Που πήγες, Βασίλη, και μας άφησες με τα φασισταριά; Καλύτερα που ήρθαν έτσι τα πράγματα, θα μου απαντούσες, είσαι με τον Τεό τώρα παρέα και τα λέτε ασταμάτητα. Εκτιμήσατε και αγαπήσατε πολύ ο ένας το έργο του άλλου και μαζί με σας και όλοι εμείς οι μεταγενέστεροι. Όμως, να ρε Βασίλη, μας λείπεις όσο εκ θέσεως και εκ φύσεως πλέον δε μπορείς να φανταστείς. Σε πληροφορώ πως δεν έχει βρεθεί κανείς ακόμη με το δικό σου διεισδυτικό λόγο για τα κοινά. Και τι κοινά, Βασίλη, να λες! Φοβάμαι πως τη σήμερον ημέρα δε θα σου αρκούσαν διασκεδαστικές τηλεοπτικές αντιπαραθέσεις με χουντικά κατάλοιπα τύπου Πλεύρη. Θα γινόσουν έξω φρενών με τη χώρα σου που πάει να γίνει Βαϊμάρη, που έχει πατώκορφα χεσμένη κάθε έννοια πολιτισμού και που εξοστρακίζει τα καλύτερα μυαλά, όχι της γενιάς σου, αλλά αυτής του μέλλοντος. Και τότε, νά'σαι σίγουρος, Βασίλη, θα καθόσουν και θα έγραφες το τέλος της ιστορίας της Ελλάδας με την ελπίδα ότι θα διδασκόταν στα σχολεία ενός επόμενου ιδανικού τύπου κοινωνιών. Στο είχα πει κάποτε στο μπαράκι δίπλα απ' την Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών: Τώρα που έφυγε κι ο Μάνος Χατζιδάκις μόνο εσύ μας έμεινες... Χαμογέλασες, εφόσον κατάλαβες πως δεν επρόκειτο για μια απλή φιλοφρόνηση από έναν 20χρονο σπουδαστή κινηματογράφου, αλλά για την απόρροια της όξυνσης του ενδιαφέροντος μου, καθώς για μία ώρα τουλάχιστον μου μιλούσες για τον Μάο κι εκείνο το ταξίδι σου στην Κίνα. Παρεμπιπτόντως, όταν μου έκατσε και μένα να πάω στην Κίνα, Βασίλη, εσένα θυμήθηκα, σαν είδα τη φιγούρα του Μάο σκαλισμένη με λουλούδια σε όρος της Νότιας Κίνας και σαν βρήκα το σενάριο από τον Θίασο του Τεό μεταφρασμένο στα κινέζικα! Νιώθω πολύ τυχερός που σε συνάντησα ορισμένες λίγες φορές και κάναμε ωραίες συζητήσεις. Δε θα ξεχάσω την ιστορία σου πού'χες πάει τον Κούνδουρο να δείτε μαζί Το βλέμμα του Οδυσσέα, προσπαθώντας να του εξηγήσεις ή μάλλον να τον κάνεις να δεχτεί την ποίηση της σκηνής με τον Βέγγο να πετάει μπισκότα στη χιονισμένη φύση. Άνοιξη του 2000 ήταν όταν σε πέτυχα να βαδίζεις με το κεφάλι σκυφτό στη Σταδίου, βιαστικός - βιαστικός, με τη χαρακτηριστική σου πίπα στό'να χέρι. Γεια σου, Βασίλη σου φώναξα, Γεια σου και σένα, Αντώνιε απάντησες και χάθηκες μεσ' στους αγχωτικούς Αθηναίους. Δεν σε ξανάδα από τότε και η είδηση του καλπάζοντος καρκίνου και της φυγής σου έσκασε πραγματικά σαν βόμβα. Μα, να ξέρεις, Βασίλη, δεν σε έχουμε ξεχάσει, ακόμη σ' αγαπάμε και δεν το λέω αυτό τώρα από ευκαιριακό συναισθηματισμό. Ανησυχώ, βλέπεις, μήπως και έτσι όπως πάνε τα πράγματα, με την Ελλάδα να βουλιάζει ολοένα και πιο μέσα στα σκατά, δεν θα σε θυμόμαστε απλά, αλλά θα κλαίμε κιόλας που δεν σε έχουμε πια ανάμεσα μας. Δηλαδή, γιατί έφυγες, καημένε, τόσο νωρίς; 78 ετών θα ήσουν σήμερα και θα μπορούσαμε ολόκληρο κίνημα να φτιάξουμε με σένα μπροστάρη. Δεν πειράζει, Βασίλη, άσε με εμένα να λέω και συγχώρεσε με αν ταράζω την ησυχία σου...
1 σχόλιο:
Ωραίο κείμενο.
Μου αρέσει όταν γίνεται λόγος για τον Ραφαηλίδη, μ'ευχαριστεί να ξέρω ότι δεν έχει ξεχαστεί.
Μου λείπει πολύ. Συμβαίνουν τόσα και σκέφτομαι:΄΄Τώρα, θα έλεγε αυτό..., τώρα, το άλλο...΄΄
Δημοσίευση σχολίου