Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου 2010

映画 「しんぼる」 松本人志 監督作品



Πάλι καλά που κατεβαίνει κάθε χρόνο από τη Θεσσαλονίκη στις Νύχτες Πρεμιέρες της Αθήνας ο φίλος και συνάδελφος Γιάννης Γκροσδάνης και με τραβολογάει να πάμε παρέα σε καμιά προβολή. Σαν και χτες βράδυ, που δεν βρήκαμε εισιτήριο- ούτε καν θέσεις για όρθιους- για το Howl των Ρομπ Επστάιν, Τζέφρι Φρίντμαν στον Δαναό κι έτσι καταλήξαμε στο Αττικόν, όπου παιζόταν το Σύμβολο (Shinboru) του Ιάπωνα Χιτόσι Ματσουμότο. Έχουμε και λέμε, λοιπόν: Η ταινία ξεκινάει με το πολύ αργό πλάνο ενός αυτοκινήτου που έρχεται απ' τα βάθη ενός σκονισμένου βραχώδους τοπίου. Το οδηγεί μια προοδευτική καθολική καλόγρια, η οποία ακούει rock μουσική και καπνίζει αρρημανίως. Βρισκόμαστε σε επαρχία του Μεξικού. Φτάνει στο φτωχικό των γονιών της για να παραλάβει τον παλαιστή μασκοφόρο πατέρα της και να τον μεταφέρει στην πόλη όπου θα διεξαχθεί αγώνας πάλης με τη δική του συμμετοχή. Αλλαγή σκηνικού! Ένας Ιάπωνας (ο ίδιος ο σκηνοθέτης) ξυπνάει μέσα σ' ένα πελώριο ολόλευκο δωμάτιο. Από τους τοίχους του δωματίου εμφανίζονται και χάνονται άυλα αρσενικά βρέφη-αγγελούδια. Τα γεννητικά τους όργανα μόνο παραμένουν να ξεπροβάλλουν σαν αμέτρητα...κουμπιά. Κάθε φορά που ο Γιαπωνέζος με τις πολύχρωμες pop πιτζάμες πιέζει κι από ένα πέος, τού εμφανίζονται ένα σωρό άχρηστα αντικείμενα, από ξύλινα μολύβια και πυθάρια μέχρι έναν ιθαγενή ως...τζίνι και σούσι για να τρώει! Ξεκαρδιστική η σκηνή να τον βλέπεις να πατάει δεκάδες πέη-κουμπιά μέχρι να βρεί τη σάλτσα σόγιας κι αφού τελικά καταβροχθίζει το σούσι σκέτο, στο επόμενο κουμπί τού πετάγεται το μπουκάλι με την πολυπόθητη σάλτσα! Εν τω μεταξύ, η σύνδεση με το Μεξικό συνεχίζεται...Παρακολουθούμε τον μικρό γιο του παλαιστή μέσα στην τάξη του σχολείου του να περιμένει να τελειώσει το μάθημα για να παραστεί με τον παππού του στον αγώνα. Πίσω στο λευκό δωμάτιο, ο Γιαπωνέζος δεν αργεί να μετατραπεί σε καρτούν. Βγάζει άναρθρες κραυγές, προσπαθεί να βρεί τρόπο να αποδράσει- από που άραγε; -και χαρίζει αβίαστο γέλιο με τα κατορθώματα του. Απ' τη μια να γίνεται το πιο αστείο θέαμα κι απ' την άλλη να τον λυπάσαι μέχρι δακρύων. Καθώς η ταινία προχωράει, κοντά στο τελευταίο ημίωρο (διαρκεί μιάμισι ώρα) διαπιστώνουμε πως κάθε πάτημα των ανορθόδοξων κουμπιών από τον Γιαπωνέζο ορίζει ανθρώπινες συμπεριφορές και ζωές πάνω στον πλανήτη! Ομολογώ εδώ πως το δέσιμο των σκηνών του Μεξικού με την πρόταξη του στοιχείου του