Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2022

Home time - Night falls (μας φάγανε οι αγγλικούρες)

Ξέχασα τον φορτιστή του κινητού στο γραφείο και για να μη μείνω από μπαταρία μέχρι αύριο το πρωί που θα πάω στον Γερμανό ν' αγοράσω ένα δεύτερο φορτιστή (τον έχω ανάγκη ούτως ή άλλως, καθώς βαριέμαι τα βάλε - βγάλε απ' τις πρίζες των δωματίων του σπιτιού), πήρα το laptop στο υπνοδωμάτιο και γυρνάω τώρα στο διαδίκτυο, πράγμα που σημαίνει πως δεν θα κοιμηθώ στ' άλλο δωμάτιο, με την τηλεόραση on και το YouTube να παίζει classic rock ballads, διότι είμαι πτώμα απ' την αϋπνία και σκοπεύω να σαπίσω στον ύπνο, δεδομένου και του ότι ξενύχτησα χθες να βλέπω τις φρικαλεότητες του Dahmer στο Netflix, αλλά τουλάχιστον μου έδωσε αφορμή για να γράψω κι ένα άρθρο στο olafaq που δημοσιεύθηκε το πρωί μαζί με τη συνέντευξη που μου έδωσε η Τατιάνα Ζωγράφου για το Docville του Documento και που αυτή δημοσιεύθηκε το απόγευμα στο site της εφημερίδας. Εδώ διαβάζετε και τα δύο κομμάτια: 

https://olafaq.gr/culture/tv/dahmer-h-kathilotiki-seira-gia-ton-kanivalo-toy-milgoyoki

https://www.documentonews.gr/article/tatiana-zografoy-otan-arxizei-i-mayrila-sta-sxoleia-erxetai-kai-to-telos-tis-dimokratias

Αύριο Τρίτη, νά'μαστε καλά, έχω κλεισμένη συνέντευξη για το κυριακάτικο Documento, ενώ την Τετάρτη ο Λάλας θέλει να κάνουμε μαζί δύο συνεντεύξεις με δύο αντίστοιχες σημαντικές ξένες προσωπικότητες που βρίσκονται στην Αθήνα. «Δεν τους κάνεις μόνος σου καλύτερα;» τον ρώτησα και το εννοούσα, αλλά αυτός μου απάντησε με τη γενναιοδωρία του και με τη μόνιμα ιλαρή του διάθεση: «Πρώτον, θέλω να καθιερωθείς στις συνεντεύξεις με ξένους κι έπειτα εγώ μεγάλωσα πια, δεν έχω την παλιά όρεξη». Μού'ρθε να του πω ότι λέει χαζομάρες, διότι η σημερινή μέρα μου ξεκίνησε με μία έξοχη συνέντευξη που του έδωσε η Χάρις Αλεξίου, την οποία διάβαζα και δεν ήθελα να τελειώσει. Θα τη διαβάσετε κι εσείς στο επερχόμενο έβδομο τεύχος του FAQ mag. Το ένα πρόσωπο που θα δούμε την Τετάρτη, πάντως, έχοντας μαζί μας μεταφραστή και φωτογράφο, δεν προέρχεται από τον καλλιτεχνικό χώρο και βραβεύτηκε πρόσφατα με το ύπατο διεθνές βραβείο στον τομέα του. Μάλλον αυτός ήταν και ο λόγος που είπα του Θανάση να την κάνει μόνος του τη συνέντευξη, διότι εγώ δεν τον «έχω» τον τύπο και όχι ότι δεν θα έκανα καλή συζήτηση μαζί του, απλά πρέπει αύριο, πριν αναχωρήσω για την άλλη συνέντευξη, να κάτσω και να τον μελετήσω. 

Για την ώρα, κούραση, ένα ζεστό τσάι που μου έφερε από την Αίγυπτο ο καλός φίλος στιχουργός Χ. Γ. Παπαδόπουλος, τσιγάρα, τσάρκα στο internet και οι γάτες που σε λίγο θα έρθουν να πάρουν τις θέσεις τους δίπλα μου. 

Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2022

Η ονειρική επίσκεψη της «θείας» Χρυσούλας

 

Έβλεπα χθες βράδυ τα «Νούμερα» του Φοίβου Δεληβοριά στην ΕΡΤ και στην ένθετη ομιλία του Μητσοτάκη από το Κογκρέσο, σηκώθηκα, πετάχτηκα έξω και πήρα έναν καφέ διπλό, ζεστό, αμερικάνο. Ήπια τον μισό, καθώς μετά τη συνέντευξη της Φόνσου, αποκοιμήθηκα. Ο Ζέπος έκανε το ίδιο στον λαιμό μου και η Φλέρυ στα πόδια μου, έτσι που τους αρέσει να χώνονται μες το κουβερτάκι που έβγαλα απ' τη ντουλάπα. Είδα ένα μάλλον δραματικό όνειρο...Βρισκόμουν ξαφνικά στο Βόλο, στο σπίτι της «θείας» Χρυσούλας και, συγκεκριμένα, στο δωμάτιο που είχε μια μικρή ασπρόμαυρη τηλεόραση - μπαουλάκι, στην οποία, όποτε πηγαίναμε οικογενειακώς κάθε Πάσχα, βλέπαμε τον «Ιησού από τη Ναζαρέτ» του Τζεφιρέλι (δεκαετία του 1980) ή κάνα b-movie τρόμου (δεν θα ξεχάσω που ένα βράδυ είχε αναγγελθεί το «Mark of the Vampire» με τον Μπέλα Λουγκόζι και τελικά προβλήθηκε το «The Vampire» του Πολ Λάντρες). Ξανάδα πάνω στα φτωχικά επιπλάκια της Χρυσούλας παλιές φωτογραφίες της, από τη δεκαετία του 1960, με εκείνην νέα σε διακοπές με τον μακαρίτη σύζυγο της στη Βουλγαρία. Έξω άκουγα τον πατέρα μου να γελάει δυνατά, καθώς προετοίμαζαν το ψήσιμο του αρνιού. Η μάνα μου δεν υπήρχε πουθενά, αφού κι εκείνη έξω θα ήταν. Είδα, όμως, το ντιβάνι που μας κοίμιζε μικρά σαν ήμασταν και μας έπαιζε ως καλή μάνα που ήταν. Σε κάποια φάση μπήκε η Χρυσούλα στο δωμάτιο και μου είπε: «Τι κοιτάς; Κανείς δεν μένει πια εδώ». Ξαφνιάστηκα, γιατί δεν ήταν κουβέντα αυτή να την πει σ' ένα μικρό παιδί όπως ήμουν εγώ στ' όνειρο. Έπειτα μου χαμογέλασε. Ξαφνικά το δωμάτιο όλο άλλαξε. Σκοτείνιασε και στο ντιβάνι που μας κοίμιζε η μάνα μου, υπήρχε ένα άγνωστο αντρόγυνο με τα μικρά παιδιά τους, στριμωγμένοι. Εγώ δεν ήμουν πια παιδί, αλλά τωρινός παρατηρητής της νέας κατάστασης. Με έπιασε μια απερίγραπτη θλίψη. Βγήκα έξω και δεν βρήκα κανέναν, ούτε τους δικούς μου, ούτε τη Χρυσούλα. Μια απέραντη ερημιά. Με ξύπνησαν τα γατιά για φαΐ τη συνηθισμένη ώρα, στις 7.30 το πρωί. Ήταν απ' τις λίγες φορές που δεν με εκνεύρισαν, αφού μ' έβγαλαν απ' αυτό το δυσάρεστο όνειρο. Σηκώθηκα μηχανικά, σαν ρομπότ, τους έβαλα κονσέρβα και ξανάπεσα μες την κουβέρτα. Ήπια μερικές γουλιές απ' τον καφέ που είχε απομείνει και βρισκόταν δίπλα μου. Θυμήθηκα τη Χρυσούλα, πεθαμένη εδώ και 20 χρόνια περίπου. Ήταν λίγο μεγαλύτερη απ' τη μάνα μου, με την οποία κάνανε παρέα από τα πολύ νιάτα τους. Είχε το σουλούπι της μάνας μου, κοντούλα, αφρατούλα, με δύο κόκκινα πεταχτά μάγουλα. Καλός άνθρωπος ήτανε, σοβαρή, μα ποτέ αυστηρή, φιλόξενη και με μία μάλλον δύσκολη ζωή. Είχε τηλεφωνήσει στο σπίτι μας στο σταθερό, τότε που δεν υπήρχαν κινητά, ενόσω βρισκόταν στο νοσοκομείο της Λάρισας με περικαρδίτιδα. Δυο λόγια είπε μόνο στη μάνα μου: «Ντίνα μου, σ' αγαπώ, σ' αγαπώ» και την ίδια κιόλας μέρα έπεσε σε βύθιση, όπως μάθαμε, και πέθανε. Τι σου κάνει ο εγκέφαλος, τι σου κάνει η μνήμη και το ζεστό αίμα που ρέει στις φλέβες σου και δημιουργεί τα πιο ασυνάρτητα όνειρα. Λατρεύω τη μνήμη. Θα ήθελα να πάω 100 χρονών, άμα δεν τα'χω τινάξει νωρίτερα, και να θυμάμαι, μονίμως να θυμάμαι, πρόσωπα και γεγονότα, τόπους και σπίτια, καταστάσεις, ακόμη και λόγια, από ολόκληρες συζητήσεις μέχρι ασήμαντες κουβέντες.