Πολύ μεγάλο. Κάθε
φορά αναρωτιέμαι για ποιο λόγο έγινα ηθοποιός και νιώθω ότι είμαι τελείως
ανίκανη να το κάνω. Είναι η ανασφάλεια του πως μπόρεσα εγώ να σκεφτώ ότι θα
είμαι η ηρωίδα του Τσέχοφ σε ρόλους που με γέμιζαν δέος ως προς την προσέγγιση
τους. Ούτε σήμερα που σας μιλάω δεν μου έχει φύγει το άγχος και πιστεύω πως
αυτό με κρατάει σε εγρήγορση και σε μία εκκίνηση μαθητικού τύπου κάθε φορά που
ξεκινάω να δουλεύω. Είναι, όμως, ένα δημιουργικό άγχος αφού ποτέ δεν με
καταπίνει. Μία φορά θυμάμαι που πρωτόκανα μονόλογο στον νυν θέατρο Χορν, τα
παλιά «Διονύσια». Είπα: «Πως τόλμησα κι έγινα ηθοποιός;» και με μια διάθεση
μεταβολής ήθελα να εξαφανιστώ. Αναλογίστηκα, όμως, πως έτσι θα έπρεπε να
εξαφανιστώ κι από το επάγγελμα. Όχι, λοιπόν, επέστρεψα και έπαιξα με μία φοβερή
ταχυπαλμία, η οποία μου πέρασε στα πρώτα πέντε λεπτά.
Κινείστε συνεχώς
μέσα στον κόσμο. Ο μύθος του καλλιτέχνη δεν χτίζεται με το αντίθετο;
Δεν ήθελα ποτέ να
έχω απόσταση απ’ τον κόσμο, αλλά να είμαι μέσα στην καρδιά του και την
καθημερινότητα του. Είναι κάτι που δεν σχετίζεται με κοσμικές και ανούσιες
παρουσίες. Η δική μου σχέση με τον κόσμο δεν περιγράφεται, καθώς έκανα και
πολλή τηλεόραση σε νέα ηλικία, μπαίνοντας στο σπίτι κάποιου στην Καβάλα, στον
Έβρο και τα σύνορα, που δεν θα μπορούσε ποτέ να με δει στο θέατρο. Μεγάλωσα
μαζί με τον κόσμο και ποτέ δεν σκέφτηκα ότι είμαι ηθοποιός και άρα πρέπει να
είμαι και απόμακρη. Ο μύθος χτίζεται με ουσία και με διάρκεια. Οι άνθρωποι που
υπήρξαν ως μύθοι διήρκεσαν επί σαράντα, πενήντα και εξήντα χρόνια. Μύθος είναι
ο Σαίξπηρ ή ο Σοφοκλής που διαρκούν για εκατοντάδες και χιλιάδες χρόνια. Μύθος,
όμως, είναι και η Αγκάθα Κρίστι. Η επιτυχία που συνδέεται με τον μύθο είναι η
απόλυτη διάρκεια του καλλιτέχνη. Εάν δεν συνδεθείς με διάρκεια στην παρουσία
σου στην τέχνη, σε οτιδήποτε κάνεις, δεν μπορείς να καταφέρεις τίποτα. Γιατί
είναι τόσο δημοφιλείς οι παλιές ελληνικές ταινίες; Έχουν αθωότητα και
παιδικότητα σαν να θέλουν όλοι να ζήσουν ένα παραμύθι.
Έχετε καταγωγή
από τη Σητεία και από τη Μικρά Ασία απ’ τη μεριά των γονιών σας. Διατηρείτε
δεσμούς με τους γενέθλιους τόπους σας;
Δυστυχώς δεν είχα
ποτέ την άνεση να πηγαινοέρχομαι στην Κρήτη και ειδικά στη Σητεία δεν υπήρχαν
καν πτήσεις για πολλά χρόνια. Την έβλεπα μόνο σε περιοδείες την Κρήτη, πάντα με
μεγάλη χαρά και συγκίνηση. Είχα επισκεφτεί και το μέρος που γεννήθηκε ο πατέρας
μου στο κέντρο της Σητείας. Όλοι έχουν «φύγει» πια, υπάρχουν μόνο τα ξαδέρφια
μου, πάντως με συγκινεί βαθύτατα η Κρήτη. Απ’ την άλλη, ο πατέρας μου γνώρισε
τη μητέρα μου στη Θεσσαλονίκη. Ήταν πρόσφυγες οι γονείς της και μένανε στη
Ρακτιβά, πίσω από ένα υπουργείο. Θυμάμαι πολύ καλά το σπίτι που γεννήθηκα εκεί
και την αυλή που έπαιζα. Είναι φοβερό πράγμα οι μνήμες μέχρι τα τέσσερα σου
χρόνια. Ακόμη και τη μυρωδιά της υγρασίας της Θεσσαλονίκης μες στην
πολυκατοικία μας, την έχω μέχρι τώρα. Επομένως, έχω πολλά στοιχεία και από τους
δύο τόπους, Κρήτη και Θεσσαλονίκη.
Θεωρείτε ότι
είστε εξωστρεφής άνθρωπος;
Δύσκολο να σας
απαντήσω… Είμαι κοινωνική, αλλά όχι κοσμική. Είμαι μοναχική, αλλά δεν είμαι
μοναχή. Σε πολύ λίγους ανθρώπους θ’ ανοίξω την ψυχή μου και όταν είμαι μόνη
μου, επικοινωνώ άριστα με τον εσωτερικό μου κόσμο. Έχω δουλέψει πάρα πολύ με
την ψυχή μου εν είδει αυτογνωσίας. Τη μοναχικότητα την έχω από τότε που
γεννήθηκα, ως μοναχοπαίδι.
Τη μεγαλύτερη
μοναξιά τη βιώνουμε στη χαρά μας;
Εγώ τη βιώνω όταν
πάψω να έχω επικοινωνία με κάποιον. Την ένιωσα τη μοναξιά όταν η μητέρα μου
είχε άνοια και έχασε το μυαλό της. Εκεί ήταν για μένα η βαθιά απόλυτη ανελέητη
μοναξιά. Υπάρχει όμως κι η μοναξιά που
την επιζητείς, η συνειδητή, ώστε να αποδεχτείς, να ανακαλύψεις και να
συγχωρέσεις τον εαυτό σου. Είμαι άνθρωπος πολύ δύσκολος για να ζει κανείς μαζί
του, γιατί θέλω πολλή αγάπη, πολλές αγκαλιές. Όταν είναι λίγη η αγάπη, δεν μου
φτάνει, κάτι που γίνεται κουραστικό για τον άλλον. Έχω εξάρτηση απ’ την αγάπη και δε θέλω ο
άλλος να νομίζει ότι φορτώνομαι τόσο πολύ απάνω του, περιμένοντας από εκείνον
το ανάλογο. Όταν ερωτεύθηκα τον Μάριο Πλωρίτη με όλους τους τρόπους της αγάπης
– κι εκείνος το ίδιο – αυτή η αίσθηση δεν υπήρχε. Είχαμε απόλυτη αμοιβαία
επικοινωνία. Όταν θέλω να δω κάποιον ή να μιλήσουμε εμείς οι δύο, όπως τώρα, το
πολύ να είναι ακόμη ένα ζευγάρι μαζί μας ώστε να μπορούμε να επικοινωνούμε.
Ειδάλλως βαριέμαι πάρα πολύ εύκολα κι αυτό είναι κάτι που δεν μπορώ να
αντιμετωπίσω.
Λένε πως το να
βαριόμαστε εύκολα τα πάντα είναι ένα στάδιο πριν την ανηδονία.
Ακριβώς αυτό.
Όταν βαριέμαι, απέχω. Κάνω ότι συμφωνώ, αλλά μέσα μου λέω τι ώρα θα επιστρέψω
στο σπίτι μου, όπου εκεί δεν βαριέμαι ποτέ.
Ούτε το ένα, ούτε
τ’ άλλο. Νόμιζα πως ο μόνος τρόπος για να επικοινωνήσω τη λύπη μου, τη χαρά
μου, τις αγωνίες μου και τις ανησυχίες μου, ήταν μέσω ενός ρόλου. Δεν ξέρω
γιατί διάλεξα αυτόν τον τρόπο επικοινωνίας, ίσως επειδή διαλέγει κάθε φορά για
σένα η ευλογία που σου έχει στείλει ο Θεός. Έχοντας θεωρητικό μυαλό, οι άλλοι
νόμισαν πως θα γινόμουν μαθηματικός κι αυτό αργότερα με βοήθησε στην παραγωγή.
Πάντα λέγανε, ξέρετε, πως «αν μείνεις χωρίς δουλειά, θα πεθάνεις στην ψάθα». Τα
γνωστά…Δεν υπάρχει καλλιτέχνης πλούσιος, εκτός απ’ τους πρωταγωνιστές στον
κινηματογράφο που ζουν σ’ άλλες χώρες και παίρνουν άλλες αμοιβές. Στην Ευρώπη,
πάντως, οι καλλιτέχνες δουλεύουν ίσα – ίσα για να ζήσουν. Πάντως, αυτό που
αποσκοπούσα ήταν η μάθηση και το να εκτονωθεί η ψυχή μου. Επίσης, το να μην
ταπώσω μέσα μου τα συναισθήματα μου, αλλά να τα δώσω στον κόσμο. Δεν έτυχε να
κάνω παιδιά κιόλας, επομένως όταν επικοινωνώ με τον κόσμο, με το γέλιο ή με το
δάκρυ, νιώθω ευτυχία και αγαλλίαση.
Μπόσκο - Κάτια Δανδουλάκη (Δεκέμβριος 2024) |
Υποκλίνομαι στο
ταλέντο. Εισέπραξα πολύ μεγάλη γενναιοδωρία και από το επάγγελμα και απ’ όσους
αγάπησα και μ’ αγάπησαν, που μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού.
Λυκοφιλίες δεν είχα ποτέ, ούτε «αυλή». Με πλησίαζαν ως αυτή που είμαι και πάντα
μου άρεσε να μου λένε τι δεν κάνω καλά. Δηλώνω αιώνια μαθήτρια μέσα μου.
Ως μοναχοπαίδι,
είχατε ανταγωνισμό με τη μητέρα σας;
Απολύτως κανέναν!
Υπήρχε η λατρεία της προς εμένα που ως δασκάλα με μεγάλωσε με μεγάλη
αυστηρότητα. Ήθελε να μου μάθει τα όρια μου και της το οφείλω αυτό, γιατί ο
μπαμπάς μου ήταν πολύ πιο χαλαρός. «Η ζωή βάζει όρια» έλεγε η μάνα μου, «γιατί
μεθαύριο να γίνει ένα παιδί που δεν θα τ’ αντέχει κανένας;» Το 2004 την
έχασα…
Η καλλιτεχνική
έκπληξη είναι χαρακτηριστικό σας;
Πάρα πολύ! Μ’
αρέσει να κάνω ετερόκλητα πράγματα και ν’ αναρωτιέμαι αν μπορώ να τα κάνω.
Έτυχε τελευταία να κάνω πολύ αστυνομικό με επιτυχία και ξέρετε τι με
συναρπάζει; Να μην φανερωθεί μέχρι το τέλος, απ’ τον τρόπο που παίζεις, αν
είσαι ένοχη ή αθώα. Όσο πιο αθώα παίζεις, τόσο πιο πολύ ο κόσμος το εισπράττει.
Αυτό γίνεται με μεγάλη συγκέντρωση και πρέπει να έχεις το αστυνομικό σχέδιο
πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού.
Δεν σας αρέσουν
οι κοσμικότητες είπατε. Μήπως μες στη «συνάφεια του κόσμου», αντιλαμβανόμαστε
και το αναλώσιμο της ύπαρξης;
Δεν είχα ανάγκη
ποτέ γι’ αυτό, όσο για να γνωρίσω τον κόσμο. Να μπω σε μια κρουαζιέρα με τους
φίλους μου και να γυρίσω τη Γη, να δω τον κόσμο στη Ρωσία, στο Βόρειο Πόλο και
τη Λατινική Αμερική. Έχω κάνει πολλές κρουαζιέρες και περνάω μαγικά, γιατί με
γοητεύει το μυστήριο των τοπίων, της ανθρώπινης ιδιοσυγκρασίας σε σχέση με το
τοπίο. Χαίρομαι ωστόσο που ζω στην Ελλάδα, η οποία σου παρέχει τα πάντα: Το
κλίμα, τον ήλιο, το λάδι, την κουζίνα, το γέλιο, τη χαρά, τη φύση!
Η τέχνη είναι για
σας μια ασφαλιστική δικλίδα;
Όλες οι δικλίδες
ασφαλείας μου είναι κλειδωμένες πάνω στην τέχνη. Με το που μπω στο θέατρο,
νομίζω πως ζω ουσιαστική ζωή. Βλέπετε εδώ το καμαρίνι μου, είναι πιο σπίτι μου
κι απ’ το σπίτι μου. Περισσότερες ώρες περνάω εδώ πια. Κλέβω και κάναν ύπνο για
μερικές ώρες, ωστόσο το σπίτι μου το λατρεύω και, ως Ταυρίνα, θέλω να μένει
πάντα το ίδιο. Δεν αλλάζω τίποτα, θέσεις στα έπιπλα κλπ. Νιώθω σαν τις γάτες
όταν αλλάζουν σπίτια.
Νιώθετε την αγάπη
των ανθρώπων μεταξύ της γυναίκας Δανδουλάκη και της Δανδουλάκη των εξωφύλλων;
Ναι, νιώθω την
ουσιαστική αγάπη που μου έχουν. Η χαρά ήταν τεράστια που δεν χειροκροτούσαν
στις τουρνέ, αλλά μου φώναζαν «Σ’ αγαπώ». Αυτό για μένα δήλωνε ότι τα κατάφερα
και ότι μπόρεσα να επικοινωνήσω, εξ ου και ποτέ δεν μ’ ενοχλεί ο κόσμος. Και να
τρώω δηλαδή και να θέλει ο άλλος να του υπογράψω, θα πω «Μια στιγμή να φάω»
χωρίς να κάθομαι να εκνευρίζομαι με τον κόσμο. Αφού πότε θα με ξαναδεί ο άλλος;
Στο φαΐ; Στο φαΐ! Βάζω στη θέση μου το παιδάκι που ζητάει αυτόγραφο και
σκέφτομαι πως δεν θα ήθελα να με σπρώξουν ή να μου πουν «έλα αργότερα».
Κάτια Δανδουλάκη - Μάριος Πλωρίτης |
Έχουμε τον
υπέροχο πολιτισμό των αρχαίων χρόνων, που δεν ξέρουμε να εκτιμήσουμε, να
διατηρήσουμε και να τον πουλήσουμε προς τα έξω με τη σωστή έννοια. Είμαστε η
χώρα που έπρεπε να έχει λάβαρο τον πολιτισμό της, στον οποίο υποκλίνονται όλοι
οι άλλοι, αφήνοντας τελικά χορταριασμένα τα μνημεία μας – είμαστε άξιοι της
μοίρας μας. Με θλίβει βαθιά όλο αυτό. Ήμασταν με τον Μάριο μια φορά κι
ανεβαίναμε τα νορβηγικά φιόρδ ως την κορφή τους και υπήρχε μες στο πούλμαν μία
ξεναγός: «Εδώ ήταν μία βοσκοπούλα και είχε δέκα προβατίνες» έλεγε στους
τουρίστες. Γυρνάει ο Μάριος και μου κάνει: «Καταλαβαίνεις τι ακούμε; Κι εμείς
έχουμε ολόκληρη Ακρόπολη και δεν ξέρουμε πως να την ‘’πουλήσουμε’’». Άντε, το
θέατρο και η μουσική, που δεν έχουν όρια, ίσως κατάφεραν να ξεφύγουν απ’ όλο
αυτό με διάφορους φωτισμένους Έλληνες ανά τον κόσμο.
Τα προσωπικά ενός
καλλιτέχνη αντικατοπτρίζουν και το έργο του;
Θα σας έλεγα ότι
κατά κάποιο τρόπο εγώ βλέποντας έναν καλλιτέχνη, καταλαβαίνω αν είναι καλός
άνθρωπος ή όχι. Δεν ξέρω πώς και γιατί, αλλά είναι πολύ ενδιαφέρον. Ίσως έχω
κεραία στην γκρίνια και στον αρνητισμό, άρα αυτόματα φωτίζει μέσα μου κάτι η
καλοσύνη των άλλων. Δεν αντέχω την κακία, την επιθετικότητα και την καταπίεση,
δεν θέλω κανένας να καταπιέζει κανέναν και ειδικά εμένα δεν θα υπήρχε
περίπτωση. Πιστεύω στην καλοσύνη και στην απόλυτη ελευθερία του ανθρώπου, εκεί
που κάποτε έλεγα «Αχ, πολύ καλός ηθοποιός είναι, αλλά δύσκολος άνθρωπος. Δεν
πειράζει»…Όχι, πειράζει! Προτιμώ έναν καλό άνθρωπο κι ας είναι λιγότερο καλός
ηθοποιός.
Ίσως γι’ αυτό
βγήκατε μπροστά στο #metoo,
καταθέτοντας ως μάρτυρας κατηγορίας σε δίκη.
Φυσικά, αν και
ό,τι είχα να πω, το είπα και δεν θα ξανασχοληθώ με το θέμα. Δεν αντέχει καθόλου
η ψυχή μου την καταπίεση ανθρώπου απ’ άνθρωπο και πιστεύω ότι στην περίπτωση
του #metoo η ουσία δεν
είναι ν’ αποξενωθούν τα δύο φύλα και να μη μπορεί ένας άνδρας να φλερτάρει ή
και να αγκαλιάσει μία γυναίκα ώστε να μισούμε ξαφνικά οι γυναίκες τους άνδρες.
Υπάρχουν πλάσματα που έχουν καταπιεστεί και δεν άντεξαν να βγουν να μιλήσουν
στην ώρα τους. Φαίνεται πως η διάθεση τους να «γίνουν» κάτι ήταν μεγαλύτερη απ’
την ανάγκη να μην καταπιέζονται. Δεν μπορώ να ψέξω κανέναν. Το κατανοώ και
υποκλίνομαι στην ψυχή του καθενός, να πω όμως ότι είναι φρούδα ελπίδα το ότι θα
«γίνεις» και κάτι αν πας με τον άλλον.
Λύνετε προβλήματα
σας μέσω του θεάτρου;
Πολλά. Είμαι
υπομονετικός άνθρωπος, αλλά κάποια στιγμή η υπομονή γίνεται καταπίεση απέναντι
στον ίδιο μου τον εαυτό. Τα τελευταία χρόνια είπα πως άμα θυμώσω, θα πω την
απόλυτη αλήθεια χωρίς φωνές, που δεν τις μπορώ καθόλου. Μιλάω πολύ
ήρεμα, αλλά και πολύ σκληρά ταυτόχρονα. Αν με πειράξεις, θα σου πω: «Αντώνη,
δεν θέλω να’σαι φίλος μου, γιατί δεν μ’ αγαπάς».
Υπάρχει κι η άλλη άποψη που λέει πως οι ηθοποιοί δεν είναι
και πολύ στα καλά τους.
Σωστότατη άποψη! Είναι δηλαδή κανονικό ένας να θέλει να
υποδύεται κάποιον άλλο; Σίγουρα δεν είμαστε πολύ κανονικοί, γιατί ρισκάρουμε
εκεί που δεν μας παίρνει και έχουμε μια τρέλα πάνω απ’ τους κανόνες της
λογικής. Χτίζουμε παλάτια στην άμμο, είναι η τέχνη του εφήμερου. Η ανάσα είναι
στο θέατρο που δίνουμε στον κόσμο κι αν δεν το δεις, το’χασες.
Το ταλέντο γεννιέται ή αποκτιέται;
Είναι το ένα απ’ τα άλλα 99 στοιχεία που πρέπει να έχεις για
να πας μπροστά. Αν έχεις τα 99 και δεν έχεις ταλέντο, πάλι θα πας μπροστά. Αν
δεν έχεις χαρακτήρα, προσήλωση και παιδεία, δεν θα κρατηθείς στη δουλειά αυτή.
Δεν φτάνει μόνο η φλόγα του ταλέντου. Υπάρχουν άλλοι, που δεν είχαν το ταλέντο,
αλλά με επιμονή, μάθηση και σκληρή δουλειά, κατάφεραν πολλά πράγματα στη ζωή
τους.
Τι σας φοβίζει;
Ο ρεαλιστικός φόβος είναι τα κενά στο αεροπλάνο που σημαίνει
πως δεν θέλω κάτι οδυνηρό και απότομο στη ζωή μου. Ποτέ δεν μπόρεσα να νικήσω
το φόβο των αεροπλάνων, όπως κι αυτόν της ενδεχόμενης ταλαιπωρίας πριν το
βιολογικό τέλος. Θα ευχόμουν να φύγω χωρίς να το καταλάβω. Ένας άλλος φόβος
είναι να μη χάσω το μυαλό μου, που συνειδητά τον αποδιώχνω. Η πρώτη ένδειξη,
ξέρετε, είναι για τους ηθοποιούς το να μην θυμούνται τα λόγια τους και η
έλλειψη της αίσθησης του χιούμορ. Έλεγα, π.χ., στη μάνα μου διάφορα αστεία
περιστατικά απ’ τα γυρίσματα και γελούσαμε πολύ. Κάποια στιγμή της μιλούσα και
δεν αντιδρούσε στα αστεία. Ήταν η αρχή της άνοιας. Έτσι πήγαμε στον γιατρό, ο
οποίος βρήκε καταπληκτικό το ότι ευαισθητοποιήθηκα απ’ το χάσιμο του χιούμορ
της μάνας μου, μία απόλυτα εγκεφαλική διεργασία. Τα τελευταία χρόνια έβλεπα τα
μάτια της μάνας μου, που δεν υπήρχα εγώ μέσα τους.
Αγαπάτε τους Έλληνες παρά τα ελαττώματα τους;
Πάρα πολύ! Είναι γλύκες, αγαπάω το λαό και θυμώνω που όλοι
είναι καπετάνιοι του εαυτού τους. Αν δεν αγαπήσεις, δεν μπορείς να κάνεις
θέατρο, είναι ομαδική δουλειά. Μακάρι να ήμουν συγγραφέας, μουσικός, ποιητής
και ν’ ασκούσα μια πιο μοναχική τέχνη.
Όταν σας βλέπετε σε παλιές ελληνικές ταινίες ή στη «Λάμψη», ποια συναισθήματα σας διακατέχουν;
Τι ωραία! Συγκίνηση! Ήταν απ’ τις πιο ευτυχείς περιόδους της
ζωής μου και ποτέ δεν θα πω «κλείσ’ το» ή «άλλαξε κανάλι». Εντάξει, δεν έχω την
υπομονή να κάτσω να δω όλη τη «Λάμψη», αλλά συγκινούμαι βαθιά και πηγαίνω πίσω
σε πολύ ευλογημένες εποχές. Δεν θα άλλαζα τίποτα από τις παλιές δουλειές μου,
όπως και από τη ζωή που έχω ζήσει ίσαμε τώρα. Κι αν ξαναγεννιόμουν, την ίδια
ζωή πάλι θα ήθελα να κάνω. Δεν θα ήθελα να είχα συναντήσει τον Μάριο 20 χρόνια
νωρίτερα, γιατί δεν ξέρω αν θα ήταν ο ίδιος όταν τον αγάπησα, εκείνος στα 50
του κι εγώ στα 25 μου. Κουβαλούσε άλλη αύρα που με μάγεψε.
Τη ζωή την ξέρετε καλά ή ακόμα τη μαθαίνετε;
Ακόμα τη μαθαίνω, ακόμα μπορώ να πέσω απ’ τα σύννεφα, αφού η
ζωή είναι πέρα από κάθε φαντασία. Οι ανατροπές της μας κάνουν να λέμε ότι δεν
θα ήταν καν αποκύημα του πιο ευφάνταστου συγγραφέα.
Υπάρχουν στιγμές που νιώθετε ανυπεράσπιστο πλάσμα;
Πολλές…Δεν είναι κάτι που το αφήνω να φανεί, γιατί είναι όλο
δικό μου, αλλά μέσα μου βαθιά είμαι ευγνώμων όταν νιώθω ότι μπορώ ν’ ακουμπήσω
σε κάποιον που μου το λέει και το εννοεί. Εκεί στηρίζεται, νομίζω, η τωρινή μου
ασφάλεια. Πάντα στους φίλους μου προστρέχω, πολλοί απ’ τους οποίους είναι και
θεατράνθρωποι.
Κι έτσι αποφεύγετε και τους εχθρούς;
Εχθρούς δεν έχω…Ακούω απίστευτες κακίες που σαν να φοράω ένα
αδιάβροχο και δεν με διαπερνούν. Από πολύ μικρή ακούω κακίες και κατάλαβα πως
είναι κάτι που δεν έχει κανένα αποτέλεσμα απάνω μου, άρα δεν πρέπει και να μ’
επηρεάζει. Ας μου πουν ότι είμαι ατάλαντη! Ε και; Αν έχω καταφέρει, όσα
κατάφερα, μπράβο μου!
Συμπορεύονται τέχνη και ζωή μεταξύ συντρόφων;
Συμπορεύονται, αν και εξαρτάται απ’ τους χαρακτήρες των
ανθρώπων. Είχα την τύχη με τον Μάριο να μην κάνουμε ακριβώς την ίδια δουλειά.
Να είμαστε τίμιοι χωρίς ανταγωνισμούς κι απ’ την άποψη της ηλικίας, αν θέλετε,
γιατί ο Μάριος ήταν δάσκαλος της ζωής και της ψυχής μου. Υπάρχουν ζευγάρια
ηθοποιών – μεμονωμένες περιπτώσεις – που έχουν συμπορευθεί για πάρα πολλά
χρόνια.
Και τι γίνεται με την αληθινή ζωή, που οι άνθρωποι εκεί έξω
ίσως είναι παντελώς αδιάφοροι για τέχνη, θέατρο και για όλα αυτά που συζητάμε;
Διψούν, όμως, για επικοινωνία, τα ταβερνάκια είναι γεμάτα.
Πάνε στις πλατείες και παίζουν μουσική, κάτι που το βρίσκω όμορφο. Τα πανηγύρια
πια κάνουν θραύση κι αυτή είναι επικοινωνία. Το θέατρο είναι επικοινωνία, αλλά
και για μένα είναι μεγάλη απόλαυση να πάω στην Ερμού ή στην Καπνικαρέα και να
κοιτάζω τα μαγαζιά. Χώνομαι στα στενά, στο Σύνταγμα και νιώθω ευτυχής. Είμαι
άνθρωπος της πόλης και μένω στο κέντρο.
Ποιο θα ήταν το μεγαλύτερο σας απόκτημα;
Το να ερχόταν μια νεράιδα και να μου έλεγε πως μπορώ να ζήσω
την υπόλοιπη ζωή μου χωρίς κανένα άγχος οικονομικό, δίνοντας παράλληλα ανάσα σε
ανθρώπους που έχουν ανάγκη. Για μένα θα ήταν τεράστια ευτυχία το να μπορώ να
βοηθάω κόσμο.
Κυρία Δανδουλάκη, σας ευχαριστώ πολύ γι' αυτή τη συζήτηση.
Δικές μου όλες οι ευχαριστίες! Τα είπαμε ωραία σαν να πίναμε ένα καφέ χωρίς το άγχος συνέντευξης.
* Πρώτη δημοσίευση: Documento (ένα μεγάλο μέρος της συνέντευξης)
** Η συνέντευξη με την Κάτια Δανδουλάκη πραγματοποιήθηκε στο καμαρίνι της, στο θέατρο «Κάτια Δανδουλάκη», στις 13 Δεκεμβρίου του 2024.
*** Οι φωτογραφίες είναι του Γιάννη Παναγόπουλου/ Eurokinissi
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου