Παρασκευή 25 Αυγούστου 2023

Η Πάολα Ρεβενιώτη θυμάται τον Κώστα Ταχτσή στην επέτειο 35 χρόνων από το θάνατο του

Είχα καιρό να βρεθώ με την Πάολα Ρεβενιώτη παρόλο που μένουμε πολύ κοντά. Έτσι, μια και με κάλεσε για καφέ και είχα τελειώσει με τις δουλειές μου, έτρεξα να τη συναντήσω στην πλατεία Βικτωρίας. «Σαν σήμερα βρέθηκε νεκρός ο Ταχτσής» μου είπε σε μια φάση, κάτι που ομολογώ πως είχα ξεχάσει τελείως. «Πέρασαν 35 χρόνια κιόλας» ήταν το μόνο που απάντησα, ενθυμούμενος τη χρονιά που έφυγε από τη ζωή ο σημαντικός συγγραφέας. «Πάμε να μου πεις εσύ πώς τον έζησες και να σε καταγράψω;» τη ρώτησα αμέσως μετά...Κι αφού η Πάολα απεφάνθη «Εσύ δεν κάνεις λεπτό χωρίς συνέντευξη», το κινητό μου άρχισε να ηχογραφεί τις σκόρπιες αφηγήσεις της από την - για δέκα χρόνια - «συνύπαρξη» της με τον Κώστα Ταχτσή. Ακολουθεί η αφήγηση της Πάολας:

Στις 25 Αυγούστου του 1988 βρισκόμουν στη Σάμο με τον Κώστα, μια σχέση που είχα τότε. Αν θυμάμαι καλά, ήταν Παρασκευή, γιατί το μηχάνημα της τράπεζας, το ΑΤΜ της εποχής, μου είχε κρατήσει την κάρτα. Μόνο η Τράπεζα Πίστεως έβγαζε κάρτες τότε. Ευτυχώς που είχα προπληρώσει μέχρι τη Δευτέρα το ξενοδοχείο μας, γιατί δεν είχαμε φράγκο, ούτε για να φάμε, μετά απ' αυτό που έγινε στο ΑΤΜ. Αμέσως τηλεφώνησα του Ταχτσή, που με ξελάσπωνε αν ξέμενα από χρήματα. Το'χε κάνει άλλη μια φορά στον Πόρο, που είχα πάει και είχα βρεθεί σε παρόμοια θέση. Δεν απαντούσε. Προσπάθησα πολλές φορές μέχρι που την επόμενη μέρα, Σάββατο, τη στιγμή που τον καλούσα, το μάτι μου έπεσε σ' ένα πρωτοσέλιδο της Ελευθεροτυπίας: «Το τελευταίο στεφάνι για τον Κώστα Ταχτσή». Έπαθα σοκ! 

Την ίδια μέρα επικοινώνησε μαζί μου η ηθοποιός Μαίρη Χρονοπούλου: «Σε ψάχνει η Ασφάλεια» με ενημερώνει. Έρχομαι άρον - άρον πίσω στην Αθήνα και βρίσκω ένα ειδοποιητήριο από την Ασφάλεια στο διαμέρισμα μου στη Νοταρά στα Εξάρχεια. Δυσάρεστο μέρος, πάντα με στραβοκοίταζαν εκεί μέσα. Πιθανώς να είχαν βρει αποτυπώματα μου στο σπίτι του Ταχτσή στον Κολωνό, γιατί καμιά βδομάδα πριν με είχε καλέσει να τον βοηθήσω που είχε να κουβαλήσει κάτι γλάστρες. Ευτυχώς που στη Σάμο είχε κρατηθεί η τραπεζική μου κάρτα και είχα ισχυρό άλλοθι ότι βρισκόμουν αλλού. Διαφορετικά, είμαι σίγουρη, τόσο ελεεινοί που ήταν οι αστυνομικοί, ότι θα τραβούσα μεγάλη ταλαιπωρία. Πάντως, θυμάμαι πολύ καλά να μου λένε οι μπάτσοι πως δεν είναι σίγουροι αν επρόκειτο 100% για δολοφονία. Εμείς φτάσαμε πολύ αργά στο σπίτι του και δεν μπορώ να ξέρω τι έκανε η αδερφή του εκεί μέσα αμέσως μετά το θάνατο του. Τα περί δολοφονίας τα καλλιέργησαν καλά επί σειρά δεκαετιών οι δημοσιογράφοι. Όπως και για τη Σόνια, την τρανς που βρέθηκε δολοφονημένη στα Λιμανάκια. Σύμφωνα με τους αστυνομικούς, που είχαν ασχοληθεί με την υπόθεση, η Σόνια πνίγηκε την ώρα του στοματικού σεξ μ' έναν πελάτη. Αυτός πάλι, παντρεμένος και με παιδιά, απ' το να έλεγε ότι είχε μια νεκρή τρανς μέσα στο αμάξι του, προτίμησε να την πετάξει στα βράχια. Αυτά μπορεί να'ναι εικασίες, τα έλεγαν όμως άνθρωποι που είχαν ασχοληθεί - υποτίθεται - διεξοδικά. 

Δεν ξέρω αν άκουσες τη συνέντευξη μου στο «Παρλαφούσι» με τον Γιώργο Πολυχρονιάδη. Τα είπαμε όλα δημόσια για τον Ταχτσή. Αυτός τότε ήταν ένας πολύ όμορφος νεαρός, που γνωριστήκαμε στην Ομόνοια και μετά τον υιοθέτησε κυριολεκτικά ο Ταχτσής. Τον σπούδασε, τέλειωσε τη σχολή Δοξιάδη κλπ. Έπαιξε στον κινηματογράφο, αλλά και στην «Πορνογραφία» του Χατζιδάκι δίπλα στη Σαπφώ Νοταρά. Θυμάμαι τον Ταχτσή να μας λέει: «Το σπίτι θα τ' αφήσω στον Γιωργάκη και σε σένα το λεύκωμα με τις πούτσες και τα σχέδια του Φασιανού». Τελικά δεν μας τα άφησε...

Για μια ολόκληρη δεκαετία μιλούσαμε κάθε, μα κάθε μέρα, στο τηλέφωνο. Ποτέ δεν μ' έλεγε «Πάολα», παρά πάντα «Παύλο». Δεν ενοχλούμουν. Ο Ταχτσής ήταν παρεξηγημένος άνθρωπος. Μέχρι σήμερα πικραίνομαι που βγαίνουν και λένε κακίες για το άτομο του. Έναν άνθρωπο δεν τον κρίνεις σήμερα με τα δεδομένα τα σημερινά. Εάν, λόγου χάριν, έλεγα εγώ σήμερα όσα είχα πει στην εκπομπή της Μαλβίνας Κάραλη, θα με κατηγορούσαν ότι προωθώ την τοξική αρρενωπότητα και το'να και τ' άλλο. Τον Ταχτσή πρέπει να τον κρίνουμε, όπως θα κρίναμε τον Χατζιδάκι και τον Χριστιανόπουλο. 

Το ό,τι δήλωνε ανοιχτά ομοφυλόφιλος, ενώ ήταν κάτι σχεδόν ακραίο για την εποχή από ακτιβιστική άποψη, προξένησε και μεγάλη ζήλια από πολλούς. Ειδικά από τον Λουκά Θεοδωρακόπουλο, έναν κατά τα άλλα εξαιρετικό άνθρωπο με ήθος, πρωτεργάτη του ΑΚΟΕ. Ο Ταχτσής τότε, όμως, ήταν σταρ και μπαινόβγαινε στα σαλόνια, μην το παραβλέπουμε. Συν τοις άλλοις, τι να κάνουμε, είχε γράψει ένα βιβλίο που δεν έχει ξαναγραφτεί κάτι παρεμφερές μέχρι σήμερα. 

Με ναρκωτικά δεν είχε σχέση ο Ταχτσής. Μου έλεγε, όμως, πως όταν μικρός, τη δεκαετία του 1930, τον έστελνε ένας θείος του και πήγαινε στον Λαπαθιώτη στα Εξάρχεια κι αγόραζε μπαφάκια. 

