Έχετε δώσει πολλές συνεντεύξεις τελευταία, έτσι δεν είναι;
Έχω δώσει, ναι, όχι κάτι τρομερό, αλλά μίλησα δυο φορές και
στην τηλεόραση, κάτι που είναι πρωτόγνωρο για μένα και, όπως είπα, δεν είναι
και το πιο αγαπημένο μου πράγμα.
Δεν σας αρέσει η υπερβολική έκθεση;
Κάπως με αγχώνει το να είμαι μπροστά σε μια κάμερα και να
μιλάω, είμαι του γραπτού πιο πολύ…
Άρα ήρθε απότομα στη ζωή σας η έκθεση αυτή;
Σίγουρα. Είμαι 27 χρονών στα 28 και τον τελευταίο ενάμισι
χρόνο ασχολούμαι επαγγελματικά μ’ αυτό. Πάντα υπήρχε η μουσική στη ζωή μου,
αλλά δεν την είδα ποτέ ως μέσο βιοπορισμού. Τώρα που υπάρχει μία παραπάνω
προβολή, ξέρω ότι είναι άμεσο επακόλουθο του τι ακριβώς κάνεις και ειδικά αν
φέρεις και κάποιο όνομα όπως εγώ του πατέρα μου. Ο άλλος, έστω για αρχή, θα σε
ψάξει μόνο και μόνο γι’ αυτό. Το ήξερα ότι θα συνέβαινε.
Αυτή η παραπάνω προβολή που λέτε προκλήθηκε από τη συμμετοχή
σας στη συναυλία του Γιώργου Νταλάρα με τα ρεμπέτικα.
Σ’ ένα γενικό πλαίσιο το ρεμπέτικο δεν ανήκει στο ρεπερτόριο
που ακούω και τραγουδάω. Ωστόσο μου ταιριάζει λίγο σαν αισθητική, αν και
πιστεύω πως η αναπαραγωγή διαφόρων ειδών σε μεγάλο βαθμό αρχίζει να
κουράζει. Κάποια στιγμή έβλεπα ότι έχει
γίνει πολύ της μόδας κι ήθελα να κάνω κάτι άλλο. Μου αρέσει προφανώς το
ρεμπέτικο, όχι όμως η κουλτούρα του, αφού ο τρόπος ζωής των ρεμπετών δεν με
ενθουσιάζει ιδιαίτερα.
Τι σας απωθεί απ’ τον τρόπο ζωής των ρεμπετών;
Υπάρχουν τραγούδια που μιλάνε για ναρκωτικές ουσίες και δεν
συνάδουν σε καμία περίπτωση με τον δικό μου τρόπο ζωής. Μιλάνε για φυλακές, για
τεκέδες, για λούμπεν καταστάσεις, για πράγματα που εγώ δεν μπορώ να υποστηρίξω.
Έντιμο ακούγεται όπως το λέτε.
Θέλω να πω ότι αντιθέτως μπορώ να υποστηρίξω άλλα τραγούδια
του ρεμπέτικου πιο χαλαρά, πιο ερωτικά π.χ.
Πότε συνειδητοποιήσατε την έφεση στη μουσική; Ξεκινήσατε
παιδούλα να μελοποιείτε στίχους, όπως διάβασα.
Την έφεση μου την κατάλαβα από παιδούλα, διότι και να μην
θες, άμα έχεις μεγαλώσει μέσα σε μουσική οικογένεια, λες «ΟΚ, ας το δοκιμάσω».
Ξεκίνησα να παίζω πιάνο χωρίς να έχω τους κατάλληλους δασκάλους και χωρίς ποτέ
να θέλω να γίνω βιρτουόζος του πιάνου. Ήθελα να κάνω απλά τη φάση μου.
Ήταν υποστηρικτικός ο μπαμπάς Πάνος Κατσιμίχας;
Βασικά μέσα από συζητήσεις με τους γονείς μου αποφάσισα να
μάθω ένα όργανο και αυτό ήταν το πιάνο. Στα οχτώ μου πρέπει να ήμουν. Ο πατέρας
μου δεν ήταν θετικός στο ν’ ακολουθήσω το επάγγελμα του, γιατί είναι ένας
δύσκολος και ανταγωνιστικός χώρος. Υπήρχε ο φόβος, μου έλεγε «Κάνε και κάτι
άλλο, πάρε ένα πτυχίο». Έκανα τελικά κάτι άλλο, σπούδασα νηπιαγωγός και αυτή τη
στιγμή δουλεύω με παιδάκια σε κατασκηνώσεις, αλλά όχι σε σχολείο. Χρήσιμο ήταν,
ωραία ασχολία είναι ούτως ή άλλως και δεν το μετάνιωσα καθόλου. Χρήσιμη ήταν κι
η συμβουλή του πατέρα μου να πάρω αυτό το πτυχίο.
Έχετε σκεφτεί ποτέ το εξής: Αν στο δρόμο του πατέρα σας και
του θείου σας βρέθηκαν κάποτε ένας Μανώλης Ρασούλης και ένας Μάνος Χατζιδάκις,
σήμερα τι αντίστοιχο υπάρχει για τους νέους καλλιτέχνες;
Δεν νομίζω ότι αυτοί οι άνθρωποι που αναφέρατε θα «βγουν»
ξανά. Αν μιλάμε για τον Χατζιδάκι ειδικά, προχθές άκουγα ένα δίσκο του και
έλεγα πως αυτός ο άνθρωπος ήρθε απ’ άλλο πλανήτη.
Ποιο ακριβώς δίσκο του ακούγατε;
Το «Χαμόγελο της Τζοκόντας», που είχα πολύ καιρό να το
ακούσω και σκεφτόμουν για τον Χατζιδάκι αυτό που σας είπα. Μπορεί, λοιπόν, να
μη γίνεται να ξαναβγούν τέτοιοι άνθρωποι, αλλά μπορούν να βγουν καλλιτέχνες, οι
οποίοι θα είναι καλοί, πολύ καλοί, δυστυχώς όμως θα χαθούν μέσα στην
υπερκατανάλωση και την υπερπληροφόρηση. Αυτό είναι το πρόβλημα, ένα καλό να
χάνεται μέσα στα πολλά κακά που υπάρχουν. Παλιά αν ήσουν καλός, έπρεπε να το
αποδείξεις με πολλούς τρόπους ώστε να εδραιωθεί η θέση σου. Τώρα ο καθένας μπορεί
να γίνει γνωστός μέσω διαδικτύου και χωρίς να’ ναι απαραίτητα καλός. Έχω στο
μυαλό μου παραδείγματα πολλών μουσικών, που είναι πολύ καλοί και δεν έχουν την
αναγνωρισιμότητα, που θα έπρεπε να έχουν.
Οι μελοποιήσεις πως προέκυψαν;
Από παιδάκι έφτιαχνα χαζομελωδιούλες στο πιάνο και έβρισκα
ποιήματα διάφορα. Ο θείος μου ο Χάρης, θυμάμαι, μου είχε δώσει ένα κατάλογο με
ποιήματα, που ακόμη τα έχω και, μάλιστα, μελοποίησα κάνα δύο. Οι τελευταίες
μελοποιήσεις είναι σίγουρα πιο ώριμες απ’ όταν ήμουν δέκα ετών.
Πείτε μου ποιοι ποιητές ήταν στη λίστα του Χάρη Κατσιμίχα.
Ο Ουράνης, ο Σκιαδάς, ο Αναγνωστάκης και άλλοι. Ήταν ποιήματα
κοντά στην παιδική μου τότε ηλικία, αλλά μετά άρχισα να ψάχνομαι περισσότερο
μόνη μου και να ψιλογράφω κιόλας. Επειδή, όμως, όπως έχω ξαναπεί, δεν το’χω
ιδιαίτερα με τον ελληνικό στίχο, πιστεύω ότι πρέπει να υπάρχει μία ωριμότητα
ώστε να καταλαβαίνεις τι είναι αφελές και τι όχι απ’ αυτό που θα γράψεις εσύ.
Εγώ έτυχε να έχω διαβάσει πολλή λογοτεχνία και να γράφω από μικρή, οπότε κάπως
έχω – νομίζω – ένα δομημένο λόγο, θεωρώντας ότι και πάλι είναι πολύ δύσκολη
υπόθεση το να γράψεις στίχους. Θαυμάζω τους ανθρώπους που γράφουν καλούς
στίχους, το θεωρώ μεγάλη τέχνη.
Όπως τη Λίνα Νικολακοπούλου.
Ναι, αν και μένα ο αγαπημένος μου είναι ο Λευτέρης
Παπαδόπουλος, που δεν είναι καν στιχουργός, αλλά ποιητής. Μου αρέσουν κι οι πιο
νέοι στιχουργοί, αυτόν όμως τον ξεχωρίζω!
Πως κι εσείς, ένα νέο κορίτσι, ξεχωρίζετε τον Λευτέρη
Παπαδόπουλο, έναν σημαντικότατο στιχουργό, αλλά τελείως διαφορετικής γενιάς;
Αυτά είναι ακούσματα απ’ το σπίτι κυρίως. Η μαμά μου, που
γράφει κι εκείνη, τον αγαπάει πολύ τον Παπαδόπουλο. Επίσης, επειδή μέναμε σε
διαφορετικά σπίτια με τον πατέρα μου, θεωρώ ότι έχω επιρροές και από τη μητέρα
μου. Έπαιζε πολύ στο σπίτι που μεγάλωσα η λαϊκή – έντεχνη μουσική κι έτσι κάπως
έφτασα στα 15 – 16 μου να γράφω αγγλικούς στίχους. Προφανώς, όμως, για να είναι
σωστοί οι αγγλικοί στίχοι, πρέπει και τα αγγλικά να είναι η μητρική σου γλώσσα,
άρα χρειάστηκε να πάρω συμβουλές από έναν άνθρωπο με τέτοιες γνώσεις, τον Τόλη
Φασόη. Με βοήθησε να κάνω πιο δόκιμους τους στίχους μου, αφού, ακόμη και
αγγλικά να ξέρεις, ο λόγος πρέπει να γίνεται στίχος. Να πω ότι δεν ξέρω τόσο
πολύ τη μουσική, δεν είμαι συνθέτρια και προφανώς ασκώ μία τραγουδοποιία. Πλέον
πειραματίζομαι με ελληνικό στίχο, αρκετά δειλά, θέλοντας κάποια στιγμή να γράψω
τραγούδια σε δικούς μου στίχους και μουσική.
Σας βγαίνουν ρίμες στον στίχο ή γράφετε πιο πεζογραφικά;
Όχι απαραίτητα, μπορεί όντως να βγει κάτι πιο πεζογραφικό,
αλλά που θα’χει λυρισμό και μελωδικότητα. Και ρίμες, βέβαια, προκύπτουν κάποιες
φορές.
Ποιοι είναι οι καλλιτέχνες, με τους οποίους νιώθετε
«συγγένεια»;
Η παντοτινή μου αγάπη είναι η Χάρις Αλεξίου. Και φωνητικά,
και εκφραστικά, και σκηνικά, όλο της το πακέτο δηλαδή. Απ’ την άποψη του
συναισθήματος, δεν έχω πιο ψηλά κάποιο άλλο άτομο. Προτιμώ, λοιπόν, τώρα που
τραγουδάω κι εγώ, να μιλήσω για κάποιον ερμηνευτή, όχι για συνθέτες και
στιχουργούς. Σ’ αυτή τη φάση ερμηνεύω πράγματα άλλων – ελάχιστα δικά μου έχω
κάνει. Φτιάχνω κομμάτια που δεν ξέρω αν θα’ναι σ’ ένα δικό μου άλμπουμ ή σε
συνεργασία με έναν άλλο συνάδελφο. Πάντως, τελευταία υπάρχει έμπνευση.
Η οποία έμπνευση μήπως τονώθηκε απ’ όλο αυτό το ενδιαφέρον
γύρω από το άτομο σας;
Σίγουρα! Άμα ξαφνικά αρχίζει ν’ ακούγεται τ’ όνομα σου,
έχεις κι απαιτήσεις απ’ τους άλλους. Και σε μένα δεν είναι το ότι τραγουδάω
σπίτι μου ή ανεβάζω βιντεάκια στο Instagram. Έτυχε να παίξω μ’ έναν
συγκεκριμένο άνθρωπο, τον Γιώργο Νταλάρα, που πήγαμε και στη Φραγκφούρτη και,
λογικά, το συγκεκριμένο project θα συνεχιστεί.
Έγινε κάπως σαν θείος σας ο Νταλάρας;
Μα, έτσι δεν τον λένε κιόλας; Είναι πατρική φιγούρα ο
Νταλάρας και για μένα ένα μεγάλο κίνητρο, όμως πέρα απ’ αυτό, έκανα κι ένα
δίσκο με τον Βασίλη Προδρόμου και τον Αλέξανδρο Γουργουλιό με μελοποιημένη
ποίηση. Από Σεπτέμβρη θα ξεκινήσω πάλι μαθήματα φωνητικής, αφού έχω ένα
«ταβάνι» και θα ήθελα να ξεπεραστεί, ν’ ανέβει ο πήχης. Τώρα, εκτός από την
Αλεξίου, λατρεύω τη Τζένη Βάνου, πεθαίνω, τη Μοσχολιού, την Τσαλιγοπούλου, την
Τσανακλίδου, πολλές γυναίκες ερμηνεύτριες. Καλώς ή κακώς έπρεπε να εντρυφήσω στο
λαϊκό έντεχνο τραγούδι, υπηρετώντας το αυτή τη στιγμή.
Πως κρίνετε τον κόσμο στα social media απ’ την άποψη μιας
καθημερινότητας με σημαντικούς καλλιτέχνες;
Είναι καλό, είναι και κακό! Μπορεί να γίνει οριακά
παρενοχλητικό, γενικολογώντας τώρα. Ακόμη και για μένα υπήρξαν σχόλια, που δεν
είχαν σχέση με τη μουσική ή την τέχνη που κάνω. Απ’ την άλλη, άνθρωποι σου λένε
ένα καλό λόγο, σου δίνουν ένα feedback, όχι απαραιτήτως από το κοινό σου, αλλά
κάποιοι που δεν θα’χες την ευκαιρία να συνομιλήσεις μαζί τους.
Πάντως, ο Πάνος και ο Χάρης Κατσιμίχας απέχουν από τα social
media…
Ο πατέρας μου έχει μια ιστοσελίδα και προωθεί αυτά που
κάνει, αλλά μέχρι εκεί. Το έχω ξαναπεί, κάπως τον είχε κουράσει όλο αυτό, αλλά
είναι και 70 ετών πια, οπότε δεν είναι και τόσο εξοικειωμένος με τη χρήση του
διαδικτύου.
Πήγαν 70 τα Κατσιμιχάκια; Σχεδόν απίστευτο!
Ναι, η αλήθεια είναι πως δεν πάει ο νους σου εύκολα, ίσως
γιατί είναι και πολύ διαχρονικά αυτά που έχουν γράψει. Πας βάσει του
ακούσματος, όχι την ηλικία του ανθρώπου πίσω απ’ το άκουσμα.
Πως κρίνετε την πολιτική ορθότητα των καιρών μας; Θα υπήρχε πρόβλημα σήμερα αν γραφόταν ο στίχος «Και μια αδερφή με πάθος τον κοιτάζει», όπως στο τραγούδι «Μάρκος και Άννα»;
Όλα είναι σημεία των καιρών. Ο κόσμος εξελίσσεται, η
κοινωνία προχωράει, κάτι που μπορεί παλιά να ήταν αποδεκτό, σήμερα δεν είναι,
γιατί έχουν αρχίσει να υπάρχουν κοινωνικές εξελίξεις. Στο κομμάτι της LCBTIQ κοινότητας
έχουν γίνει αγώνες χρόνων, οπότε εγώ θα έλεγα ότι ακολουθώ την πολιτική
ορθότητα, όχι για να μη φάω ban, να μην με αποκλείσουν, αλλά κι επειδή ηλικιακά
είμαι μέσα σ’ αυτό το πράγμα και το ζω. Δεν μπορώ να κρίνω τη μη ορθότητα του
παρελθόντος, όμως δεν μπορώ και να καταπιέζομαι σε μία παρέα, που ξέρουν τι
άνθρωπος είμαι. Πρέπει να ξέρουμε πως λέμε κάτι, πότε το λέμε και σε τι
πλαίσια.
Έχει μπει, επομένως, ένα χαλινάρι στον δημόσιο λόγο.
Μπορεί να είναι και για καλό, αφού υπάρχουν περιπτώσεις
ανθρώπων, οι οποίοι θα καταχραστούν την υπάρχουσα ελευθερία του λόγου και θα
λένε ακρότητες.
Είστε ήρεμος άνθρωπος;
Εξαρτάται πως ορίζουμε την ηρεμία. Ήμουν πάρα πολύ οξύθυμος
άνθρωπος, αλλά το έχω περιορίσει τελευταία με διάφορους τρόπους. Εξακολουθώ να
λέω ότι πιστεύω και δεν πα’ να χαλάσει ο κόσμος, αλλά μ’ έναν άλλο τρόπο πλέον.
Είμαι στην προσπάθεια ακόμη για να βρω την εσωτερική μου γαλήνη.
Τι θα σας έκανε να αγγίξετε το πικ της προσωπικής χαράς σας;
Οι άνθρωποι και οι καταστάσεις που ζω μαζί τους. Έπειτα
είναι και αυτό που κάνω, η τέχνη, που επίσης μπορεί να μου δώσει μεγάλη
πληρότητα και χαρά. Στο τέλος όμως οι ανθρώπινες σχέσεις μένουν και απ’ αυτές
αντλείς το μεγαλύτερο συναίσθημα. Αντίθετα, θα με καταβύθιζαν ψυχικά διάφορα
προσωπικά θέματα, τα οποία αντιμετωπίζω με ψυχοθεραπεία για την ώρα. Το άγχος
μου και η διαχείριση του μού δημιουργούσε έντονη θλίψη, αλλά το παλεύω.
Το άγχος, βέβαια, είναι και πηγή δημιουργικότητας.
Πάρα πολύ, αλλά εγώ δεν ήμουν παραγωγική σε διάφορους τομείς
της ζωής μου. Και μόνο το πρόγραμμα της καθημερινότητας με άγχωνε και ένα απλό
πράγμα που είχα να κάνω, το σκεφτόμουν όλη μέρα. Τώρα κάνω εκατό πράγματα και
είμαι cool.
Βάζετε σε τάξη τις επιθυμίες σας; Δηλαδή, είστε 27, να
ξέρετε από τώρα τι θα κάνετε στα 37, σε μια δεκαετία.
Δεν κάνω μακρινά σχέδια. Το έκανα όταν ήμουν 20, αλλά όχι
πια που πάω στα 30. Έχω ένα όραμα του τι θέλω να κάνω χωρίς να είναι αγχωτικό.
Θα δούμε πως θα τα φέρει η ζωή…
Ποια είναι τα αγαπημένα σας τρία – τέσσερα τραγούδια; Ελληνικά και ξένα.
Δύσκολη ερώτηση… Από ελληνικά, έχω πολλά. Τον «Αρχηγό» του
Λοΐζου, την «Κίτρινη πόλη» με Αλεξίου, «Όμορφη πόλη» του Θεοδωράκη, «Δρόμοι
παλιοί» πάλι του Θεοδωράκη, ενώ τελευταία ανακάλυψα πολλά τραγούδια – διαμάντια
του Σταύρου Ξαρχάκου. Από ξένα, ακούω πολλά διαφορετικά είδη. Έχω και κάποια «guilty
pleasures», σαν τους Scorpions, που τους κράζουν όλοι. Γενικά δεν έχω ψαχτεί,
ακούω Pink Floyd, αλλά και πολλά instrumental.
Καλλιτέχνες σαν τον Λέοναρντ Κοέν κρατούσαν το τραγούδι μέσα
στα χείλη τους, αλλά παραδόξως το περνούσαν στον κόσμο. Είστε υπέρ της
εξωστρέφειας την ώρα της ερμηνείας;
Δεν είμαι καθόλου φαν της εξωστρέφειας, αλλά δεν μ’ ενοχλεί
όταν το κάνουν οι άλλοι. Ακούω να μου λένε ότι είμαι «μαγκωμένη» όσο τραγουδάω,
μα εγώ δεν το κάνω επειδή δεν είμαι «εκεί» ή μπορεί να βαριέμαι. Το ζω πολύ
εσωτερικά όλο αυτό και δεν μπορώ να δίνω «σόου» στον κόσμο.
Παρόλα αυτά τα πρότυπα σας, η Αλεξίου, αλλά και η
Τσαλιγοπούλου, που ανάφερες, είναι τρομερά εξωστρεφείς ερμηνεύτριες.
Δεν μιλάω για την εξωστρέφεια της έκφρασης, αλλά για το πολύ
θεατράλε, που δεν το’χω. Είναι όμορφο να εξωτερικεύεις αυτό που νιώθεις πάνω
στη σκηνή με οποιονδήποτε τρόπο. Είμαστε ελεύθερες νομίζω να κάνουμε αυτό που
θέλουμε, αρκεί να μπορούμε να το υποστηρίξουμε. Αν είμαι λαϊκή, ποπ ή έντεχνη,
δεν ξέρω, γιατί τα’χω κάνει και τα τρία. Δεν χρειάζεται να αποδεχόμαστε
ταμπέλες.
Μεγαλώνοντας, ψάξατε περαιτέρω την ιστορία του πατέρα σας;
Από τους Αγάπανθος μέχρι τα «Ζεστά ποτά» κλπ.;
Έχω ακούσει πολλές ιστορίες, έχουμε κάτσει επί πολλές ώρες
κι έχουμε μιλήσει για το πώς ξεκίνησαν μέσα σ’ όλο αυτό. Τα ξέρω εκ των έσω
λίγο – πολύ.
Πως διαχειρίζεστε το πέρασμα του χρόνου;
Μέχρι πρότινος, τον άφηνα να κυλάει και απλά ακολουθούσα που
με πήγαινε η ζωή. Τον ένιωθα περιορισμένο. Την κολλητή μου, να φανταστείτε, την
είδα μετά από τρεις εβδομάδες, εφόσον έτρεχα με πολλά και διάφορα. Μένω και
βόρεια προάστια, αλλά ετοιμάζομαι να κατέβω στο κέντρο. Γενικά είναι πιθανό να
κινδυνεύσω απ’ την έλλειψη χρόνου λόγω της δουλειάς.
Όταν ένας άνθρωπος βγαίνει και λέει διάφορες ανοησίες, από
ρατσιστικές μέχρι οτιδήποτε άλλο, δεν μπορώ να τον ακολουθήσω καλλιτεχνικά.
Είμαι πάρα πολύ κατά, ας πούμε, του να προσφέρεις οτιδήποτε πολιτιστικό αυτή τη
στιγμή στο Ισραήλ. Σε μία εμπόλεμη ζώνη δηλαδή, που δεν είναι καν πόλεμος
μεταξύ μαχόμενων, αλλά εναντίον ενός άμαχου πληθυσμού. Δεν θα δίσταζα να πω ότι
είμαστε μάρτυρες ενός δεύτερου ολοκαυτώματος και σε μία εποχή όπου υποτίθεται
πως ο άνθρωπος έχει προχωρήσει και έχει εξελιχθεί. Προσωπικά κάνω τρελό ban σε
καλλιτέχνες, οι οποίοι πάνε να υποστηρίξουν την οικονομία και τη διασκέδαση
ενός κράτους που διαπράττει γενοκτονία. Δεν μπορώ να συνεχίσω να υποστηρίζω
έναν τραγουδιστή, όσο καλός και να’ναι, άμα ξέρω πως θα πάει να τραγουδήσει
παραδίπλα απ’ τη Λωρίδα της Γάζας που άνθρωποι λιμοκτονούν. Δεν αναιρεί το ότι
είναι καλός καλλιτέχνης, αλλά εγώ δεν μπορώ να τον στηρίξω πια.
Τελειώνοντας αυτή τη συζήτηση «γνωριμίας», οφείλω να πω ότι
δεν νιώθω να βρίσκεστε στη σκιά του Πάνου Κατσιμίχα, ενός απ’ τους μέγιστους
τραγουδοποιούς μας. Αν δεν είχατε και τη φυσική ομοιότητα, θα λέγαμε πως είστε
μία εντελώς διαφορετική περίπτωση καλλιτέχνη.
Συμφωνώ, αλλά έχει να κάνει με τη δική μου διαχείριση στο
όνομα που φέρω, όπως και στην αισθητική μου, που δεν γίνεται να επηρεαστεί στον
υψηλότερο βαθμό από τον πατέρα μου ή οποιονδήποτε άλλο μεγαλύτερο καλλιτέχνη.
Δεν το κάνω επιτηδευμένα, αλλά είναι και το γεγονός πως ο πατέρας μου δεν έχει
εμπλακεί μέχρι στιγμής καθόλου στο να μου «κλείνει» δουλειές κλπ. Είναι πολύ
ενθαρρυντικός και συμβουλευτικός, αλλά ποτέ με τρόπο που να φαίνεται ότι είμαι
στη σκιά του. Καλό είναι για μένα, αφού γνωρίζοντας ότι φέρω το όνομα του,
θέλησε να μ’ αφήσει να πάρω το δρόμο μου.
Πολύ σας ευχαριστώ γι’ αυτή τη συνέντευξη.
Εγώ σας ευχαριστώ, γιατί ενδιαφερθήκατε να μάθετε για μένα
και μιλήσαμε έως και για πιο βαθιά πράγματα. Συνήθως με ρωτάνε να τους πω για
τον πατέρα μου κι εκεί είμαι έτοιμη να τους απαντήσω «Καλύτερα πάρε συνέντευξη
από τον πατέρα μου» ξέρω γω (γέλια).
* Η συνέντευξη με τη Μαριάνα Κατσιμίχα πραγματοποιήθηκε στο «Καφέ των Ποιητών» της πλατείας Βικτωρίας την Πέμπτη 12 Ιουνίου 2025.
** Μία περίληψη της συνέντευξης δημοσιεύθηκε στο ένθετο «Docville» με την εφημερίδα «Documento».
*** Οι φωτογραφίες είναι του Μπόσκο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου