Δευτέρα 17 Ιουλίου 2017

R.I.P. George A. Romero (1940 - 2017)


Είναι μια μεγάλη απώλεια για τον κινηματογράφο και, βέβαια, για τους αναρίθμητους φαν του ανά τον κόσμο. Έφυγε από τη ζωή στα 77 του ο αιρετικός George A. Romero, χτυπημένος από τον καρκίνο κι αυτός. Διαβάζω στη wikipedia πως πέθανε ήρεμα στον ύπνο του, ακούγοντας το αγαπημένο του soundtrack, περιστοιχισμένος από τους δικούς του ανθρώπους. Ωραία έξοδος, αν και ο εν λόγω ήταν ακόμα δημιουργικός και θα μπορούσε να ζήσει άλλα δέκα χρονάκια...Σε καλλιτεχνικό επίπεδο, η αλήθεια είναι πως ο Romero τό'χε εξαντλήσει το θέμα του: Από το ρηξικέλευθο ασπρόμαυρο low budget ''Night of the living dead'' του 1968 και το ελαφρώς σατιρικό ''Dawn of the dead'' μια δεκαετία μετά, τα ζόμπι αποτέλεσαν το project του βίου του - ένα project που το τράβηξε από τα μαλλιά παραδόξως όχι για να ικανοποιήσει τη διανομή ή τα στούντιο, αλλά για να αφήσει ως παρακαταθήκη τη δική του Αποκάλυψη για τις κοινωνίες των ανθρώπων που εν έτει 2017 δεν απέχουν και πολύ από τα εσχατολογικά σεναριακά του σχεδιάσματα του τρόμου, της φρίκης, της κτηνωδίας και της απόλυτης απελπισίας. Ο Ρομέρο κατάφερε να κατακτήσει την αποδοχή της κριτικής και της διανόησης δίνοντας ξεκάθαρη πολιτική χροιά στα μέχρι πρότινος ευτελή φιλμ τρόμου. Ερήμην του ενδεχομένως, αλλά δεν έχει και μεγάλη σημασία αυτό: Το ''Night of the living dead'' χαρακτηρίστηκε σχόλιο ενός νεαρού αντικομφορμιστή κινηματογραφιστή και της παρέας του για την αμερικανική σφαγή στο Βιετνάμ και το αντιρατσιστικό κίνημα (διόλου τυχαίο που ο πρωταγωνιστής, ο ''καλός'' μαύρος, έπεφτε νεκρός από τις σφαίρες της κρατικής καταστολής). Το σχετικά άγνωστο ''Season of the Witch'' του 1972 αντιμετωπίστηκε ως ένα έργο στο μεταίχμιο ταινίας τρόμου, πορνογραφήματος και φεμινιστικού μανιφέστου. Ένα χρόνο μετά, το ''Crazies'' που έφτασε στη χώρα μας ως ''Καραντίνα, ο ουρανός έβρεξε θάνατο'', παρουσίαζε τη μιλιταριστική κυβέρνηση πιο βίαιη και απάνθρωπη από τους μολυσμένους από έναν φονικό ιό κάτοικους μιας κωμόπολης. Το ''Martin'', πάλι, του ΄78 παραμένει η πιο αλλόκοτη ever βαμπιρική ταινία, ακόμη ένα σχόλιο του δημιουργού - είπαν κάποιοι - για τη χρήση της ηρωίνης με τις σύριγγες που αποδεκάτιζε τη νεολαία αδιακρίτως. Με το ''Creepshow'' του '82, ο Romero ανανέωσε τις λεγόμενες σπονδυλωτές ταινίες τρόμου, δίνοντας στον Stephen King το πόστο του σεναρίστα για πρώτη φορά. Μετά απ' την επιτυχία του ''Creepshow'', οι οθόνες γέμισαν με μικρές ευφάνταστες ιστορίες τρόμου (Amazing Stories, Tales from the darkside κ.λπ.) Το ''Monkey Shines'' του '88 - τι ταινία κι αυτή! Η ιστορία μιας μαϊμούς, της Ella, που αναπτύσσει μια αρρωστημένη ζήλια για τον ιδιοκτήτη της, έναν παράλυτο νεαρό, βγάζοντας από τη μέση όλους εκείνους που πιστεύει με τον μικρό εγκέφαλο της πως τον κατατρέχουν...Από κει και πέρα, ο Romero έπεσε σε μία επανάληψη της μυθολογίας των ζόμπι μέχρι το τελευταίο ''Survival of the dead'' του 2009, αλλά και τα remakes των προηγούμενων αντίστοιχων ταινιών της σειράς αυτής. Αν κάτι μοναδικό διέθετε ως σκηνοθέτης ή μάλλον ως auteur είναι αυτό που λέω πιο πάνω και που ο ίδιος άκουγε μειδιώντας όλα τα προηγούμενα χρόνια: Την πολιτική, ''αριστερή'' ή ''αναρχική'' υπαινικτική διάσταση των ταινιών του μέσα από θέματα που άπτονταν της μεταφυσικής, του παραλόγου και κυρίως της φρίκης. Συνεργάστηκε με τον Ιταλό Dario Argento, τον μαιτρ των ειδικών εφέ Tom Savini, στον οποίο μάλιστα επέτρεψε να κάνει το remake του ''Night of the livig dead'' το 1990, τον συγγραφέα Stephen King, αλλά και ηθοποιούς σαν τους Leslie Nielsen, Adrienne Barbeau ή τον John Amplas, δική του ανακάλυψη στο ''Martin''. Ο ίδιος μάλιστα εμφανίστηκε ως ηθοποιός σε ένα ρολάκι σε μια άλλη θρυλική ταινία τρόμου των 90s, το ''Silence of the lambs''. Εννοείται επίσης πως ο Romero άνοιξε το δρόμο και στον σύγχρονο του, David Kronenberg, με εκείνες τις μοναδικές πολιτικές ταινίες ομαδικού τρόμου, το ''Shivers'' του '74 και το ''Rabid'' του '76. Ο George A. Romero έχει περάσει ήδη στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου ως ένας σκηνοθέτης εφάμιλλος του Hitchcock, ένας δημιουργός ταινιών τρόμου που αφαίρεσε το trash περίβλημα τους, αποδεικνύοντας πως η ποίηση και η αλληγορία υπάρχουν παντού: Ακόμα και σε ένα ανοιγμένο σώμα με χυμένα εντόσθια. Αρκεί βέβαια οι ''καλοί'' να αποφαίνονται πιο ''κακοί'' κι απ' τους ''κακούς'' με τη χορηγία πάντα του Λευκού Οίκου και των πιο σκοτεινών οπλικών συστημάτων. 

Σάββατο 15 Ιουλίου 2017

Η Μαρίζα Κωχ εις μνήμην Γιάννη Καλατζή

...Με τον Γιάννη Καλατζή βρεθήκαμε πρώτη φορά στο στούντιο όταν γράφαμε τις ''Θαλασσογραφίες'' του Μάνου Λοΐζου. Θυμάμαι πόσο πολύ τον εμπιστευόταν ο Λοΐζος, όλο ενθουσιασμό είχε, όχι μόνο για τη φωνή του, αλλά και για ότι απέπνεε συνολικά ως τραγουδιστής. Είχαμε καταλάβει όλοι πως εκείνη ακριβώς την περίοδο ο Καλατζής ήταν ο βασικότερος ερμηνευτής του. Τραγουδούσε με ένα σιωπηλό ύφος, κάτι που είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς που δεν ήταν παρών στις ηχογραφήσεις, διότι άλλο πράγμα είναι το τραγούδι όπως φτάνει στον κόσμο και άλλο τη στιγμή που δημιουργείται, είτε μεταξύ μιας παρέας φίλων, είτε στο στούντιο. Ακολουθήσαμε διαφορετικούς δρόμους μέσα στα χρόνια, αλλά τις λίγες φορές που ξαναβρεθήκαμε στην Columbia, στη Ριζούπολη, η χαρά μας ήταν μεγάλη. Σήμερα, που άκουσα πως έφυγε από τη ζωή, μου ήρθε στο νου η ίδια εικόνα: Εμείς όλοι, νέα παιδιά, να ακολουθούμε τις οδηγίες του Μάνου για το πως ήθελε το τραγούδι του στο δίσκο αυτό που θεωρείται πλέον κλασικός. Ότι μας συγκινεί, νομίζω πως τελικά δεν πεθαίνει ποτέ...Όσο για εκείνη την ιστορική φωτογραφία που υπάρχει και που τραβήχτηκε το 1970 στο Πέραμα, με τον Λοΐζο, τον Καλατζή, τον Νταλάρα, τον Λευτέρη Παπαδόπουλο και έναν βαρκάρη, ήμουν ο μοναδικός συντελεστής του δίσκου που έλειπε. Χαριτολογώντας με τον Λοΐζο, σχολιάζαμε πως θα λέμε ότι την ώρα που τραβήχτηκε, εγώ ήμουν κάπου αλλού και τραγουδούσα! Καλό ταξίδι, Γιάννη Καλατζή. Το πέρασμα σου από το ελληνικό τραγούδι ήταν και είναι σημαντικότατο!...

Παρασκευή 14 Ιουλίου 2017

Η Ρένα Κουμιώτη για τον Γιάννη Καλατζή που πέθανε χθες σε ηλικία 74 ετών

Ο Γιάννης Καλατζής με τον Πέτρο Φυσσούν και τη Ρένα Κουμιώτη
...Τον Γιάννη Καλατζή τον είχα συναντήσει πρώτη φορά στην Πλάκα σε ένα πρόγραμμα τους με τον λαϊκό συνθέτη Γιώργο Μητσάκη. Μιλάμε για τα τέλη της δεκαετίας του 1960, προτού ακόμη γίνω επαγγελματίας τραγουδίστρια. Θυμάμαι ότι τραγουδούσα μαζί του τα τραγούδια που έλεγε, γεγονός που ώθησε τον Μητσάκη να σκύψει να δει από που ερχόταν η φωνή αυτή και μένα να αποτραβηχτώ από συστολή. Λίγα χρόνια μετά θα ήμασταν φίλοι με τον Καλατζή και θα ερχόταν συχνά στο σπίτι μου στην οδό Αιγαίου με τον Μάνο Λοΐζο, τον Λευτέρη Παπαδόπουλο κ.α. 
Δουλέψαμε για δύο χειμερινές σαιζόν μαζί στη Φαντασία των Μενιδιάτηδων και λίγο αργότερα στα Δειλινά για τέσσερις συνεχόμενες σαιζόν. Όταν έφυγα στον Καναδά και πηγαινοερχόμουν, ξανασυναντηθήκαμε για μία εκδήλωση στο Χίλτον. Κάποια στιγμή στα Δειλινά θέλησε να με κάνει να βάλω τα γέλια όσο τραγουδούσαμε, κάτι που δεν μου άρεσε. Ενώ του το ''κράτησα'', μπήκα δηλαδή στο μαγαζί την επόμενη και δεν τον χαιρέτισα, ήρθε και μ' έπιασε εκείνος: Έλα, βρε Ρενάκι, μου είπε, που παρεξηγιέσαι με το παραμικρό...Είχε χιούμορ και ευγένεια ταυτόχρονα. Ο Καλατζής παρόλο που ήταν αυτό που λέμε ''σουξεδάκιας'', έκανε δηλαδή επιτυχίες τα τραγούδια που του δίνονταν, ο ίδιος δεν είχε εξοικείωση με το κοινό του, με τον κόσμο. Ήταν ένα δειλό συνεσταλμένο παιδί μονίμως με το χαμόγελο. 
Τα τελευταία χρόνια είχαμε χαθεί. Πριν μερικούς μήνες μόνο βρήκα τον γιο του και ζήτησα την επικοινωνία μαζί του. Μιλήσαμε. Λέγαμε να βγούμε έξω, να πιούμε ένα ποτάκι, να θυμηθούμε τα παλιά. Δεν έγινε ποτέ αυτό. Ούτε βρεθήκαμε, ούτε ξανασήκωσε το τηλέφωνο. Ο Γιάννης είχε μια θαυμάσια γυναίκα που έφυγε απ' τη ζωή πριν μερικά χρόνια. Έκτοτε κλείστηκε ακόμη πιο πολύ στον εαυτό του...Θα κρατάω πάντα μέσα μου τα ομορφότερα συναισθήματα. Καλό ταξίδι, αγαπημένε μου...
* Από τηλεφωνική συνομιλία με την ερμηνεύτρια Ρένα Κουμιώτη απόγευμα Πέμπτης 13 Ιουλίου 2017
** Δύο τραγούδια - μεγάλες στιγμές του Γιάννη Καλατζή:
Το ''Παραμυθάκι μου'' των Μάνου Λοΐζου - Λευτέρη Παπαδόπουλου που συμπεριλήφθηκε στο soundtrack της θρυλικής αμερικανικής ταινίας τρόμου ''The Exorcist'' (1973)
Η ''Κυρα - Γιώργαινα'' (1970) των Γιώργου Κατσαρού - Πυθαγόρα, τραγούδι που έμελλε να γνωρίσει και τη γαλλόφωνη pop εκδοχή του με τον Γάλλο σούπερ σταρ της εποχής, Michel Polnareff

Τρίτη 11 Ιουλίου 2017

Στο κοιμητήριο της Παιανίας ο Μάνος Χατζιδάκις και η Φλέρυ Νταντωνάκη δίνουν συναυλίες ενίοτε

Έφτασα μεσημέρι στο νεκροταφείο της Παιανίας. Ο ήλιος σε χτύπαγε κατακέφαλα - αύριο θα χτυπήσει πάλι 41 λένε οι ειδικοί. Η νεοκόρισσα με περίμενε στην είσοδο ντυμένη με τζιν και καστόρια μποτάκια, σαν ροκού άλλων εποχών, μόνη της μεσ' στην απόλυτη ερημιά. ''Περάστε'' μου είπε χαμογελαστή, ''η συναυλία θα ξεκινήσει σε λίγο''. Προτού χαθώ ανάμεσα στα μνήματα και τους διαδρόμους του κοιμητηρίου, έριξα μια ματιά στο απέναντι βουνό. Ένα εκκλησάκι φαινόταν μικροσκοπικό, χαμένο κι αυτό μέσα στα δέντρα. ''Εδώ κηδεύτηκε'' άρχισε να μου λέει η νεοκόρισσα, ''καθώς του άρεσε η γαλήνη του τοπίου και η απομόνωση. Τριάντα άτομα ήταν όλοι κι όλοι εκείνοι που τον χαιρέτισαν, ο Κούνδουρος, ο Ντασέν, ο Λαζάνης, ο Λεοντής, ο γιος του φυσικά, φίλοι του από το θεατρικό και όχι τόσο από το μουσικό σινάφι''...Το ήξερα αυτό! Ελάχιστοι, αν όχι κανένας από τους τραγουδιστές του βρέθηκαν εκεί. Λέγεται πως ήταν σοκαρισμένοι τόσο ώστε δεν άντεξαν να πάνε για να του πουν αντίο. Στον καλό του φίλο, τον Λεφεντάριο, οφείλει την τελευταία του κατοικία. Κάθε Κυριακή τα τελευταία χρόνια τον επισκεπτόταν στην Παιανία και ζήλευε την ηρεμία του, εκείνο το ''εκτός σχεδίου πόλεως'' σπίτι του. Κι έτσι, άφησε ύστατη επιθυμία να κηδευτεί εκεί μαζί με τα αγαπημένα του πρόσωπα που επρόκειτο να τον ακολουθήσουν. 
Πίσω του κατοικούν πλέον η αγαπημένη του αδερφή, Μιράντα, και δίπλα της, κολλητά, η αγαπημένη του ερμηνεύτρια, η Φλέρυ Νταντωνάκη. Για φαντάσου καμιά μέρα που θα βασιλεύει η ανία, γιατί όπως και να το κάνεις η μοναξιά δεν παλεύεται, να απλώνει το χέρι του και να γαργαλάει τα πόδια της Φλέρυς, να αρχίζουν να γελάνε σαν παιδιά και η Μιράντα να φωνάζει να βγάλουν τον σκασμό...Το λέω στη νεοκόρισσα και γελάει. ''Ισχύει'' με κατατοπίζει σχετικώς, ''αυτοί οι δύο δεν αφήνουν σε ησυχία τους άλλους. Ο τωρινός διευθυντής του Τρίτου Προγράμματος του Κάτω Κόσμου έδωσε την άδεια να γίνει μια συναυλία μπας και ησυχάσουν λίγο''...
''Καημένη Φλέρυ'' είπα μέσα μου σαν ξανάδα εκείνο το φρικτό λάθος στην αναγραφή του ονόματος της απάνω στην ταφόπλακα. Άμα είσαι γκαντέμης στη ζωή, θα είσαι και στο θάνατο...Ποιος ανόητος την έγραψε Αταντωνάκη; Την πρώτη φορά που το είδα, παρατήρησα πως κάποιος εχέφρων είχε προσπαθήσει να το διορθώσει. Συνέχισα το έργο του. Θυμωμένος άρπαξα ένα παλιοσίδερο που βρέθηκε μπροστά μου και χάραξα με δύναμη τη γραμμή από τη γωνία κάτω δεξιά του Α προς τα πάνω, ώστε να γίνει Ν και η τάξη να αποκατασταθεί. Δε βαριέσαι. Υπάρχουν και χειρότερα. Η Φλέρυ τουλάχιστον έχει δίπλα της τον μέντορα της. Στο Α' Νεκροταφείο η Κατερίνα Γώγου παραμένει ανέστια, εφόσον κοιμάται σε ξένο τάφο, ξένη μεταξύ ξένων, άγνωστη μεταξύ αγνώστων... Τελειώσαμε με τους νεκρούς, σειρά έχουν οι ζωντανοί. Παραδίπλα είδα ανθρώπους όλων των ηλικιών να κάθονται παραταγμένοι σε πλαστικές καρέκλες. Πλησίασα διακριτικά και άρχισα να ρωτάω με καθαρά δημοσιογραφικό ενδιαφέρον. ''Με λένε Μαρία'' μου είπε μία γυναίκα μαυροντυμένη, υπέργηρη. ''Πέθανα 92 ετών το 1994. Ησυχία, πολλή ησυχία, τρελαίνομαι''. Ένας νεαρός πάλι με δερμάτινα ρούχα και ένα κράνος στο χέρι αφηγήθηκε εν συντομία τη δική του ιστορία: ''Σκοτώθηκα με τη μηχανή μου το 1998, ετών 25. Δεν αντέχω να ακούω τη μάνα μου να τραγουδάει από πάνω μου κάθε μέρα: Θα στύψουμε ένα σύννεφο, θα σφάξουμε ένα αηδόνι...'' Ένα άλλο κορίτσι, που το έλεγαν Ελένη, μου είπε πως πέθανε από λευχαιμία το 2000 και πως δύσκολα θα εξασφάλιζα θέση για τη μεσημεριανή συναυλία τους. ''Κοίτα που δεν τελείωσες με τους νεκρούς'' με πληροφόρησε όλο νόημα. Είχε δίκιο μάλλον. Βρήκα έναν ίσκιο και τραβήχτηκα παράμερα να δω και να ακούσω τι επρόκειτο να γίνει! 
Από μακριά, κάπου πολύ μακριά, λες και τους ήχους τους γεννούσε ο αέρας και τους κουβαλούσε μαζί του, άκουσα μία θεϊκή φωνή να τραγουδάει Όμορφη πού'ναι η Κρήτη, όμορφη, έι και νά'μουν αητός...Για σκέψου, η Παιανία είχε γίνει Κρήτη και το μικρό βουνό της ο τεράστιος Ψηλορείτης. Βγήκα απ' τη σκιά μου για να κλέψω λίγες ματιές στη μικρή σκηνή που είχε στηθεί. Είδα εκείνον πλάτη με ιδρωμένο γαλάζιο πουκάμισο να διευθύνει μανιασμένα εκείνη με το τιρκουάζ φόρεμα της. Μητέρα κι αδερφή δωσ' μου μια ελπίδα, δωσ' μου μιαν ευχή...Για ποιον άραγε; Για τους εαυτούς τους ή για τους άλλους, τους συνένοικούς τους, που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα τους; Εκείνη τη στιγμή θα ήθελα να είχα μια κάμερα αόρατη για να κινηθώ ανάμεσα στα νεκρικά πρόσωπα, να καταγράψω τις σπάνιες εκφράσεις τους ενόσω τα τραγούδια διαδέχονταν το ένα το άλλο. Τι μανία κι αυτή να θέλω να καταγράψω τα πάντα! Η ζωή δεν αναπαρίσταται ποτέ. Ο θάνατος όμως; Πόσο τυχερός αισθάνομαι που την 11η Ιουλίου του 2017, μόλις μία εβδομάδα πριν τη συμπλήρωση 19 χρόνων από το φευγιό της Φλέρυς Νταντωνάκη, εγώ την απόλαυσα σε μία μοναδική συναυλία υπό τη διεύθυνση του Μάνου Χατζιδάκι, παρουσία λίγων και εκλεκτών, πολύ εκλεκτών όμως! ''Να το κάνετε συχνά αυτό'' σύστησα στη νεοκόρισσα τη στιγμή που έκλεινε πίσω μου τη βαριά πύλη του νεκροταφείου. 

* Ευχαριστώ τον συνθέτη Χρήστο Λεοντή. Είναι η δεύτερη φορά που επισκεπτόμαστε παρέα μέσα σε μία δεκαπενταετία την τελευταία κατοικία του Μάνου Χατζιδάκι και της Φλέρυς Νταντωνάκη στην Παιανία.

Δευτέρα 10 Ιουλίου 2017

Review από το αφιέρωμα στον Μανώλη Ρασούλη στο Ηρώδειο 09.07.2017

Τρεις ώρες διήρκεσε η συναυλία - αφιέρωμα στον Μανώλη Ρασούλη στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών. Καλή διάρκεια δηλαδή, χορταστική που λένε, για ένα πρόγραμμα, που τo μεγαλύτερο μέρος του αποτελείτο από κοσμαγάπητα λαϊκά τραγούδια και τσιφτετέλια τέτοιας ''εμβέλειας'', ώστε αν ήταν δυνατό, ο κόσμος θα σηκωνόταν από τα καθίσματα του και θα χόρευε! Τώρα που το σκέφτομαι, στον Ρασούλη βασικά, αλλά και στους συνθέτες που τον μελοποίησαν, χρωστάμε την απενοχοποίηση της χαράς στο νεότερο λαϊκό τραγούδι, όπως και τη σπάνια ένωση του δρόμου του τσιφτετελιού με στίχους βαθύτερους ή και με στίχους έξω από τα ''επίγεια''. Τό'χε άλλωστε το χάρισμα αυτό ο στιχοπλόκος Ρασούλης!
Το Ηρώδειο ήταν γεμάτο, κάτι που μεταφράζεται σε εισιτήρια, άρα η συναυλία απ' την άποψη της εμπορικότητας ήταν άκρως επιτυχημένη. Άνθρωποι της γενιάς του Ρασούλη, αλλά και αρκετοί νεότεροι, προσήλθαν σαν σε λαϊκό προσκύνημα - μα ήταν λαϊκό προσκύνημα! - για να αποτίσουν το δικό τους φόρο τιμής σε έναν πολυσχιδή δημιουργό που άφησε το δικό του ισχυρό στίγμα στο ελληνικό τραγούδι από τη Μεταπολίτευση και μετά. Πόσο κόλλαγε η Ζυράνα Ζατέλη σε ένα ρασούλειο αφιέρωμα! Την παρακολουθούσα να εισέρχεται στο Ηρώδειο και να αναζητά τη θέση της, γυναίκα - αερικό μέσα σε πολίτες ανυποψίαστους, πλάσμα συγγενές με ότι πρέσβευε ο Ρασούλης, ακριβές μονάδες κι οι δυο τους για τον πολιτισμό μιας χώρας και του κόσμου ολόκληρου.
Ας αφήσω όμως κατά μέρος το εμπορικό κομμάτι της συναυλίας ή την παρουσία ξεχωριστών προσωπικοτήτων κι ας πάω ευθύς στο καλλιτεχνικό μέρος. 
Θεωρώ ευτύχημα την επιλογή του Θωμά Κοροβίνη να διαβάσει κείμενα του Ρασούλη από την αυτοβιογραφία του, αλλά και ένα δικό του, γραμμένο από ψυχής για τον εκλιπόντα, απ' αυτά τα ωραία κείμενα, τα συγκινησιακά φορτισμένα και με λέξεις - στολίδια, που γράφει ο Κοροβίνης. Άνετος ο Θωμάς χωρίς κανένα στόμφο μας γνώρισε για τα καλά τον Ρασούλη και έσπασε το καθεστώς των ''ακίνητων'' εισηγητών - ομιλητών, κινούμενος απ' άκρη σ' άκρη της σκηνής. Όταν μάλιστα σε κάποια στιγμή του β' μέρους της συναυλίας, ένα μικρόφωνο ξεχάστηκε ανοιχτό (ή απλά ο Κοροβίνης ξεχάστηκε), το γέλιο ήταν δεδομένο. Για να είμαι ακριβής δηλαδή, αν ο Ρασούλης ήταν εκεί με κάποιο μαγικό τρόπο, θα γελούσαν έως και τα λευκά του γένια μ' αυτό το αντικομφορμιστικό ατόπημα του φίλου και συνοδοιπόρου του! Ήταν μια από τις πιο αληθινές στιγμές της βραδιάς, αν λάβουμε σοβαρά υπ' όψιν τον αναρχικό τρόπο σκέψης του δημιουργού, για τον οποίο γινόταν το αφιέρωμα. Τα υπόλοιπα είναι καθωσπρεπισμοί και σοβαροφάνειες, που δεν έχουν ούτως ή άλλως θέση στο ρασούλειο σύμπαν. Μη μένουμε όμως σ' αυτό. Ο Κοροβίνης, επαναλαμβάνω, λειτούργησε κανονικά σαν ένας μύστης σε αρχαίο ναό που ανέλαβε με ευλάβεια να μυήσει το κοινό στο άβατο του ανθρώπου και καλλιτέχνη Μανώλη Ρασούλη. Καθώς τον παρακολουθούσα να διαβάζει τα κείμενα του, σκεφτόμουν την περίφημη ρήση του Μάνου Χατζιδάκι: Ο κόσμος νομίζει πως με ξέρει...Στην πραγματικότητα κανείς δεν με ξέρει! Τέλος πάντων, αν κάποιοι αποχώρησαν από το Ηρώδειο, παίρνοντας μαζί τους και δυο - τρία πράγματα, απ' αυτά τα υπέροχα που ακούστηκαν για τον δημιουργό, πέραν των τραγουδιών του, κι αυτό κέρδος είναι και μεγάλο μάλιστα!
Πάμε τώρα στους ερμηνευτές: Η συναυλία άνοιξε με τον Μάνο Πυροβολάκη. Εξαιρετικός! Η διακριτική χρήση της κρητικής λύρας και η δυνατή φωνή του έδωσαν με τη μία το πρωταρχικό στοιχείο της ρασούλειας ύπαρξης: Την καταγωγή του από την Κρήτη ως σημείο εκκίνησης της περιπλάνησης του στον κόσμο, από τη Θεσσαλονίκη μέχρι την Αίγυπτο και από την Αθήνα μέχρι το Ισραήλ. Εν συνεχεία, δίπλα στον Πυροβολάκη πήραν τη θέση τους η Ναταλία Ρασούλη, ο Κωνσταντίνος Στεφανής και η Αγγελική Τουμπανάκη, ερμηνεύοντας το ''Νά'μαστε πάλι εδώ, Αντρέα'', εκείνη την τραγουδάρα - προϊόν της σύμπραξης του Ρασούλη με τον Ανδρέα Μικρούτσικο από το μακρινό 1985. Όλοι γνωρίζουμε πως η μοναχοκόρη του Ρασούλη, η Ναταλία, τραγουδάει και έχει κάνει σοβαρές μουσικές σπουδές κι έτσι δεν με εξέπληξε το ότι εντυπωσιάστηκα πραγματικά από τις δυνατότητες της, αυτές μιας ασκημένης σοπράνο τραγουδίστριας. Αξιοπρεπέστατος και ο Στεφανής, ένα από τα τελευταία ''παιδιά'' του Ρασούλη, προτού ενώσει τη ζωή του μ' αυτήν της κόρης του και φτιάξουν τη δική τους οικογένεια! Η παράδοση στη μουσική, αν μη τι άλλο, συνεχίζεται και ο ίδιος ο Ρασούλης χαμογελά ευτυχισμένος κάπου από το υπερπέραν.
Δεν θα πω το ίδιο ωστόσο και για την Αγγελική Τουμπανάκη. Οι διασκευές της στα τραγούδια του Ρασούλη μού φάνηκαν σαν χιψτεριές που δεν είχαν καμία θέση στο όλο κλίμα της βραδιάς. Προσοχή: Δεν λέω η φωνή της, η οποία είναι εντελώς ιδιαίτερη και από μόνη της αποτελεί πρόταση. Αναφέρομαι πιο πολύ σε κομμάτια που κυριολεκτικά σκότωσε, σαν τις ''Νταλίκες'' - μέχρι φυσικά να ''μπει'' η καθαρόαιμη λαϊκή ερμηνεύτρια Σοφία Παπάζογλου - κυρίως όμως το ''Γύφτισσα τον εβύζαξε'' του Μάνου Λοΐζου, που ενώ το έπιασε όπως του έπρεπε και σχεδόν ξέχασα τη θρυλική ερμηνεία της Αλεξίου (κάτι που εκτίμησε δεόντως και σύσσωμο το κοινό της), εν συνεχεία το έκανε λάτιν με κάτι ''τιπιντίμ - ταπαντάμ'', που προσωπικά μου έφεραν αμηχανία μεγάλη, λες κι είχαμε τη Μούσχουρη στο ''Κονσέρτο για μια φωνή'' του Saint Preux...Ίσως η Τουμπανάκη ως άποψη έστεκε σε ένα αφιέρωμα στον Ρασούλη σε κάποια μουσική σκηνή, όχι όμως για κάτι τόσο ''μεγάλο'', όπως ήταν το Ηρώδειο. Και για να το πω αλλιώς, θες την Τουμπανάκη με τις λούπες της και τα φωνητικά της, καλά κάνεις, φτιάξε όμως ένα αφιέρωμα ανάλογο απ' την αρχή ίσαμε το τέλος, φτάσ'το στα άκρα, πρόσθεσε κι άλλους νέους καλλιτέχνες τέτοιου ύφους και πειραματισμών. Διαφορετικά, όπως και συνέβη κατά την ταπεινή μου γνώμη, η παρουσία της δίπλα στην Ελένη Βιτάλη, στη Σοφία Παπάζογλου ή στον Θοδωρή Κοτονιά, έμοιασε σαν τη μύγα μες το γάλα, σαν ηχητική παραφωνία. Δεν κατάλαβα, η Τουμπανάκη ήταν η ''αντεργκράουντ'', να την πω έτσι, πρόταση στο σύνολο του αφιερώματος; Μα ''αντεργκράουντ'' ήταν και είναι από μόνος του ο Μανώλης Ρασούλης, δεν χρειάζεται πια να ξεφεύγουμε τόσο από κάποιες ''παραδόσεις'' εν είδει πρωτοπορίας κ.λπ. Εμένα αυτή είναι η γνώμη μου και δεν έχω κανένα πρόβλημα μη χαρακτηριστώ οπισθοδρομικός ή συντηρητικός...
Ο Θοδωρής Κοτονιάς, απ' την άλλη, αποτέλεσε την πιο επιτυχημένη διανομή στο cast των νεότερων ερμηνευτών. Μεγάλος καλλιτέχνης είναι αυτός, ιδιαίτερος τραγουδιστής και τραγουδοποιός. Κι αν οι δρόμοι μας χώρισαν κάποτε, όπως γίνεται με όλους τους ανθρώπους, με τον Κοτονιά μας συνδέουν πολλά ωραία να ενθυμούμαστε όποτε βρισκόμαστε: Αυτός και το προ 10ετίας συγκρότημα του, τα Μακρινά Ξαδέρφια, ήταν η backing band στο ντοκιμαντέρ μου για το Κύτταρο και την ελληνική ροκ σκηνή των 70s. Με τον Κοτονιά, επίσης, έχουμε συνυπογράψει το μοναδικό τραγούδι που υπάρχει στη δισκογραφία με δικούς μου στίχους: Το ''Σαν παλιό βινύλιο'', με αφορμή το ντοκιμαντέρ για το Κύτταρο, που ερμήνευσε η Λήδα. Ας προσπαθήσω παρόλα αυτά να είμαι αντικειμενικός τώρα, λέγοντας πως τα τραγούδια του Νίκου Παπάζογλου με τους στίχους του Ρασούλη ταιριάζουν πάρα πολύ στη φωνή του. Γνωρίζοντας ακόμη πως ο Κοτονιάς έχει καλοχωνεμένα μέσα του ακούσματα σαν των Wishbone Ash, των Sweet Smoke και των Ten Years After μαζί με Θ. Παπακωνσταντίνου, Σ. Μάλαμα και, κυρίως, Ν. Παπάζογλου, συνειδητοποίησα πόσο πατούσε φωνητικά και ερμηνευτικά στις αντίστοιχες ερμηνείες του Παπάζη. Το ίδιο δεν είπα μόνο εγώ, αλλά ακούστηκε και στα πηγαδάκια αμέσως μετά το τέλος της συναυλίας. Ευτυχώς πάντως που η συναυλία έγινε στην καρδιά του καλοκαιριού, διότι αν γινόταν άνοιξη, δεν θα ήταν παράξενο να τα μάζευε και νά'φευγε τρομαγμένος από τα πλήθη στις κερκίδες του Ηρωδείου! Τέτοιος ιδιοσυγκρασιακός καλλιτέχνης είναι αυτός! 
Θα είμαι αυστηρός με τον Μπάμπη Στόκα, όμως! Εδώ σηκώνει συζήτηση το πράγμα! Καταρχάς τι δουλειά είχε ο Στόκας σε ένα αφιέρωμα στον Ρασούλη, τη στιγμή που έλαμψαν δια της απουσίας τους ο Καρελάς, ο Θεοχαρίδης, ο Σαρρής και ο Κοντογιάννης; Δεν θα πω η Αλλαγιάννη, ο Ξυδάκης, ο Περίδης και η Αλεξίου, διότι γνωρίζω από διοργανώσεις συναυλιών τη δυσκολία τού να μαζευτούν οι διάφοροι guests. Ερωτώ, λοιπόν, ο Στόκας επιλέχθηκε με καλλιτεχνικό ή εμπορικό κριτήριο; Για το πρώτο έχω τις επιφυλάξεις μου. Μπορεί να θεωρείται από πολλούς μεγάλος ερμηνευτής (για μένα όχι), χθες ωστόσο άκουσα έναν βραχνοκόκορα να ισοπεδώνει κυριολεκτικά και με ανόρεκτη διάθεση τα πλέον δημοφιλή τραγούδια του Ρασούλη, όπως το ''Στη ρωγμή του χρόνου'', το οποίο αδημονούσα να ακούσω με τη φωνή του Κοτονιά. Μπορεί ο άνθρωπος να είχε κρυώσει, να είχε κλείσει ο λαιμός του κοινώς, οπότε εκεί πάω πάσο, αν κι εγώ άμα ήμουν στη θέση του δε θα έβγαινα να τραγουδήσω μπροστά σε τόσο κόσμο. Για το δεύτερο, τώρα, εκεί κι αν έχω επιφυλάξεις! Ο Στόκας, όχι φυσικά με τους Πυξ Λαξ, οι οποίοι στην τελική έχουν γράψει τη δική τους ιστορία, αλλά με το φλερτ του με τα ριάλιτι και το πιο κενό mainstream του καιρού μας, έχει κόψει δεσμούς με την αισθητική και το πνεύμα του Ρασούλη. Κι αν ακόμη χρόνια πριν είχε κυκλοφορήσει διπλό live CD, στο οποίο έμπλεκε τον Άσιμο με τον Μουσαφίρη και τον Μίκη Θεοδωράκη με τον Βοσκόπουλο, εμένα αυτό δε μου λέει τίποτα ή μάλλον μου λέει πολλά: Τη λογική του ''ο καλός ο μύλος όλα τα αλέθει'', ''Πάρε νά'χεις'' κ.λπ., πράγματα δηλαδή που ιδεολογικώς με βρίσκουν αντίθετο. Μπορεί να λέω και άστοχα πράγματα, αν υποτεθεί πως το κοινό σχεδόν τον αποθέωσε με το που εμφανίστηκε στη σκηνή, επομένως το τι κάθομαι και γράφω εγώ τώρα δεν έχει ιδιαίτερη σημασία. Πάμε παρακάτω!
Είναι δυνατόν δηλαδή να πλασάρεται ως το ''μεγάλο όνομα'' της συναυλίας ο Στόκας και η καρδιά σου να ευφραίνεται με την ερμηνεία του Πέτρου Βαγιόπουλου, ενός συνθέτη και όχι τραγουδιστή; Κι όμως ο Βαγιόπουλος με συγκίνησε πολύ, ανήκοντας στους δημιουργούς εκείνους που καταφέρνουν να χρωματίζουν με την ακατέργαστη φωνή τους τα δικά τους τραγούδια! Βαθιά υπόκλιση στην Ελένη Βιτάλη που τον παρουσίασε στο κοινό με τα πιο θερμά λόγια, προτού ενώσουν μαζί και με τους άλλους ερμηνευτές τις φωνές τους στο εμβληματικό τραγούδι ''Πότε Βούδας, πότε Κούδας'', που μας κληροδότησαν από κοινού ο Ρασούλης και ο Βαγιόπουλος! 
Η Σοφία Παπάζογλου εξακολουθεί να είναι η πιο σημαντική νεότερη λαϊκή ερμηνεύτρια ως άμεσος συνδετικός αρμός με φωνές σαν της Πόλυς Πάνου και της Καίτης Γκρέυ. Κάθε φορά που τη βλέπω και την ακούω live νομίζω ότι επαναλαμβάνομαι στα κείμενα μου, η αλήθεια είναι όμως πως η Παπάζογλου, η οποία διαθέτει και μία ανθηρή προσωπική δισκογραφία, θα άξιζε μεγαλύτερης προβολής και επικοινωνίας της τέχνης της! Ας είναι! Θεωρώ τη συμμετοχή της στο αφιέρωμα στον Ρασούλη ιδιαίτερα τιμητική, όχι μόνο για την ίδια, αλλά και για το αφιέρωμα καθαυτό. 
Η Βιτάλη πάλι αν κι έχει τραγουδήσει ελάχιστα τραγούδια του Ρασούλη σε α' εκτέλεση, αποτέλεσε, όπως ήταν αναμενόμενο, το κλου της βραδιάς! Σε μεγάλη ερμηνευτική φόρμα απέδωσε τα πιο καθαρόαιμα λαϊκά κομμάτια από τη συνεργασία του Ρασούλη με τον Χρήστο Νικολόπουλο. Γνωρίζοντας πόσο αγαπά τη μπαλάντα ''Νιώσε με'', περίμενα να την ακούσω με τη δική της φωνή και όχι με του Μπάμπη Στόκα, μας αποζημίωσε ωστόσο γενικά με την όλη παρουσία της στο αφιέρωμα, την εξωστρεφή της διάθεση 
και μερικά συγκινητικά ντουέτα της με τη Ναταλία Ρασούλη στα τραγούδια πάντα του Μανώλη! Μεγάλη στιγμή η απόδοση της Βιτάλη στο ''Όλα σε θυμίζουν'' του Λοΐζου με την ερμηνεύτρια να κοιτάζει ψηλά στον ουρανό και να επικαλείται το όνομα του στιχουργού. 
Η συναυλία έλαβε τέλος λίγο μετά τα μεσάνυχτα με όλο το καλλιτεχνικό επιτελείο επί σκηνής στο ''Αχ Ελλάδα σ' αγαπώ'', τραγούδι - σήμα κατατεθέν πια του Ρασούλη και της Βάσως Αλλαγιάννη για μια ολόκληρη χώρα που δοκιμάζεται, μα δεν το βάζει κάτω. Αυτό ήταν και το βαθύτερο νόημα, πιστεύω, ενός αφιερώματος στον Μανώλη Ρασούλη, η πίστη σε δημιουργούς που δεν ξεχνιούνται και ούτε πρόκειται να ξεχαστούν, η δική μας στάση απέναντι σε ανθρώπους που χάρισαν απλόχερα στην κοινωνία την τέχνη τους και την ευρύτερη φιλοσοφία τους για το θαύμα της ζωής. Τέσσερις λέξεις μόνο: Αχ Μανώλη σ' αγαπώ! Από κει και πέρα, τα αφιερώματα γίνονται και εναπόκεινται στην κρίση του κοινού. Σημασία έχει όμως ότι γίνονται!
* οι φωτογραφίες του post είναι από την πρόβα τζενεράλε της συναυλίας

Κυριακή 9 Ιουλίου 2017

Είναι οι Σπύρος Παρασκευάκος - Γιάννης Βασιλόπουλος - Δήμητρα Σελεμίδου οι αντίστοιχοι διάδοχοι των Θέμη Καραμουρατίδη - Γεράσιμου Ευαγγελάτου - Νατάσσας Μποφίλιου;

Πρόσφατα κυκλοφόρησε από τη Μικρή Άρκτο ένας δίσκος - προϊόν σύμπραξης τριών νέων δημιουργών: Του 18χρονου στιχουργού Γιάννη Βασιλόπουλου, του 30χρονου συνθέτη Σπύρου Παρασκευάκου και της 20χρονης ερμηνεύτριας Δήμητρας Σελεμίδου. Άκουσα ένα κομμάτι τους live στο Athens Pride, το περίφημο ''Μαμά, μπαμπά'' (θα πούμε παρακάτω γι' αυτό) και αμέσως μετά βγήκε η Νατάσσα Μποφίλιου να κάνει τσεκ ήχου για το δικό της πρόγραμμα. Όντας σε απόσταση από τη σκηνή, η πρώτη αίσθηση ήταν πως η Μποφίλιου είχε μόλις παρουσιάσει το ολοκαίνουργιο τραγούδι της. Επρόκειτο δηλαδή για ένα κομμάτι απόλυτα ταιριαστό με το ρεπερτόριο της. Λίγες μέρες μετά στον Ιανό της Σταδίου, όπου έγινε η άκρως επιτυχημένη παρουσίαση του άλμπουμ ''Τρίτη έξοδος'', η Μποφίλιου ήταν εκεί και μίλησε με θερμά λόγια για τους τρεις συντελεστές, αναφερόμενη στη ''δεύτερη τριάδα του ελληνικού έντεχνου τραγουδιού που βγήκε μία δεκαετία μετά τη δική τους'' (ή κάπως έτσι τα είπε τέλος πάντων). Επειδή έχω τις ενστάσεις μου γι' αυτό, θεωρώντας πως η εργασία των Παρασκευάκου - Βασιλόπουλου - Σελεμίδου είναι διαφορετική απ' αυτή των Καραμουρατίδη - Ευαγγελάτου - Μποφίλιου, λέω να γίνω αμέσως σαφής: 
(Ο στιχουργός Γιάννης Βασιλόπουλος)
Άκουσα πολλές φορές και με μεγάλη προσοχή το δίσκο των παιδιών. Μία επιδερμική ακρόαση ενδεχομένως να μην τον διαχωρίζει ιδιαίτερα κυρίως από τους αντίστοιχους πρώτους δίσκους της Μποφίλιου. Υπάρχουν κι εδώ οι πιασάρικες μελαγχολικές και εύηχες μελωδίες, οι στίχοι που δεν τα πάνε καλά με την αίσθηση του χιούμορ και ασχολούνται με την ευαίσθητη νεανική ψυχοσύνθεση και μια εξαιρετική κοριτσίστικη φωνή - ερμηνεία. Είπαμε, όλο αυτό το ''πακέτο'' με μία επιδερμική προσέγγιση. Και ας ξεκινήσω από τους στίχους του Βασιλόπουλου: Ο Βασιλόπουλος που σε λίγο καιρό γίνεται μόλις 19 ετών έχει δώσει ήδη δείγματα καλής γραφής, όχι μόνο ως στιχουργός, αλλά και ως blogger και συγγραφέας. Οι στίχοι του είναι στρογγυλεμένοι, νοηματικά εύστοχοι, δίχως ποιητικίζουσες φιοριτούρες και μεταφέρουν όλη την ευαισθησία ενός προβληματισμένου, σοφού σχεδόν για τα λίγα του χρόνια, νέου ανθρώπου. Η μοναξιά, η έλλειψη επικοινωνίας, η ευτυχισμένη κατάκτηση - και όχι η απέλπιδα αναζήτηση - της αγάπης, ακόμη και το gay outting είναι τα στοιχεία που συναντά κανείς στα εδώ στιχουργήματα του. Στο τραγούδι της Μποφίλιου, λόγου χάριν, με τίτλο ''Δεμένη'', ο Ευαγγελάτος λέει: ''Και μέρα με τη μέρα αντί για μένανε, τη μάνα μου αντικρίζω στον καθρέφτη''. Ο Βασιλόπουλος, στον αντίποδα, λέει το εξής στο τραγούδι ''Μαμά, μπαμπά'': ''Το βλέμμα σας το κράτησα, αλλού όμως κοιτάζω, μαμά, μπαμπά, λυπάμαι, δεν σας μοιάζω''. Διαφορές μεταξύ του Βασιλόπουλου και με άλλους προκατόχους του, θα επισήμαινα σε πολλά ακόμη τραγούδια, ενδεικτικά μιας ευρύτερης αντίληψης του καθενός στιχουργού περί έρωτος: Στο τραγούδι ''Απόψε πουθενά'', π.χ., η Νικολακοπούλου λέει ''Στους δρόμους όπου περπατώ, πρέπει το χέρι σου ν' αφήνω'', εκεί που ο Βασιλόπουλος στο ''Ο βασιλιάς Απρίλης'' υποστηρίζει με τη γραφή του το εντελώς αντίθετο: ''Όλα ως εδώ ήταν ο δρόμος προς το χέρι σου και στο κρατάω τρυφερά βράδυ - πρωί''. Άλλες γενιές, άλλα βιώματα, άλλος τρόπος σκέψης. Κατ' επέκταση, το ''Μαμά, μπαμπά'' είναι ένα συγκλονιστικό τραγούδι για κάθε ''διαφορετικό'' παιδί που ασφυκτιά μέσα στη ζώσα πραγματικότητα, τολμηρό, μα και κατασταλαγμένο ως στιχουργικό εγχείρημα: ''Ακόμα περιμένεις, μαμά, σε βλέπω, ελπίζεις την πόρτα να χτυπήσει κάποια άλλη μου εκδοχή/ Σε έφτασα στο ύψος, μπαμπά, να μ' αντικρίζεις, πιο πίσω απ' την αγάπη κυβερνά η ενοχή''.
(Ο συνθέτης Σπύρος Παρασκευάκος)
Ας πάμε τώρα στον συνθέτη Σπύρο Παρασκευάκο. Ταλαντούχος άνθρωπος και δείγμα του ταλέντου του είχαμε εισπράξει από τον προηγούμενο δίσκο του για τη φωνή του Ζαχαρία Καρούνη. Τα εδώ κομμάτια του έχω την αίσθηση πως, από αρμονικής άποψης, ακολουθούν κατά πόδας αυτά του Καραμουρατίδη. Ουδέν πρόβλημα: Νέος συνθέτης είναι, από τους ''επιτυχημένους'' συναδέλφους της γενιάς του δέχεται επιρροές. Ευχή μου θα ήταν, βέβαια, να μη μπει ποτέ στη λογική τραγουδιών - φασόν για τον Α ή τον Β μεγαλοτραγουδιστή, όταν φυσικά του ζητηθεί κάτι τέτοιο. Εκτός από το ταλέντο, εξίσου σημαντική είναι και η διαχείριση του, άρα ο δρόμος είναι πλέον ανοιχτός και οι επιλογές δικές του. Μοναδική εξαίρεση από την άποψη που μόλις διατύπωσα είναι ίσως το τραγούδι ''Ο μόνος και η μόνη'' με την ταιριαστή συμμετοχή του Φοίβου Δεληβοριά και το ηλεκτρικό ροκίζον ρεφρέν. Ίσως και η έλλειψη λαϊκότροπων στοιχείων - δεν θ' ακούσετε κανένα χασάπικο, ζεϊμπέκικο κ.λπ. - πράγμα που εμένα προσωπικά μου άρεσε στην ''Τρίτη έξοδο''.
(Η ερμηνεύτρια Δήμητρα Σελεμίδου)
Άφησα τελευταία τη Δήμητρα Σελεμίδου. Πόσο άδικος θα ήταν κανείς αν ισχυριζόταν ότι η κοπέλα αυτή δεν είναι καλή τραγουδίστρια! Άρτια τεχνικά, γεμάτη συναίσθημα - πόσο μάλλον όταν εδώ τραγουδάει για πράγματα που πονάνε ανθρώπους της ''σειράς'' της - αλλά και, ευτυχώς, δίχως την τάση να ερμηνεύει με ηδυπάθεια υπέρμετρη τα φωνητικώς εκτινασσόμενα ρεφρέν των τραγουδιών της παρέας. Για όλους αυτούς τους λόγους, χαρακτηρίζω σημαντική την ''Τρίτη έξοδο'' και θα πρόσθετα πως είναι η πρώτη φορά που επιχειρείται μία άτυπη διάσπαση της παντοκρατορίας της Νατάσσας Μποφίλιου στο λεγόμενο νεο-έντεχνο ελληνικό τραγούδι. Αυτό πάλι φανερώνει πως, κακά τα ψέματα, φτιάχτηκε ήδη μία σχολή ακριβώς ''νεο-έντεχνου τραγουδιού'', με κινητήρια δύναμη τη Μποφίλιου, με την οποία επίσης μπορείς να συμφωνείς ή να διαφωνείς, δεν θα ήταν σωστό και ακριβοδίκαιο όμως να την παρακάμψεις. Πόσο μάλλον όταν η ''Τρίτη έξοδος'' δεν προέκυψε από κάποιο meeting δισκογραφικής, προκειμένου να βγει κάτι στα πρότυπα του ''τι γουστάρει ο κόσμος τον τελευταίο καιρό'' (μην πάμε μακριά, δεν είναι πολλά χρόνια που οι δισκογραφικές έβαζαν τους τραγουδοποιούς του καταλόγου τους να φτιάξουν κομμάτια σαν το ''Θάλασσα μου σκοτεινή'' του Πορτοκάλογλου), αλλά από τη χημεία, τα βιώματα και την κοινή αισθητική τριών νέων καλλιτεχνών. Τους αξίζει ότι καλύτερο στο ξεκίνημα τους! 

Παρασκευή 7 Ιουλίου 2017

Να γιατί ο Σταμάτης Κραουνάκης έχει ωριμάσει υπέροχα!

Μερικά συμπεράσματα από τη χθεσινή συναυλία του Σταμάτη Κραουνάκη και της παρέας του στο Βεάκειο του Πειραιά (σύντομα, στακάτα και χωρίς προλόγους):
- Ο Κραουνάκης έχει ωριμάσει υπέροχα! Είναι από τους λίγους εκείνους καλλιτέχνες που όσο περνούν τα χρόνια ανανεώνεται δημιουργικά. Τον παρακολουθούσα να παίζει πιάνο, να μπλουζάρει με τη φωνή του, να σαρώνει τη σκηνή και σκεφτόμουν πως αυτός είναι ο δικός μας Όσκαρ Μπέντον, Dr. John, Λούτσιο Ντάλα και Όρσον Ουέλς μαζί! Ναι, αυτό είναι, ο Κραουνάκης είναι ο Όρσον Ουέλς του ελληνικού τραγουδιού!
- Το χιούμορ και ο αυτοσαρκασμός, αλλά και η αυτοκριτική του, δεν έχουν προηγούμενο! Ένας ακομπλεξάριστος περφόρμερ που δεν δίστασε να αποκαθηλώσει το ''Μόνο μια φορά'', ένα από τα πιο δημοφιλή τραγούδια του: ''Καθόλου δεν μ' αρέσει αυτό το τραγούδι'' είπε, ''Καθόλου! Όταν το γράφαμε, υπήρχαν λεφτά, πηγαίναμε και σηκώναμε λεφτά με την κάρτα, σήμερα έχει νόημα μόνο αν αλλάξουν οι στίχοι του...'' Και το έκανε! Παρασύροντας τον κόσμο σε μία χιουμοριστική αποδόμηση μάλιστα!
- Όσο περνούν τα χρόνια, επίσης, ο Κραουνάκης υιοθετεί μια παρεμβατική στα κοινά στάση, άλλοτε με το σύνηθες - μέσω ραδιοφώνου - χιούμορ του, άλλοτε με λόγο πύρινο. Όπως έγινε χθες βράδυ. Για να γίνω πιο σαφής δηλαδή δεν έχω πάει σε λαϊκή παράσταση και να ακούσω τον καλλιτέχνη να μιλάει με σθένος υπέρ μιας πολιτικής κρατούμενης και κατά της τηλεόρασης. Αυτά το '85, λόγου χάριν, θα τα άκουγες σε συναυλία των...Panx Romana, όχι του Κραουνάκη. Να γιατί, επαναλαμβάνω, ο Κραουνάκης ωριμάζει όμορφα!
- Η παράσταση ''Όλοι ένα φίλα με'' είναι η έκφραση του απόλυτου μίνιμαλ. Τρία - τέσσερα όργανα και όλα τα τραγούδια του διασκευασμένα αλλιώς, απογυμνωμένα από τη ραδιοφωνική κατάχρηση τριάντα χρόνων. Θα το πω κι αυτό, ενώ είναι ο συνθέτης που τον έχουν τραγουδήσει οι μεγαλύτερες φωνές του ''mainstream'' έντεχνου και λαϊκού τραγουδιού, ο ίδιος ως ερμηνευτής του υλικού του το εμποτίζει σε ένα ''underground'' αίσθημα και το κάνει κάτι άλλο που σε παίρνει και σε σηκώνει. Ίσως μόνο ο Θεοδωράκης και ο Ξαρχάκος το έχουν πετύχει αυτό στο μακρινό παρελθόν - αφήνω εκτός τον Σαββόπουλο που ανέκαθεν ήταν εξαίρετος ερμηνευτής και τον Χατζιδάκι που δεν του άρεσε να τραγουδάει τα κομμάτια του, παρότι οι συλλέκτες μαζεύουν μετά μανίας οτιδήποτε δικό του με τη φωνή του. 
- Προτιμώ αυτή την πιο short version της ομάδας Σπείρα - Σπείρα. Λίγα μόνο σκετς και στον πυρήνα το τραγούδι και μόνον αυτό από τον Κραουνάκη και από τα παιδιά της ομάδας του. Φωνές εξαιρετικές και με χαρακτήρα, στυλ, δυναμική, με χρόνο μοιρασμένο ισότιμα μεταξύ τους και με το ομοούσιο πνεύμα της ομάδας διάχυτο.
- Ο Κραουνάκης γνωρίζει όσο κανένας άλλος το θέατρο! Όποιος μόνο συνομιλήσει μαζί του περί θεατρικής τέχνης, θα το καταλάβει αυτό. Στη συγκεκριμένη παράσταση υπάρχει επίσης έντονο το θεατρικό στοιχείο, όχι όμως απ'τη σκοπιά του ηθοποιού/ σκηνοθέτη - μουσικού, αλλά του μουσικού που έχει ακριβώς μέσα του συγχωνεμένες τις έννοιες αυτές. Αποτέλεσμα εμπειριών θα το χαρακτήριζα.
- Ο Κραουνάκης, τέλος, δεν είναι πλέον ο εκθειαστής της Λαμπέτη, της Μελίνας, της Βουγιουκλάκη. Γκώσαμε από τα είδωλα! Είναι αυτός που μιλάει για όσα πονάνε τη νεοελληνική κοινωνία από ψυχής και όχι με δημαγωγία. Εκεί παύει το χιούμορ, γίνεται καταπέλτης και μοιάζει να αποσυντονίζει ένα κοινό ή, σωστότερα, να το βγάζει από τον αβασάνιστο δρόμο της διασκέδασης του.
- Μπράβο, ρε Κράουν, μπράβο και στα παιδιά σου και στους μουσικούς σου! Ένα μπράβο που το γράφω και το εννοώ 100%!

Δευτέρα 3 Ιουλίου 2017

Ο Πάνος Μουζουράκης σε μία συνέντευξη - ποταμός στο LIFO.gr

Να λοιπόν που δέκα χρόνια ακριβώς μετά την πρώτη μας συνέντευξη για το Δίφωνο,  το οποίο δεν υπάρχει πια, ξανασυναντήθηκα με τον ερμηνευτή, τραγουδοποιό, ηθοποιό, τηλεπερσόνα και performer Πάνο Μουζουράκη! Η δεύτερη συνέντευξη μας πραγματοποιήθηκε για την ηλεκτρονική LIFO λίγες μέρες πριν την πρώτη μεγάλη συναυλία του στην Τεχνόπολη της Αθήνας! 
Το 2007 ο Μουζουράκης ανήκε στη Lyra, λίγο πριν περάσει στα χέρια του Γιαννίκου. Το 2017, όμως, ανήκει στη MINOS και όχι απλά ανήκει, αλλά αποτελεί - βάσει αυτού που παρατήρησα - έναν σταρ για τον κατάλογο της εταιρείας. Αίσθηση μου είναι πως τον Μουζουράκη τον αγαπάνε μεσ' στη MINOS, τον ''τρέχουν'' με χίλια και σε ότι αφορά τη δισκογραφία του, αλλά και την επερχόμενη συναυλία του. 
Τον ευχαριστώ που υπήρξε εξομολογητικός και δέχτηκε πρόθυμα να τον παρασύρω σε μια μεγάλη κουβέντα έξω απ' τα δόντια που περιελάμβανε πολλά και διάφορα: Από τα παιδικά του χρόνια στην Ελβετία, τον επαναπατρισμό στη Θεσσαλονίκη και τη γνωριμία - συνεργασία του με τον Διονύση Σαββόπουλο μέχρι τη δισκογραφία του, τη συμμετοχή του στο τηλεοπτικό ριάλιτι, τα προσωπικά του και το σχέδιο μόνιμης μετανάστευσης του στις ΗΠΑ. Ραντεβού - αν δεν μου προκύψει κάτι άλλο - στην Τεχνόπολη, στις 10 Ιουλίου, στη συναυλία του με πρώτους κοινοποιημένους guests τον Μανώλη Φάμελλο και τη Μαρίζα Ρίζου. Τη συνέντευξη του Πάνου Μουζουράκη μπορείτε να τη διαβάσετε εδώ:
www.lifo.gr/articles/people_articles/151161
* οι photos είναι του Πάρι Ταβιτιάν