Τετάρτη 2 Μαρτίου 2011

ο-κώστας-δημουλέας-και-τα-τραγούδια-με-τη-σκόνη-του-δρόμου

Ο Κώστας Δημουλέας γεννήθηκε στην Αθήνα στις 20 Αυγούστου του 1974. Σπούδασε ανώτερα θεωρητικά και σύνθεση με καθηγητές τον Γιάννη Σερελέα και τον Νίκο Ντρέλα και ενορχήστρωση με τον Θανάση Ζέρβα. Έχει γράψει μουσική για το θέατρο, την τηλεόραση και τον κινηματογράφο καθώς και έργα για μικρά σύνολα που έχουν παιχτεί σε διάφορες αίθουσες της Αθήνας. Η Κομμώτρια και ο θάνατος είναι η δεύτερη δισκογραφική του έξοδος, μετά τις Μεταμορφώσεις, που περιείχαν κομμάτια από το σύνολο της δουλειάς του στο σινεμά και στο θέατρο. Πρόκειται για μία ιδιαίτερη και, σίγουρα, εξαιρέσιμη εργασία μέσα στο σύνολο της τρέχουσας δισκογραφίας, αφού βασίζεται στον ποιητικό λόγο δύο ακριβοθώρητων νεότερων ποιητών, και στην οποία, εκτός από τη Σωτηρία Λεονάρδου και τον Βασίλη Γισδάκη, σύμπραξαν η Παυλίνα Κατσή, ο Περικλής Μπισκίνης και ο Κώστας Μπουγιώτης. Ακολουθεί συζήτηση με τον ίδιο τον δημιουργό για τον δίσκο του.
Η κομμώτρια και ο θάνατος: δεν είναι λίγο ή πολύ...αλμοδοβαρικός ο τίτλος του cd;
Να πούμε πρώτα απ'ολα ότι ο τίτλος είναι δανεισμένος από το ομώνυμο κομμάτι του δίσκου που τους στίχους έχει γράψει ο Γιώργος Κοροπούλης. Εγώ έκανα απλώς την επιλογή.Δεν τον επινόησα.Η αλήθεια είναι, ότι πολλοί χαρακτήρες των τραγουδιών είναι γκροτέσκ περσόνες, που κάνουν διάφορους σουρεαλιστικούς συνειρμούς, και έχουν την ανάγκη να εξομολογηθούν.Σε αυτό το επίπεδο μπορεί να θυμίζει λίγο Αλμοδοβάρ.
Αν σου ζητούσα να κατατάξεις τη μουσική σου σε κάποιο μουσικό είδος ή ύφος, ποιο θα ήταν αυτό;
Δεν μπορώ να το κάνω. Νομίζω ότι είναι ένα πάντρεμα πολλών ειδών. Πιστεύω πάρα πολύ στο ανακάτεμα των πραγμάτων, γιατί μπορεί καμιά φορά να ξεπηδήσει κάτι καινούριο. Σ’ αυτή τη δουλειά νομίζω πως οι στίχοι καθόρισαν το μουσικό ύφος. Ήθελα, όσο ήταν δυνατό , η μουσική να στηρίζει την εκάστοτε ιστορία που υπάρχει σε κάθε τραγούδι και ψιλοαδιαφόρησα αν το αποτέλεσμα ταιριάζει η κατατάσσεται κάπου . Περισσότερο αντιμετώπισα τα ποιήματα σαν μικρά θεατρικά μονόπρακτα, με τις δικές του ανάγκες το καθένα, παρά σαν μια σειρά τραγουδιών που ανήκουν σε κάποιο συγκεκριμένο μουσικό είδος και θα μπουν στον ίδιο δίσκο.
Ηλίας Λάγιος - Γιώργος Κοροπούλης: ποια είναι τα μαγικά συστατικά της ποίησης τους, που σε εξώθησαν στη μελοποίηση τους;
Μου αρέσει ο τρόπος που προσεγγίζουν τις αδυναμίες μας και τους φόβους μας. Αλλού μπορούν να γίνουν κυνικοί και ισοπεδωτικοί και αλλού έντονα δραματικοί, όμως σε καμία περίπτωση δεν κάνουν κριτική εκ του ασφαλούς. Απογυμνώνουν την ανθρώπινη φύση και σκαλίζουν πλευρές μας που συνήθως κρατάμε καλά κρυμμένες, και όλα αυτά σε πρώτο πρόσωπο. Επίσης ο λόγος τους είναι άμεσος, χωρίς ακαδημαϊκά στοιχεία, και διαθέτουν χιούμορ.
Στο δίσκο, πέραν των τραγουδιστών, ερμηνεύεις κι εσύ ορισμένα τραγούδια. Αυτό έγινε γιατί σου αρέσει να τραγουδάς ή γιατί, πολύ απλά, ένας συνθέτης ερμηνεύει το ίδιο του το τραγούδι καλύτερα απ' τον οποιονδήποτε άλλο;
Η αλήθεια είναι ότι δυσκολεύομαι πολύ να τραγουδάω. Εδώ πήρα την απόφαση να το κάνω γιατί δε με ένοιαζε καθόλου αν τα συγκεκριμένα κομμάτια αποδοθούν καλλίφωνα. Έπρεπε πρώτα από όλα να βγει η αίσθηση του ποιήματος όπως την είχα φανταστεί. Και βέβαια μου ήταν ευκολότερο να το κάνω εγώ, παρά να προσπαθήσω να το φιλτράρω μέσα από κάποιον άλλο. Είναι σαφές, νομίζω, πως ο συνθέτης γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα πώς θέλει να βγει το κάθε τι που γράφει. Τις περισσότερες φορές τα τραγούδια που προκύπτουν έχουν τεχνικές δυσκολίες που μόνο ένας έμπειρος τραγουδιστής μπορεί να αντιμετωπίσει .Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που εκείνη η ακατέργαστη πρώτη εκτέλεση του συνθέτη είναι πιο γεμάτη συναισθηματικά. Εκτός βέβαια αν ο συνθέτης είναι και ικανότατος τραγουδιστής, άρα δεν μιλάμε για μένα.
Σε ρώτησα για το μουσικό ύφος σου παραπάνω, γιατί το cd διέπεται από μια φυσικότητα και έλλειψη κάθε συνταγής ή κόμπλεξ- αν θέλεις- αναφορικά με τη μελοποιημένη ποίηση. Συμφωνείς ότι η υπόθεση μελοποιημένη ποίηση στη χώρα μας κρύβει πολλές συνθετικές μανιέρες εν είδει παγίδας;
Σε ένα μεγάλο μέρος των περιπτώσεων συμφωνώ ότι συμβαίνει. Επειδή μεγαλώνοντας μαθαίνουμε κακώς να κατατάσσουμε την ποίηση στις αποστειρωμένες τέχνες που αφορούν λίγους, ένα μεγάλο μέρος των συνθετών που μελοποιούν ποίηση, της συμπεριφέρονται και αναλόγως μουσικά. Εγώ ήθελα αυτή η δουλειά να έχει κάτι από τη σκόνη του δρόμου, και, τουλάχιστον μουσικά, να είναι προσεγγίσιμη από όλους .
Το ομότιτλο τραγούδι άνετα θα χαρακτηριζόταν έως και ψυχεδελικό με την ενορχήστρωση και την ερμηνεία της Λεονάρδου. Σα να το είχες γράψει γι' αυτήν!
Νομίζω πως αυτό το τραγούδι ήταν και ο λόγος που απευθύνθηκα στη Σωτηρία για να συνεργαστούμε. Ήμουν πολύ σίγουρος ότι ήταν ο καταλληλότερος άνθρωπος για να ερμηνεύσει αυτό το κομμάτι. Πίστευα πώς είναι ικανή να πιάσει και τις λεπτότερες αποχρώσεις και του κειμένου και της μουσικής. Και δεν έπεσα έξω καθόλου. Το πήγε πολύ παρακάτω. Άλλωστε μην ξεχνάμε ότι μιλάμε για τη Λεονάρδου που ότι τραγουδάει το κάνει δικό της.
Ανήκεις στους συνθέτες εκείνους που τους παίρνει ακόμη και δυο μήνες για να χτίσουν ένα τραγούδι απ' όλες τις απόψεις;
Ναι, μπορεί να συμβεί αυτό. Γενικώς θεωρώ τον εαυτό μου τελειομανή με την κακή έννοια του όρου. Μπορεί να κολλήσω με λεπτομέρειες και να κλώθω ένα πράγμα μέχρι να το εξαντλήσω. Στην πραγματικότητα όμως περνάω καλά με τη διαδικασία και γι αυτό το κάνω.
Πες μου τρεις- τέσσερις μουσικούς από την Ελλάδα και το εξωτερικό που σε τιμάει ο χαρακτηρισμός συνάδελφος τους.
Θα μπορούσα να κάνω μια λίστα. Στην κορυφή της πάντως θα ήταν ο Bruno Coulais, o Jacque Loussier, o Μάνος Χατζιδάκις και o Nino Rota.
Εύχομαι κάθε επιτυχία στο δίσκο!
Σ' ευχαριστώ πολύ!

6 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Το αγόρασα το σιντί λόγω της αγαπημένης μου Λεονάρδου. Έχετε δίκιο για το ομώνυμο τραγούδι. Έντονα ψυχεδελικό! Του Γισδάκη δεν μου πολυάρεσε σαν τραγούδι, ενώ το ωραιότερο κατ' εμέ δόθηκε στον Μπισκίνη. Γιατί τραγούδησε όμως ο Δημουλέας; Έπρεπε να τα δώσει στον Γισδάκη ή τον Μπισκίνη. Άνιση δουλεια αλλα ενδιαφέρουσα!
Ευχαριστώ

Κων/νος
Βύρωνας

BOSKO είπε...

Κων/νος...
συμφωνώ ότι το "Δεν βλέπω τίποτα άλλο" με τον Μπισκίνη είναι μια από τις πιο δυνατές στιγμές του cd, εγώ όμως βρίσκω πολύ ιδιαίτερο και θεατρικό κομμάτι την "Αθάνατη παρτίδα" που λέει ο Γισδάκης. Ο Δημουλέας τραγούδησε, γιατί κατ' αρχάς το δικαιούται απόλυτα ως δημιουργός των τραγουδιών του. Από ΄κει και πέρα, είναι στην κρίση του καθενός ακροατή για το τι του αρέσει περισσότερο ή λιγότερο σ' ένα μουσικό έργο.
εγώ ευχαριστώ για το σχόλιο.

Ανώνυμος είπε...

Αν ο Κων/νος εννοεί οτι το cd είναι άνισο λόγω και μόνο του 'όγκου' της Λεονάρδου θα μπορούσα και να συμφωνήσω.... θεωρώ όμως ότι όλα τα κομμάτια πραγματικά 'κλειδώνουν' μεταξύ τους! η φωνή του Δημουλέα (όχι μόνο επειδή είναι ο δημιουργός) νομίζω οτι έχει μια εκφραστικότητα και χροιά που θα έλειπαν απο μια τέτοια παρουσίαση της δουλειάς του.

επι τη ευκαιρία να εκφράσω κι εγώ τις .... προτιμήσεις μου:
η αθάνατη παρτίδα
το τραγούδι του πρόσκαιρου
Ευχαριστώ

BOSKO είπε...

Ανώνυμος...
νά 'σαι καλά και όπως είπα και του Κων/νου το τι μας αρέσει στην τέχνη είναι καθαρά υποκειμενικό ζήτημα.

goldman είπε...

τελειομανια και βαθυνοια αυτοι ειναι οι χαρακτηρισμοι που κολλανε γαντι βεβαιος σε ενα αξιο τεκνο της μανης!!

goldman είπε...

τελειομανια και βαθυνοια αυτοι ειναι οι χαρακτηρισμοι που κολλανε γαντι βεβαιος σε ενα αξιο τεκνο της μανης!!