Ήταν σα μικρό παιδί. Λίγη αγάπη και προσοχή να του'δειχνες, ακόμη και στο πλαίσιο «Τι ωραίο βιβλίο έγραψες, βρε Κώστα», έλαμπε το πρόσωπο του. Είχε και ενοχές ως προς τον τραβεστισμό του. Πίστευε πως παρασυρόταν από το πάθος του και δεν έπρεπε να βγαίνει έξω τη νύχτα ντυμένος γυναίκα. Άσε που πίστευε ότι εξαπατούσε τους πελάτες κι αυτοί δεν καταλάβαιναν - τάχα μου - ότι έπαιρναν μια τρανς. Θα τον λέγαμε τρανς με τα σημερινά δεδομένα, αφού - ως γνωστόν - είχε φτιάξει και στήθος. Θυμάμαι μιαν άλλη φορά που σταμάτησε στα φανάρια τον Βέλτσο και τη γυναίκα του. «Τι κάνετε, τι κάνετε;» τους φώναζε κι εκείνοι πάθαιναν σοκ έτσι που τον έβλεπαν. Του άρεσε να τους λέει διάφορες ιστορίες απ' την πιάτσα. Στην ουσία του άρεσε να τους προκαλεί. Πέρα απ' το πάθος του, είχε ανάγκη και από λεφτά και μόνο προς το τέλος της ζωής του είχε καταφέρει να κάνει ένα κομπόδεμα, που λέμε. Τον συντηρούσε όλα τα χρόνια ο Ιόλας, πρέπει να τα λέμε αυτά. 

Μιαν άλλη φορά στο σπίτι του τον βρήκα να μιλάνε στα ξένα με μια κομψή κυρία. Όταν έφυγε, μου εξήγησε πως ήταν η τέως βασίλισσα της Ιταλίας που του έκανε επίσκεψη. 

Τον πετύχαινα συχνά με τον Ακριθάκη και άλλους σπουδαίους καλλιτέχνες. Με τον Χατζιδάκι είχαν μια ψιλοαντιπάθεια, τον αποκαλούσε «η χοντρή», μα μόλις ο Χατζιδάκις αρρώστησε ήταν απ' τους πρώτους που του έστειλε λουλούδια. Δεν είχε κακία μέσα του, απλά μερικές φορές το στόμα του έλεγε παραπάνω απ' όσα έπρεπε να πει, κάτι που κάνει όλος ο κόσμος εδώ που τα λέμε. 

Εγώ επί 17 χρόνια δούλεψα στην πιάτσα της οδού Αθηνάς. Ένας δρόμος σαν τον σημερινό Βαρδάρη στη Θεσσαλονίκη. Καμιά φορά περνούσε ο Ταχτσής και τσακωνόμασταν. «Φύγε από δω, μη μ' ενοχλείς» του έλεγα κι αυτός άρχιζε να φωνάζει - πάντα το ίδιο έλεγε: «Άσε με να μπω στη ζωή σου! Είναι το κύκνειο άσμα μου, δεν το καταλαβαίνεις αυτό; Να τα γράψεις αυτά»! Περνούσε κι ο Ιωάννου ο Γιώργος, πάντα φιλικός μαζί μου. Ελάχιστοι γνωρίζουν αυτό που μου'χε πει, πως από μία συνάντηση μας εμπνεύστηκε και έγραψε τους στίχους για το τραγούδι της Αρβανιτάκη, το «Μην περπατάς, μην περπατάς» κλπ. Ο Κουμανταρέας, απ' την άλλη, όποτε με συναντούσε, ήταν σνομπ. Κρατούσε ένα μέτρο απόσταση και με κοίταζε με περιφρόνηση. Δε βαριέσαι. Ασχέτως με μένα, δεν αλλάζει το γεγονός πως ήταν ένας πολύ μεγάλος συγγραφέας κι αυτός. Πάντως, καμία σχέση με την προσωπική επαφή που είχα για χρόνια με τον Ταχτσή. Πάντα τον θυμάμαι με αγάπη και πάντα κάτι με πιάνει στην επέτειο του θανάτου του. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: