Πάνε πολλές μέρες που δεν κοιμάμαι τα βράδυα. Και σαν με πάρει ο ύπνος στις έξι το πρωί, με ξυπνάνε από τις εννιά τα γατιά με τη χορωδία τους που ζητιανεύουν φαγητό. Η θεραπεία φαίνεται να έπιασε κι ύστερα από τόσο φάρμακο που έφαγαν διαλυμένο στην τροφή, τα χλαμύδια ψόφησαν. Το τυφλάκι θέλω να το κρατήσω, τα άλλα ας φύγουν. Καλύτερα, γιατί σε λίγο θα τρώω κι εγώ απ' τις κονσέρβες τους. Με βλέπω ήδη αποστεωμένο, με γενειάδα, ν' ανοίγω τη μπαλκονόπορτα, να βγαίνω στην αυλή στα τέσσερα και να μοιράζομαι μαζί τους πατέ σολομού και τόνου. Η απόλυτη ταύτιση ανθρώπου και ζώου! Βαριέμαι τις κουβέντες με άγνωστα άτομα. Δεν έχουν άλλο θέμα εκτός από τη γνωστή ερώτηση Πως τα βλέπεις τα πράγματα; Τι διάολο, έχω τίποτα πάνω μου και με περνάνε όλοι για οικονομολόγο ή εμπειρογνώμονα; Όπως τα βλέπεις κι εσύ, απαντάω βαριεστημένα σε περιπτεράδες, ταξιτζήδες και μπακάληδες. Τι καλά που άλλαξε ο καιρός. Έφυγε αυτός ο ενοχλητικός ήλιος και πλάκωσε σιγά-σιγά η φθινοπωρινή συννεφιά, έτσι, για να ξέρουμε και ποιοί είμαστε ακριβώς. Μέχρι τις 10 Οκτωβρίου πρέπει νά 'χω οριστικοποιήσει το θέμα του νέου κιν/φικού project. Τάδε έφη η υποψήφια παραγωγός και ο οπερατέρ, ώστε να κλειστεί το συνεργείο. Μην περιμένεις χρήματα, ενημερώθηκα (λες και δεν τό 'ξερα), θα κάνουμε την ταινία και θ' αναζητηθούν εκ των υστέρων κάποιοι πόροι. Κι εγώ απαντάω πως επί της παρούσης δεν με απασχολούν καθόλου τα χρήματα και η όποια εμπορική τύχη του ντοκιμαντέρ, όσο το να κάνω κάτι που από καιρό ήθελα και να ξαναμπώ σε μία κατάσταση δημιουργικότητας. Και τα δύο θέματα είναι πολύ δυνατά, πιστεύω, ενώ μέχρι σήμερα δεν έχουν απασχολήσει άλλους ντοκιμαντερίστες. Πρόκειται για δύο περσόνες, καθοριστικές στην εξέλιξη της εγχώριας underground κουλτούρας, και για το λόγο αυτό σκέφτομαι να συνεργαστώ με τον filtig στο Βερολίνο. Να του ζητήσω να φτιάξει ένα σχετικό πειραματικό βίντεο, το οποίο θα ενταχθεί μεσ' στο ντοκιμαντέρ. Ας κατασταλάξω πρώτα και βλέπουμε. Μετά θά 'ρθουν το σεναριακό σχεδίασμα, το γκρουπάρισμα των σκηνών, τα γυρίσματα και όλα αυτά τα ωραία που ισοδυναμούν με παρατεταμένα φιλιά της ζωής ύστερα από ναυάγιο. Αστεία - αστεία, το μόνο δημιουργικό πράγμα που έχω αυτή τη στιγμή είναι η ένταξη μου στο fagazine του Τσιτιρίδη. Μέχρι τις τέσσερις το πρωί μού βγήκανε τα μάτια να σημειώνω συντακτικά ή ορθογραφικά λάθη (δυο-τρία επισήμανα μόνο) από την pdf μορφή του πρώτου τεύχους. Τι ειν' αυτό, ρε, με κώλους θα βγούμε στην αγορά; ρώτησα τον διευθυντή σαν είδα το εξώφυλλο. Κι αυτός γέλασε, υπενθυμίζοντας μου πού μου έλαχε να γράφω στο εξής. Καλά είπε ο άνθρωπος, άλλωστε fagazine λέγεται το έντυπο, δηλαδή πουστροπεριοδικό, τι ήθελα νά 'χει cover, ελβετικά ρολόγια ή ζυγούρια; Πάντως, εμένα η στήλη μου μού αρέσει πολύ στο fagazine και νιώθω σα να γράφω σε ένα πολύ πιο απελευθερωμένο δίφωνο. Το δίφωνο του κώλου, σα να λέμε! Ναι, ενώ το άλλο πού 'χε γίνει δίφωνο-αρχίδια, είδαμε τα χαμπέρια του! Και όσο σκέφτομαι ότι τσακώθηκα με αγαπημένους φίλους πάνω στο παραλήρημα στήριξης του περιοδικού, που θα έκλεινε υποτίθεται, διαολίζομαι! Δε βαριέσαι, αφενός χάθηκα με φίλους αγαπημένους, αφετέρου γλίτωσα κι από άλλους, ολότελα βαρετούς και πρηζαρχίδηδες. Διότι, εδώ και λίγους μήνες, ακόμη και τον καφέ μου δεν τον χαραμίζω σε συμβατικές συναναστροφές. Ή τουλάχιστον το προσπαθώ. Γίνομαι καλύτερος μ' αυτό τον τρόπο, ενδεχομένως πιο σκληρός, αλλά σίγουρα καλύτερος. Γιατί υπήρξα και κακός άνθρωπος, το ομολογώ: Πριν πολλά χρόνια ήταν ένα κορίτσι, η Ν., πού 'χα καταλάβει ότι ήταν τσιμπημένη μαζί μου. Η Ν. όμως είχε αμάξι κι εγώ πάλι ήμουν μονίμως άφραγκος. Την είχα κάνει την καημένη ταξιτζού. Να είσαι έξω απ' το σπίτι μου στις τρεις ακριβώς, της έλεγα! Μα, δε μπορώ στις τρεις έχω να πάω εκεί κλπ., απαντούσε. Δεν ακούω τίποτα, στις τρεις! επέμενα και της έκλεινα το τηλέφωνο. Και, όντως, στις τρεις ακριβώς η Ν. ήταν έξω απ' το σπίτι μου και πάταγε την κόρνα. Τι να κάνει σήμερα αυτό το κορίτσι; Παντρεύθηκε, έχει παιδιά; Ποιος να ξέρει...Άχου και δε με νοιάζει. Για να μη λέω όμως τα στραβά μου μόνο, οι πραγματικοί φίλοι γνωρίζουν πόσο έχουν οφεληθεί από μένα κι αν το ξεχνάνε, κακό του κεφαλιού τους. Την αχαριστία, την αγνωμοσύνη και τη μιτζιριά δεν τα συγχωράω με τίποτα κι είναι τρεις σοβαροί λόγοι για να κάνω κάποιον cut οριστικά και αμετάκλητα. Και εξυπακούεται πώς, εμένα, άνθρωπο που με έχει βοηθήσει έστω και στο ελάχιστο, σε κάθε τομέα της ζωής μου, τον έχω και θα τον έχω κορώνα μου, όχι μαλακίες και λόγια του αέρος. Γι' αυτό και πλέον πιστεύω μόνο στους περιθωριακούς ανθρώπους, τάση που ολοένα γιγαντώνεται εντός μου. Τι είναι περιθώριο; Η μοναξιά, το ψυχικό άλγος, τα κουτιά με τα αντικαταθλιπτικά, οι θάλαμοι των νοσοκομείων, η ειλικρίνεια τελικά και η κατάργηση του ψεύδους και της σοβαροφάνειας. Πως τό 'χε γράψει κάποτε ο Μάνος Χατζιδάκις; Να περιφρονείς τις συνήθειες των πολλών και την ηθική των συγγενών. Κι ας παραμένεις απλά ένας πιστός. Τουλάχιστον έχεις κάτι από το φλογερό βλέμμα του Ιωβήλ, τον αυγουστιάτικο θάνατο του Παβέζε και την εγκαρτέρηση για μία Κονστάνς.
* στο βίντεο, οι 17 Hippies αποδίδουν το Gsillagok, παραδοσιακό βαλκανικό τραγούδι.