίκα και τράβηξε τη θηλή της που έσταζε βερμούτ. Σκόνταψε στις τρείς γόβες τις αριστερές και πάρκαρε ασθμαίνοντας στις στήλες άλατος. Κάηκε το δέρμα του, φώναξε! Και γίναμε από εκατό χωριά, χωριάτες! Να σε έβλεπε ο γαλατάς που κρατούσες την τσουγκράνα να σού 'λεγα εγώ, όμως ο κ. Περικλής έφαγε ένα γλόμπο και η κηδεία του έγινε με τις ματζουράνες μια Δευτέρα βράδυ. Η υπηρετριούλα της σχολής χορού ανέβαινε το βουνό με πιρουέτες. Θα πέσεις, της είπε, θα πέσεις και της χάιδεψε τη φαλακρή μασχάλη κάτω απ' την καμπούρα της καμήλας. Το βουνό ρούφηξε γερά αέρα και αισθάνθηκε άσχημα, καθώς το πιρουνάκι του τρύπησε το περιβραχιόνιο. Ήτανε, βλέπεις, στρατιωτική παρέλαση χωρίς ταρατατζούμ αλλά με διευθύντρια ορχήστρας την Ευγενία Μανωλίδου. Και χάθηκε μέσ' στο πυρ το εξώτερον!
ΜΕΡΟΣ ΙΙ
Το είχε ξαναδεί αυτό το όνειρο με τις στήλες άλατος τρίβοντας με αλάτι τα ούλα του κάτω από τους στύλους του Ολυμπίου Πανός. Εγώ πάντως τις έτριβα πάνω στις πίτσες και ως γνωστόν οι πίτσες φέρνουν ευεξία, ειδικά αν τις έχεις πλύνει πρώτα στον νεροχύτη. Μου φέρανε τα μαντάτα οι οδοντόπαστες κι ένα ματσάκι βρύα. Ο λιχούδης μάγειρας του πλοίου ταραντούλα χάζευε με μανία την ίσαλο γραμμή. Δεν τό 'χω, είπε και ανοίγοντας δυο πόρτες στη ζωή, άνοιξε μια και μπήκε. Δυο κερατάκια φύτρωσαν στο ξεχασμένο κόκκαλο της βεράντας του. Σκάλωσε ο πωπός κι έβαλε τα ρούχα του αλλιώς. Η λιμνοθάλασσα της Κύπρου υφίστατο πολιτικές πιέσεις και ξεχείλισε, πνίγοντας τα μπαρουτοκαπνισμένα Βαλκάνια. Βαλόμεθα πανταχόθεν, κυρά μου! Τι πρόσεξε ο Γουαδαλκιβίρ εκείνη τη σάπια νύχτα που οι βρύσες έτρεχαν και τις κυνηγούσαν τρεμάμενα χέρια; Βλέπεις στη γωνία περίμενε ο τερματοφύλακας της Νιγηρίας για να του ράψει το πιο όμορφο φόρεμα. Πάσο, είπε ο Νίκος, αλλά πριν προφτάσει εκτινάχτηκε το λάσο μέσα από φρικιαστικές πυγολαμπίδες που είχαν πάει προς νερού τους. Τέσσερα ολόλευκα ρινοκεράκια άρχισαν να σκούζουν έξω απ' τον αυλόγυρο της Παναγίας Βλαχερνών, δεν τα έβαζαν μέσα λόγω της λιτανείας. Αντίθετα, η ζητιάνα με τη γάργαρη φωνή και το μονό της μπούστο εκσφενδόνιζε μύδρους γάλακτος στον αποσβολωμένο Ναβουχοδωνόσορα. Ήταν μπλε το αμάξι και άσπρα τα κεράκια, άσπρα, κόκκινα, κίτρινα, μπλε και γενικώς πολυχρωμία καρφωμένη σε απαγορευμένα παγωτά. Όπου υπάρχει μύθος, υπάρχει και ζύθος, ούρλιαξε η ξεσκισμένη κότα μέσα στο πλυσταριό του Βέγγου. Αλλά ο Βέγγος απάντησε: Άλλο Βέγγος κι άλλο φέγγος και γυρνώντας την πλάτη άρχισε να τρέχει προς τα πίσω χωρίς να εξαφανίζεται...
* by lena, by bosko, by shy baba & by bacon pie

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Ta paidia ths Platwnos, tou Platwna kai tou LSD!!!

BOSKO είπε...

Ανώνυμος...
ο βιαστής και ουχί ο στραγγαλιστής της Βοστώνης χτυπά την πόρτα υπέρ Ελπίδος & Πίστεως!

Ανώνυμος είπε...

Χα! Να 'στε καλά, βρε παιδιά! Με κάνετε και γελώ μες τη μοναξιά μου... Και μια ταπεινή προσωπική συμβολή, εμπνευσμένη ( ; ) από το... ''Cundu luna vini'' (ξέρετε, βέβαια: Κλαίν' οι βεδουίνοι, [...])...

Κλαίει το λιθρίνι,
σκούζει το σαλάχι,
όταν οι γυρίνοι
γίνονται βατράχοι!

Με τις υγείες μας! :-)

Σάκης

BOSKO είπε...

Σάκης...
καλημέρα, φίλτατε.
το σχόλιο σου μεταβιβάστηκε ήδη στην κυρία Πλάτωνος κι έπεσε τρομερό γέλιο. Για φαντάσου σαλάχι να...σκούζει! Καλοοοό!
κι εμείς, μη νομίζεις, τη μοναξιά σκοτώνουμε με τις ασυναρτησίες αυτές, απλά γελάμε και συνεπώς το γλεντάμε!