καθολικισμού και της βίαιης πάλης, το περίμενα πιο ουσιώδες και όχι τόσο επιφανειακό και χαβαλετζίδικο. Στο τελευταίο 10λεπτο, πάντως, που ο Γιαπωνέζος καταφέρνει να βγεί απ' το εφιαλτικό λευκό κελλί του, η ταινία παίρνει τη μορφή ενός κυβερνοπάνκ ηλεκτρονικού βίντεο-κλιπ και η ρεαλιστική δράση μετατοπίζεται από το Μεξικό μπλέκοντας θεότρελες παράλληλες καταστάσεις από τη Ρωσία και την Κίνα έως το Χόλιγουντ και τον Λευκό Οίκο του Τζωρτζ Μπούς και του Ομπάμα. Η τελευταία σεκάνς θέλει τον Γιαπωνέζο, με λίγα λόγια έναν Θεό- έρμαιο της μοίρας του, να καταλήγει σε ακόμη ένα δωμάτιο. Μόνο που είναι πιο σκοτεινό και ο ίδιος δε φοράει χρωματιστές, αλλά λευκές πυτζάμες, σα να πρόκειται πια για τρόφιμο ψυχιατρείου. Στον τοίχο ξεπροβάλλουν τώρα όχι πολλά, μα μόνο τα γεννητικά όργανα ενός βρέφους. Κι είναι τεράστια! Τι θα συμβεί άμα πατήσει το νέο κουμπί; Τι αλλαγές θα συμβούν στον κόσμο που βιώνουμε εμείς όλοι; Δεν μαθαίνουμε, γιατί η ταινία τελειώνει...
Το Σύμβολο του Χιτόσι Ματσουμότο βλέπεται ακριβώς σαν ένα όνειρο, όπου οι πιο ακραίοι συνειρμοί παίρνουν σάρκα και οστά και χωράνε περισσότερες από μία εξηγήσεις -αναλύσεις. Η γυναίκα της παρέας το είδε σαν ένα σχόλιο του σκηνοθέτη για τις σύγχρονες φαλλοκρατικές κοινωνίες και τον καταναλωτικό τρόπο ζωής. Προσωπικά, πιστεύω πως ο δημιουργός τίποτα απ' όλα αυτά δεν είχε σκοπό να σχολιάσει, πόσω μάλλον να στηλιτεύσει κιόλας. Σαν γνήσιος σουρεαλιστής θέλησε απλά κι ωραία- τουτέστιν, σύνθετα και ασυνάρτητα- να παίξει με το μυαλό του θεατή. Το Σύμβολο του Χιτόσι Ματσουμότο βλέπεται ακόμη σαν μια θεοπάλαβη κωμωδία με τον ίδιο να αναδεικνύεται σε εκπληκτική κωμική περσόνα. Ο κορμός της απίθανης ιστορίας του, η κινηματογράφηση, το παράλληλο μοντάζ σα να βλέπεις μαζί δύο ταινίες, ολότελα άσχετες μεταξύ τους, κάνουν το δεύτερο μεγάλου μήκους φιλμ του ακόμη ένα δείγμα των ιαπωνικών μεταμοντέρνων κατακτήσεων στον χώρο του σινεμά και της τέχνης γενικότερα. Δύσκολο να παίξει κανείς με το δικό μου μυαλό ξαναείπε με στόμφο η γυναίκα της παρέας. Κάτι όμως οι εξιστορήσεις του θλιμμένου Γκροσδάνη για τα χάλια της Κρατικής Ραδιοφωνίας Θεσσαλονίκης (το παλικάρι έμεινε άνεργο ύστερα από πέντε χρόνια στον 9.58 με μία από τις καλύτερες εκπομπές), κάτι η συνειδητοποίηση τού πόσο γαμημένοι είμαστε όλοι οικονομικά, με ώθησαν να της απαντήσω: Τι το ψάχνεις, καλή μου, δεν είδες τι μας είπε κι ο Ματσουμότο στο τέλος; Όλοι με το τρίτο το μακρύτερο θα μείνουμε...

Δεν υπάρχουν σχόλια: