Ήταν μια γιαγιά που κοντοστεκότανε
γιατί κοντοστέκεσαι, μάνα;
της έλεγε ο άβουλος γιος της
αλλά αυτή κάπνιζε αρρημανίως μία καύτρα
ώσπου κάηκε τελείως χωρίς να προλάβει
να καταλάβει το νόημα της ζωής
εν τω μεταξύ ο άβουλος γιος της
είχε πιάσει χειροπόδαρα την τύχη του
και την κανόνιζε
όπως οι σκύλοι τους γάτους
και οι Άγγλοι τους Γάλλους
κι αυτό το παραμύθι θα' χε τέλος
αν τη σφυρίχτρα μου
δεν την άρπαζε ο αετονύχης άνεμος
και δεν την έστελνε καρφί
στα χασαπόδεντρα...
Η θάλασσα εάλλω άγει
όπως έλεγαν και οι πρόγονοι μου
αλλά η υπομονή μου εμένα εξαντλήθηκε
περιμένοντας τα μαντολάτα του Ντον
και εξέχει λίγο από τους φαρδουλούς ποπούς
και το ανατρίχιασμα της νυχτερινής σοφίας
πρόσεξε όλα αυτά έχουν ένα λόγο να ειπωθούν
αλλά όχι και να καρφωθούν
ελπίζω να μη σας στενοχώρησα
με το τόσο φιλήδονο γράμμα μου
που μου το υπέβαλλε
Ο κατσικοκλέφτης και η ταραντούλα
τα δυο τρελά ξαδέρφια
έμελλε να τριγύσουν κεραυνούς και αστροπελέκια
χωρίς να μασήσουν ούτε μία τσίχλα
τα ρολά τα κατέβασαν
φεύγοντας για την Ανταρκτική
προς αναζήτηση βολικών αρκούδων
ή ενός αιμοπεταλίου
βασικά οι νοσοκόμες εξετάζονται
φορώντας νεκρά βατραχοπέδιλα
στον απόηχο του La vie en rose με τον Louis Armstrong
οι γιατροί συμφωνούν- δε συμφωνούν
είναι παραταγμένοι σε πλειάδες
και σε διαγαλαξιακούς διαπομπευτές
διά ταύτα ο αέρας τελείωσε
και οι κάψουλες αιωρούνται με τα σάπια φύκια
μιας μαύρης θάλασσας στον ημερήσιο Τύπο
θα σου ρίξω εγώ ένα βροχόξυλο
είπε ο ταλαντούχος πιανίστας
στον ζαχαρούχο εμποράκο της Βενετίας του Σαίξπηρ
τρώγοντας φυστικοβούτυρο και ανεμοδαρμένα ύψη
κοίταξε, βρε παιδί μου, πως αρχίζουν τα γλυκανάλατα
και οι λέξεις γίνονται φουσκοδεντριές
ή σταφύλι τύπου σουλτανίνα
αυτοί δεν κρίνουν πλέον
αλογοκρίνουν
ανεμίζοντας τη σγουρή χαίτη τους
στις μυρωδιές μιας παγωμένης μπανανιάς
βρε, το e-mail μην ξεχάσεις αύριο
αμέιλ, απάντησε
φόρεσε τη μπέρτα του
σκαρφάλωσε στον Αρμαγεδώνα
σφύριξε τρεις φορές κλέφτικα
και μην τον είδατε
* by Lena- bosko by night!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου